Δευτέρα 7 Αυγούστου 2023

Όσιος Νικάνωρ ο Θαυματουργός Κόσμον νικήσας, καὶ τὰ τούτου ἡδέα, Νίκην ἀρίστην ἦρας ὄντως Νικάνωρ.

 

το αλεξικέραυνο της Δυτικής Μακεδονίας - 7 Αυγούστου- καλόν να το μάθει και η υπόλοιπη Ελλάδα

" Βράζουν οι πέτρες από τον καύσωνα..βράζουν οι αληθινές ψυχές από Οργή και όλα προσμένουν την βροχή και την καταιγίδα..οσονούπω" 

Όσιος Νικάνωρ ο Θαυματουργός

Κόσμον νικήσας, καὶ τὰ τούτου ἡδέα,
Νίκην ἀρίστην ἦρας ὄντως Νικάνωρ.

Βιογραφία
Ο Όσιος Νικάνωρ γεννήθηκε στα 1491 μ.Χ., στην Πρωτεύουσα της Μακεδονίας, τη Θεσσαλονίκη. Οι γονείς του, Ιωάννης και Μαρία, ήταν ευσεβείς και κατοικούσαν στη συνοικία του Αγίου Μηνά. Όλη η πόλη των Θεσσαλονικέων καλοτύχιζε και επαινούσε τους γονείς του Αγίου, τόσο για τον πλούτο τους όσο και για την ευγένειά τους, αλλά κυρίως για την πίστη και την αρετή που τους διέκρινε. Ήταν ελεήμονες και σπλαχνικοί και η ζωή τους έργο αγάπης προς τους πάσχοντες αδελφούς. Όμως, ο Θεός ήθελε να τους δοκιμάσει με προσωρινή ατεκνία. Στείρα σαν την Αγία Άννα η μητέρα του οσίου Νικάνορα. Κάθε μέρα προσευχόταν στην εκκλησία του Αγίου Μηνά να τους δώσει ο Θεός ένα παιδί για παρηγοριά.

 Οι προσευχές, οι νηστείες, οι αγρυπνίες των γονέων του εισακούσθηκαν από τον Κύριό μας και Θεό μας και κατά την ώρα που η ευσεβής γυναίκα προσευχόταν στο Θεό, στο Ναό του Αγίου Μηνά, της απεκαλύφθη το θέλημα του Κυρίου: «Εισήκουσε ο Θεός τας δεήσεις σου ω γυνή ως ποτέ της χήρας Άννης και έλυσε τα δεσμά της στειρώσεως σου μόνο πορεύου εις τον οίκον σου και θέλεις συλλάβεις και γεννήσεις Υιών όστις θέλει γίνει δοχείον καθαρόν του Παναγίου Πνεύματος και πολλούς θέλει εισάγει εις τον Κύριον δια της αγγελικής αυτού και εναρέτου διαγωγής». Έτσι, ως Θείο δώρο ήρθε στον κόσμο ο Νικόλαος (αυτό ήταν το κοσμικό όνομα του αγίου) και οι γονείς του τον παρέδωσαν σ΄ ένα ευσεβή δάσκαλο να του μάθει τα Ιερά γράμματα.
Ο νεαρός Νικόλαος, ευφυής στο νου, σε λίγο χρονικό διάστημα απέκτησε μεγάλη ευχέρεια περί των εκκλησιαστικών και αγάπη για την εκκλησία του Χριστού, όπως όλοι οι άγιοι. Από μικρός κατάλαβε την κλήση του Θεού, ενώ μοναδικός του πόθος ήταν να μονάσει και να γίνει μιμητής των οσίων πατέρων της εκκλησίας μας. Ήθελε σ' όλη του τη ζωή να υπηρετήσει ολοκληρωτικά, ψύχη τε και σώματι τον Κύριο. Γι' αυτό περνούσε τη ζωή του με νηστείες, αγρυπνίες και προσευχές. Σε μικρή ηλικία χάνει τον προσφιλή πατέρα του και μένει με τη μητέρα του. Η ευσεβής του μητέρα, μη γνωρίζοντας τον πόθο του παιδιού της, ήθελε να τον παντρέψει με κάποια ενάρετη κοπέλα· και ενώ από τη μια μεριά ο όσιος ποθούσε να εγκαταλείψει κάθε τι εγκόσμιο και να μονάσει, να αφιερωθεί εξολοκλήρου στο Θεό. Από την άλλη όμως, δεν ήθελε να στενοχωρήσει και τη μητέρα του, γι αυτό ανέβαλε συνεχώς την πραγματοποίηση της επιθυμίας του να γίνει μοναχός.
Ο Θεός, που προνοεί τα πάντα, ύστερα από ορισμένο χρονικό διάστημα πήρε τη μητέρα του από τον κόσμο και έτσι άνοιξε ο δρόμος για ν' ακολουθήσει ο Νικόλαος τη μοναχική ζωή. Χωρίς να χάσει καιρό, μοίρασε την πατρική του περιουσία στους φτωχούς και τα ορφανά· και ενώ μπορούσε να λάβει αξιώματα λόγω της επιφανούς θέσεως των γονέων του, τα θεώρησε όλα αυτά σκύβαλα μπροστά στη μεγάλη του αγάπη προς το Χριστό. Ελεύθερος πλέον από κάθε φροντίδα του κόσμου, γίνεται μοναχός με το όνομα Νικάνωρ. Ως μοναχός, πολλαπλασίασε τα χαρίσματα που του έδωσε ο Θεός.
Η φήμη που απέκτησε έφθασε στο Μητροπολίτη Θεσσαλονίκης ο οποίος τον χειροτόνησε διάκο και πρεσβύτερο με σκοπό να τον κάνει διάδοχο του. Ως κληρικός της Μητροπόλεως Θεσσαλονίκης ο Νικάνωρ επέδειξε μεγάλο ζήλο και η προσφορά του ήταν αξεπέραστη. Η ώρα όμως είχε φθάσει για εκείνο που τον είχε προορίσει ο Θεός. Σε μια από τις νυχτερινές του προσευχές και ενώ ικέτευε με θερμά δάκρυα τον Θεό άκουσε φωνή από τον ουρανό να του λέγει: «Νικάνωρ έξελθε εκ της γης σου και εκ της συγγενείας σου και πορεύου εις το Καλλίστρατου όρους και αγωνίσου εκεί καλώς και εγώ θα είμαι μαζί σου να σε διαφυλάττω όλες τις ημέρες της ζωής σου και θα κάνω το όνομα σου ξακουστό και θα σε δοξάσω εις πάντας τους αιώνας». Ύστερα απ' αυτή τη Θεϊκή εντολή ο άγιος έφυγε από την Θεσσαλονίκη σε σχετικά νεαρή ηλικία, περίπου 27 ετών, και τράβηξε να πάει εκεί όπου τον είχε καλέσει ο Θεός. Στο δρόμο, στα χωριά που συναντούσε δίδασκε ως άλλος απόστολος τους απελπισμένους χριστιανούς να φυλάγουν την πίστη τους.
Φθάνοντας ο Άγιος Νικάνωρ στο όρος Καλλίστρατου και βλέποντας το ήσυχο μέρος ο άγιος έλαβε εσωτερική πληροφορία από τον Κύριο ότι εδώ θα είναι η ασκητική του παλαίστρα. Δόξασε τον Θεόν και άρχισε να επιδίδεται σε ασκητικούς αγώνες. Πέρασαν 16 ολόκληρα χρόνια σκληρού αγώνα με την σάρκα και τους δαίμονες. Αγρυπνίες, νηστείες, κόπους για την αγάπη του Χριστού. Σιωπή, έλλειψη ανθρώπινης παρηγοριάς τον έκανα δοχείο του Άγιου Πνεύματος. Κατόπιν ίδρυσε τη Μονή μεταμορφώσεως του Σωτήρα Χριστού ή Ζάβορδας.
Το ασκηταριό του σώζεται μέχρι σήμερα.
Την Ιερά Μονή ίδρυσε εξ αποκαλύψεως του ιδίου του Χριστού, αφού βρήκε Εικόνα του Σωτήρος Χριστού κρυμμένη από την εποχή της εικονομαχίας.

Η φήμη του απλώθηκε παντού, όπως του είχε πει ο Κύριος. Πλήθος ανθρώπων από τη γύρω περιοχή έτρεχε στο μοναστήρι να ευλογηθεί από τον άγιο, ν΄ ακούσουν την ψυχοσωτήρια διδασκαλία το και να θεραπευτούν, αφού πολλά ήταν τα θαύματα που έκανε ο όσιος. Ο άγιος, αφού έζησε ενάρετα και αγγελικώς, ήρθε ο καιρός να μεταβεί στην άλλη ζωή, την αιώνια και αληθινή. Προγνώρισε το θάνατό του και κάλεσε γύρω του μοναχούς και λαϊκούς, τους ευλόγησε, τους συμβούλεψε και παρέδωσε το πνεύμα του στο Λυτρωτή μας Χριστό, στις 7 Αυγούστου 1549 μ.Χ. Οι μοναχοί της Μονής θρήνησαν τον άγιο που τους παρηγορούσε και τον έθαψαν σε παρεκκλήσι της Μονής. Από τότε, το αγιασμένο λείψανό του τελεί ως τα σήμερα πολλά θαύματα.

Περιγραφή του θαύματος του Αγίου Νικάνορος που έδιωξε την πανώλη και έσωσε τα Σέρβια το έτος 1730
Ο άγιος Νικάνορας εορτάζει στις 7 Αυγούστου, περεκλήσι του υπάρχει στην Αγία Κυριακή Σερβίων

Εις απορίαν ποτέ ευρισκόμενοι οι του μοναστηρίου πατέρες διά χρημάτων , να πληρώσωσι τα χρέη, και βαρέα δοσίματα ο που καθ’ εκάστην μεγάλως αυτούς καταμαρτυρούσιν οι αγαρινοί, και μην έχοντες άλλο τι πράξαι, έκριναν άπαντες κοινή γνώμη, να ευγάλωσι τον μέγαν ούτως, και πολύτιμον θησαυρόν, την πάντιμον , λέγω και αγίαν κάραν του οσίου Νικάνορος, να απέλθωσιν εις τα Σέρβια, οπού τω καιρώ εκείνω είχεν απεσταλθεί εις εκείνα τα μέρη παρά Θεού δια τας αμαρτίας αυτών φθοροποιά νόσος της πανούκλας, ελεεινώς τους πάντα καταθερίζουσα. Καθ΄ έναν μεν τρόπον να ελευθερώσει ο Θεός δια πρεσβειών του δούλου του Νικάνορος από την δικαίαν αυτού μάστιγα το πλάσμα των χειρών του. Κατ άλλον δε να προφθασθή και το μοναστήριον διά της των χριστιανών ελεημοσύνης. Και δη λαβών τηνικαύτα ο παπά κυρ Δαβίδ ο ηγούμενος, και Νεόφυτος ο πνευματικός την σεβάσμιαν του οσίου πατρός ημών Νικάνορος αγίαν κάραν, και αποχαιρετήσαντες τους πατέρες άπαντας εμίσευσαν μετά της αυτών συνοδείας, και μέχρις εσπέρας έφθασαν Θεού βοηθούντος , εις χωρίον Κασαρείαν ονομαζόμενον τους οποίους συνανατήσας ένας χριστιανός πλείστα ευλαβής, και ενάρετος Νικόλαος τουνομά…

Ερχομένου δε των πατέρων με την αγίαν κάραν του οσίου εις Σέρβια, συνήντησεν αυτούς είς των υπηρετών του αρχιερέως (Ζαχαρίας ο πανάριστος , όστις επηδιαλιούχει τηνικαύτα τους οίακας της των Σερβίων εκκλησίας και ερωτήσας αυτούς, έμαθε καταλεπτώς το αίτιον, και απελθών διεσάφισε τω αρχιερεί, ο παρά των πατέρων έμαθεν. Ο δε αρχιερεύς ως ταύτα ήκουσε , πρώτον μεν εθυμώθη λίαν κατά των πατέρων (οτι ούπω ήν τα περί του οσίου δήλα) έπειτα δε ερευνήσας ακριβώς, και βεβαιωθείς υπό χριστιανών αξιοπίστων, και μάλλον υπό της του οσία διαθήκης , και του σιγγιλιώδους του αυτού μοναστηρίου γράμματος , έδωκεν άδειαν των πατέρων ψάλλει ακωλύτως αγιασμούς εις άπασαν την αυτού επαρχίαν. Και δη ημέραν παρ’ ημέραν , Θεού βοηθούντος, ως ήρχισαν οι χριστιανοί , και εκάλουν τους πατέρας, και έψαλον αγισμούς εις τους οίκους των , έτριζε το κιβώτιον οπού είχον την αγίαν κάραν του οσίου Νικάνορος, και εθαύμαζον εις ετούτο μη γινώσκοντες το αίτον, αλλ’ ύστερον το εκατάλαβαν , ότι όσον έτριζε, τόσον έπαυεν η νόσος , και ο λοιμός εξοστρακίζετο από της πόλεων των Σερβίων δια πρεσβειών του οσίου Νικάνορος, ώστε εις ολίγας ημέρας ελευθερώθησαν άπαντες οι εκείσε χριστιανοί , από την επιδημίον εκείνην φθοροποιάν πανούκλαν , και εδόξαζον τον Θεό, οπού τους ελύτρωσε διά πρεσβειών του δούλου του Νικάνορος.

Τοιούτον παράδοξον θαύμα βλέποντες οι αγαρινοί, ωργίζοντο κατά των χριστιανών οι ασεβέστατοι, και μαγείαν την του αγίου θαυματουργίαν ωνόμαζον οι άφρονες. Ώσπερ μίαν των ημερών αποφάσισαν δύο γιανίτζαροι υπό του μισόκαλου διαβόλου κινούμενοι , ότι όταν ήθελον ιδή τους άνω ειρημένους πατέρας διαβαίνοντας εκ τινός οδού να πηγαίνωσιν εις τα των χριστιανών οσπήτια να ψάλλωσιν αγιασμού με την αγίαν κάραν, να δράμωσιν οι του αντιχρίστου μαθηταί να λάβωσιν αρπακτικώς εκ των χειρών αυτών την αγίαν και σεβάσιμιαν κάραν του οσίου Νικάνορος , να την ρίψωσιν κάτα πετρών , και να την συντρίψωσι. Και των μεν απίστων εκείνων ούτω βουλευθέντων ποιήσαι , ο δε Θεός οπού φυλάσσει τα οστά των αγίων αυτού δούλων , και εν εξ αυτών ου συντριβήναι θέλει, τι ωκονόμησεν, εξαπέστειλεν εις αυτούς την νύκτα εκείνην , οργή θυμού αυτού , και ο μεν εις εξ αυτών απέθανεν αιφνιδίως δια της πανούκλας συν γυναιξί αυτού , και τέκνοις, και εις εκ του κατηραμένου εκείνου οίκου ουκ εσώθη. Εις δε τον έτερον εφάνη ο άγιος εν οράματι αυτού, και λέγει αυτώ μεθοργής, και θυμού. Τι ήτον το πονηρόν οπού κατ’ εμού ηβουλήθης να πράξης ομού με τον σύντροφόν σου πάντολμε; Εγώ έλαβον παρά Θεού θέλημα να σε θανατώσω αυτήν την νύκτα, ως και τον παράφρονα και ασεβέστατον φίλον , αλλ’ ιδού πάλιν σε ελέησα, ινά κήρυξ της σής σωτηρίας μεγαλόφωνος γένη, και της του συντρόφου σου συμφοράς. Ο δε ασεβής έξυπνος γενόμενος ηγέρθη ευθύς της κλίνης , και εδέετο του αγίου να τον συγχωρήση εις όσα κατ αυτού πράξαι ηβουλήθη και το πρωΐ εξήλθε παρρησία , και ωμολόγει τοις πάσι τα όσα κατ’ όναρ ο άγιος του είπε και όσα αυτός μετά του συντρόφου εμελέτα να πράξη εις την του αγίου κάραν.

ἈπολυτίκιονἮχος γ’. Θείας πίστεως.

Νίκης εἴληφας, ἄφθαρτον στέφος, πάτερ ὅσιε, παρὰ τοῦ Κτίστου, τῶν σῶν ἀγώνων ἀντάξιον ἔπαθλον· τὴν γὰρ πατρίδα λιπὼν τὴν ἐπίγειον, τῆς οὐρανίου οἰκήτωρ γεγένησαι· ὅθεν πάντες σὲ πίστει καὶ πόθῳ γεραίρομεν· χαίροις Νικάνορ, Ὁσίων ὁμόσκηνε.

Μεγαλυνάριο

Χαίροις των Σερβίων ο ιατρός, Γρεβενών το κλέος, και οικουμένης ο βοηθός· χαίροις ο προστάτης, των σε τιμώντων πόθω, Νικάνορ Καλλιστράτου, φωστήρ πολύφωτε.

Σημείωση: να ζούνε στην ίδια πόλη Χριστιανοί και μουσουλμάνοι και οι μεν να γιατρεύονται από τον άγιο Νικάνωρα και οι δε να πεθαίνουν. Αυτό δημιούργησε το φθόνο να συντρίψουν την κάρα του Αγίου.

Πηγή:serviotikos.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου