Δευτέρα 3 Απριλίου 2017

Όλοι μας μπορούμε να γίνουμε άγιοι!...ΙΩΣΗΦ Ο ΗΣΥΧΑΣΤΗΣ!!



Το πρώτο πού κάνει κάθε άνθρωπος, όταν τον καλέσει ο Θεός στην επίγνωσή Του, είναι να ερευνήσει με ακρίβεια τον εαυτό του για να δει, ότι πράγματι στην ζωή του πολλές ενέργειες του ήσαν έξω από το θέλημα του Θεού. Και από αυτή την στιγμή αρχίζει το έργο της μετανοίας. 

Η μετάνοια αρχίζει από την κατάπαυση της αμαρτωλής ζωής και φθάνει μέχρι αυτής της θεώσεως, η οποία δεν έχει τέλος. 

Ο Θεός δεν έχει περιγραφή και τέρμα· ούτε και οι ιδιότητές Του είναι δυνατό να έχουν. Μπαίνοντας ο άνθρωπος, δια της Χάριτος του Αγίου Πνεύματος, μέσα στους κόλπους της θεώσεως, πάσχει όλες αυτές τις ιδιότητες τις ατέρμονες, τις αψηλάφητες, τις ανεξιχνίαστες, τις απέραντες. Γι’ αυτό είπα ότι η μετάνοια δεν έχει τέρμα.

Θέλω να σχολιάσω το θέμα της μετανοίας, παίρνοντας αφορμή από μερικά πράγματα πού με προκάλεσαν και από τον προσωπικό μου βίο, αλλά και γενικότερα. Βλέπω ότι μοναχοί στις ημέρες αυτές της περιόδου της Μ. Τεσσαρακοστής, ευρίσκουν καιρό και ασχολούνται με θέματα επουσιώδη και λόγω της απειρίας τους όταν τους ερωτήσεις γιατί ασχολούνται με αυτά, απαντούν. «Επειδή είχα καιρό και δεν είχα τίποτε άλλο να κάνω».

Αυτό είναι ένα είδος μικροψυχίας, να μην πω ολιγοπιστίας. Δεν έχεις τι να κάνεις; Ίσως να τελείωσες το διακόνημά σου και έχεις ένα περιθώριο χρόνου. Τότε πήγαινε στο κελί σου. Το κελλί είναι το εργαστήριο της μεταβολής του χαρακτήρας σου. Δεν πηγαίνεις να γονατίσεις εκεί μέσα; να κτυπήσης το μέτωπο σου κάτω, να κτυπήσεις το στήθος, την «ενθήκη» των κακών, αλλά και την «ενθήκη» των καλών; Και να κτυπήσεις εκεί του Ιησού την πόρτα; Να ζήτησης, να αιτήσεις, να επιμένεις, ούτως ώστε να σου ανοίξει; Έπειτα κάθεσαι και δεν μελετάς; Μα, οι μοναχοί είναι θεολόγοι.

Επί Βυζαντίου, στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινουπόλεως, υπήρχαν όλοι οι επιστημονικοί κλάδοι. Όλες οι γνώσεις των ανθρώπων. Μόνο η θεολογία απαγορευόταν. Η θεολογία ήταν στις ιερές Μονές. Δεν εθεωρείτο ανθρώπινη γνώση. 

Στους μοναχούς ανήκει η θεολογία, διότι ερχόμενοι σε επαφή με τον Θεό προσωπικά, δέχονται τις ελλάμψεις και αποκαλύψεις και γίνονται θεολόγοι.

Γιατί λοιπόν, να μην ανοίξουμε το Πανεπιστήμιο μας εδώ, ημέρα και νύκτα και να γίνουμε πραγματικοί θεολόγοι; Είδα και επιμένω και δεν υποχωρώ, ότι τόση Χάρι παίρνει ο μοναχός από την μελέτη στο κελί του, μέσα στο πνεύμα της απολύτου ησυχίας, σχεδόν ίση με αυτή που δίνει η προσευχή. Εις αυτό επιμένω, διότι χάριτι Χριστού, το εγεύθηκα όχι μια, αλλά πολλές φορές στην ζωή μου. Και θέλω να τονίσω και κάτι ακόμα.

Ο νόμος της επιρροής, ο κανόνας της επιδράσεως, εφαρμόζεται απόλυτα. Τα συγγράμματα των Πατέρων πού μελετά ο μοναχός με πίστη και πόθο και επικαλείται την ευχή τους είναι αδύνατο να μην επιδράσουν επάνω του.


Διότι οι Πατέρες ήσαν και εξακολουθούν να είναι Πατέρες, και ζητούν αφορμή και αυτοί, όπως ο ίδιος ο Θεός, του οποίου είναι «εικών και ομοίωσις», να μεταδώσουν σε μας τις Χάριτες τις οποίες αυτοί βρήκαν δια του αγώνος των. 

Με την ανάγνωση και την μελέτη τους να είσθε βέβαιοι, ότι η πατρική τους στοργή θα επιδράσει επάνω σας.

Ας επανέλθουμε όμως στο θέμα της μετανοίας. 

Πολλές φορές συμβαίνει στον αγωνιζόμενο, να μην μπορεί να νικήσει τον παλαιό άνθρωπο, διότι είναι τόσο πολύ αιχμαλωτισμένος από τα πάθη του, παρ’ όλο που αυτός τα μισεί, τα αποστρέφεται, δεν τα θέλει· και αυτή η κατάσταση θεωρείται κατά την παράδοση της Εκκλησίας, ζωή μετανοίας.

Τότε μόνο δεν θεωρείται μετάνοια, όταν πάψει ο άνθρωπος να αγωνίζεται και λέγει: «Δεν μπορώ πλέον. Δεν υπάρχει για μένα τίποτε». Αυτό λέγεται απόγνωση και το καταδικάζει η Εκκλησία ως βλασφημία κατά του Αγίου Πνεύματος· περικόπτει και απορρίπτει αυτό το μέλος ως σάπιο, ως βλάσφημο, στρεφόμενο κατά της αγαθότητας του Θεού.





Δεν πρέπει λοιπόν, σε καμιά περίπτωση να συστέλλουμε την πίστη μας. Ουδέποτε να σκεφθεί κανείς, ότι είναι αδύνατο να φθάσουμε στην ολοκληρωτική μετάνοια στην οποία μας κάλεσε ο Χριστός μας. Θα φθάσουμε χάριτι Χριστού. Ουδέποτε είναι ικανή μόνη η ανθρώπινη ενέργεια και προσπάθεια να φθάσει εκεί. Αυτό είναι εγωιστικότατο και οι Πατέρες το καταδίκασαν.

Ο Μέγας Μακάριος λέγει ότι τόση είναι η δύναμη της προθέσεως του ανθρώπου, τόσο μόνο μπορεί ο άνθρωπος, μέχρι που να αντιδράσει προς τον διάβολο. Προκαλούμενος υπό του σατανά, υπό μορφή προσβολής «κάνε αυτό», τόσο μόνο μπορεί να πει ο άνθρωπος· «όχι δεν το κάνω». Μέχρι εκεί μπορεί να πάει ο άνθρωπος. Από εκεί και πέρα είναι έργο της Χάριτος. Γι’ αυτό ο Ιησούς μας, τόνιζε με έμφαση ότι, «Χωρὶς ἐμοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν». Άρα ποτέ να μην συσταλήτε, ποτέ να μην κατεβαίνετε στην μικροψυχία, εφ’ όσον «δια πίστεως βαδίζουμε».


Ποτέ να μην λέγετε: «Δεν θα φθάσουμε εμείς στην απάθεια, δεν θα φθάσουμε στον αγιασμό, δεν θα μιμηθούμε τους Πατέρες μας». Αυτό είναι βλάσφημο. Θα τους φθάσουμε επειδή το θέλουμε και εφ’ όσον το θέλουμε θα μας το δώσει ο Χριστός μας. Μένοντας πιστοί και μη υποχωρούντες κατά πρόθεση, οπωσδήποτε θα το επιτύχουμε. Αυτή είναι η πραγματικότης. Έξω από αυτή την γραμμή οι Πατέρες δεν παραδέχονται άλλη. Έξω από αυτή, θεωρείται πλέον απόγνωση.

Δεν υπάρχει το «δεν μπορώ πλέον». Πώς δεν μπορείς; Δια του Χριστού ισχύουμε. «Πάντα ἰσχύομεν ἐν τῷ ἐνδυναμοῦντι ἡμᾶς Χριστῷ». «Πάντα», είπε ο Παύλος, για να μην αφήσει κανένα περιθώριο, μήπως πή κάποιος «εγώ δεν μπορώ». Αφού είναι «μεθ᾿ ἡμῶν ὁ Θεός, τίς καθ᾿ ἡμῶν; Εἰ Θεὸς ὁ δικαιών, τίς ὁ κατακρίνων;» Κοιτάξετε το όριο της μετανοίας πως αποκαλύπτεται μέσα στην Γραφή.




Ο Πέτρος, ερώτησε τον Ιησού μας. «Κύριε, καλά είναι έως επτά φορές να συγχωρώ αυτόν που μου φταίει;» Ο Πέτρος τότε ατελής όντας, μη δεχθείς την έλλαμψη της Χάριτος, εσκέπτετο ανθρωπίνως. Νόμιζε με τον τρόπο αυτό, σύμφωνα με την αυστηρότητα του Μωσαϊκού Νόμου, ότι έκανε μεγάλη οικονομία. Έφθασε, όχι μια, αλλά επτά φορές να συγχωρεί. Και ο Ιησούς μας, ερμηνεύοντας του το πνεύμα της Εκκλησίας, του λέγει: «όχι επτά, αλλά εβδομηκοντάκις επτά», για να τονίσει έτσι το απεριόριστο της μετανοίας.

Η ζωή μας εδώ είναι ένα εικοσιτετράωρο επαναλαμβανόμενο. Αν και εις όλες τις στιγμές είμεθα πάντοτε έτοιμοι, με νέες αποφάσεις, η πρόθεσή μας είναι σωστή, το πνεύμα πρόθυμο, η σαρξ όμως είναι ασθενής. Και δεν είναι μόνο η σαρξ. Μαζί με την σάρκα, με την φύση, υπάρχουν οι έξεις, οι συνήθειες, οι τόποι, τα περιβάλλοντα, τα πρόσωπα, τα πράγματα και ο ίδιος ο διάβολος. Όλοι αυτοί οι παράγοντες δημιουργούν την αντίθεση, 

και μένει σε μας μόνο η πρόθεση η δική μας και η ενεργούσα μυστηριωδώς θεία Χάρις, πού είναι παντοδύναμη... 

Θεωρητικά όλα αυτά είναι εύκολα, πρακτικά όμως είναι δύσκολα, όπως από την πείρα ο καθένας γνωρίζει. Αποφασίζουμε κάθε πρωί, κάθε στιγμή, ότι από τώρα και στο εξής δεν θα υποδουλωθούμε στα πάθη. Ναι, αλλά τα πάθη δεν αφορίζονται, δεν εξορκίζονται, για να τους πούμε «φύγετε» και δεν σας θέλουμε και να φύγουν, θέλουν τιτάνια μάχη και αντίδραση για να φύγουν. Και αυτό γίνεται όταν νικήσει η Χάρις, όχι ο άνθρωπος.

Διότι τα πάθη και οι αρετές είναι υπεράνω της φύσεως μας. Δεν τα πιάνουμε, δεν τα ελέγχουμε...


Αυτά μόνο η θεία Χάρις θα τα διώξει. Να απελάσει τα πάθη και να ελκύσει τις αρετές. Πότε όμως; Όταν εμείς επιμένουμε. Γι’ αυτό ο Ιησούς μας ετόνισε την υπομονή και την επιμονή. «Ἐν τῇ ὑπομονῇ ὑμῶν κτήσασθε τάς ψυχάς ὑμῶν». Και στις προσευχές ακόμα, λέγει: «κρούετε, ζητείτε, μη εκκακήτε εν ταις προσευχαίς».

Και αναφέρει τα παραδείγματα εκείνα, με τα οποία μας ντροπιάζει. Εάν σας ζητήσει το παιδί σας ψωμί, θα του δώσετε πέτρα; Και αν σας ζητήσει να του δώσετε ψάρι, θα του δώσετε φίδι; Εάν εσείς πού είστε πονηροί, δίδετε αγαθά δόματα στα παιδιά σας, ο Ουράνιος Πατήρ δεν θα δώσει Πνεύμα Άγιο εις εκείνους που το ζητούν; Και «υπέρ εκ περισσού ων αιτούμεθα ή νοούμεν» θα δώσει. Είναι αδύνατο να καταργηθούν οι θείες αυτές υποσχέσεις.

Ο Ιησούς μάς λέγει ότι, «ὁ οὐρανὸς καὶ ἡ γῆ παρελεύσονται, οἱ δὲ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι». Γι’ αυτό τον σκοπό ήλθε ο Υιός του Θεού στην γη. Δεν είχε ανάγκη ο Θεός Λόγος να υποστεί την «κένωση», ει μη μόνο για την επιστροφή του ανθρώπου στους κόλπους της θείας αγάπης. Αυτή είναι η «καινή κτίσις» που είναι ανωτέρα της προηγουμένης.

Υπάρχει και ένα άλλο μυστήριο ακόμα που μας παρέδωσαν οι Πατέρες μας, το οποίο πρέπει οπωσδήποτε να ξέρετε. Το μυστήριο είναι τούτο. Πολλές φορές, ενώ τα πράγματα πάνε καλά, η ίδια η Χάρις αφήνει τον πειρασμό· και διευκρινίζω καλύτερα. Η Χάρις δεν δημιουργεί ποτέ πειρασμό. Αλίμονο, είναι βλάσφημο να το πει κανείς. Δεν πηγάζει από το φως σκότος, ποτέ. 

Και εξηγούμαι σαφέστερα... 

Εγώ επιμένω αγωνιζόμενος εναντίον ενός πάθους που με ενοχλεί· κατά της κακής έξεως που με πιέζει· θέλω να φύγει· παρακαλώ τον Θεό να μου δώσει εκείνο που μου χρειάζεται. Ο Θεός μέσα στην πανσωστική του πρόνοια, που περικλείει τα πάντα, βλέπει ότι δεν είναι ώρα να το δώσει...



Η ίδια η Χάρις, ενώ έπρεπε να λειτουργήσει και να κάνει αυτό το πράγμα, δεν το κάνει. Δεν το κάνει για τον λόγο που ξέρει, επειδή ο Θεός είναι ανενδεής και οι τρόποι που επεμβαίνει είναι Θεοπρεπείς, και ότι κάνει ο Θεός είναι παντέλειο. 

Ότι κάνει ο Θεός δεν είναι μερικό, είναι γενικό. Επομένως στην γενικότητα αυτή χρειάζεται ο χρόνος. Διότι μαζί με την περίσταση, ο Θεός περικλείει πολλά μαζί. Χρειάζεται υπομονή, ούτως ώστε να ετοιμασθούν και τα πρόσωπα και οι παράγοντες και οι τόποι και ο χρόνος και ακόμα και αυτή η ιδιοσυγκρασία. Και τότε έρχεται και το τελειώνει, το φέρει εις πέρας...

Υπάρχουν και άλλες πτυχές πάνω στο ίδιο θέμα πού μας παρέδωσαν οι Πατέρες...

Πολλές φορές, προλαμβάνει η Χάρις και δίδει ένα κανόνα και αφήνει τον άνθρωπο αβοήθητο σε μια περίσταση, για να τον σώσει από ένα επερχόμενο πειρασμό, τον οποίο ξέρει ο Θεός ότι θα πάθαινε μέσα στην απειρία και στην ατέλεια του...

Είναι τόσα τα μυστήρια, πού δεν μπορεί να τα γνωρίζει κανείς...

Άλλες φορές η Χάρις προορίζει ένα άνθρωπο για να γίνη οδηγός άλλων και τον πειράζει ιδιαίτερα αυτόν για να τον ετοιμάσει, ούτως ώστε στην κατάλληλη στιγμή να είναι από όλες τις απόψεις πεπειραμένος και να δυνηθή να σταθεί μέσα στην Εκκλησία και να γίνει φωστήρας, οδηγός και καθοδηγητής των άλλων. Τον δοκιμάζει με ένα άλλο τρόπο μυστηριώδη και ασυνήθιστο... 


Είδες τι λέει; «Μήπως δεν έχει εξουσία ο κεραμεύς του πηλού; Να κάνη από τον ίδιο πηλό ότι θέλει;» Έτσι και η Χάρις.

Όλα αυτά μας πείθουν ότι χρειάζεται υπομονή και καρτερία· ουδέποτε μικροψυχία. Εφ’ όσον ο Ιησούς μας λέγει ότι «οἱ λόγοι μου οὐ μὴ παρέλθωσι», να είστε βέβαιοι ότι κανενός η ελπίδα δεν θα διαψευσθεί. Μόνο οι άνθρωποι μπορούν να απατήσουν τους άλλους, διότι είναι πεπερασμένοι και έχουν τις γνώσεις τους περιορισμένες. Στον Θεό δεν συμβαίνει το ίδιο... 

Οτιδήποτε του ζητήσουμε και αφορά την σωτηρία μας θα το πάρουμε...


Μου είπε ένας αληθινά πνευματικός άνθρωπος, ότι από την αρχή που ξεκίνησε, του έδειξε ο Θεός την Χάρη Του και τον έβαλε στον σωστό δρόμο. Μέσα στον αγώνα του τότε, παρεκάλεσε τον Θεό να τον απαλλάξει από μια κατάσταση πού του φαινόταν πολύ δύσκολη και ήταν αδύνατο να αντέξει. Παρ’ όλο πού προσευχήθηκε πολύ δεν είδε καμιά λύση στο πρόβλημά του. 

Πέρασαν σαράντα δύο χρόνια· και τότε του είπε καθαρά η Χάρις: «θυμάσαι, που με παρακάλεσες να σου αποκαλύψω το θέλημα μου για εκείνο το πράγμα; Αυτό είναι που έκανες τώρα». Και αυτός απάντησε: «Και εάν δεν έκανα έτσι τόσα χρόνια και έκανα αλλιώς;» Και απεκρίθη η Χάρις: «Θα χανόσουν»!...

Έτσι είναι τα μυστήρια, γι’ αυτό χρειάζεται να κάνουμε υπομονή. Στο βίο του Αγίου Σεραφείμ του Σάρωφ, κάποιος Ρώσος ονόματι Μοτοβίλοφ είχε απορία, τι σημαίνει Χάρις. Και ενώ είχε αυτή την απορία και προσευχόταν, ο Θεός δεν του έδειξε τίποτε. Τελικά αυτός το ξέχασε. Όταν πέρασαν είκοσι πέντε χρόνια, τον φώναξε ο Άγιος Σεραφείμ και του λέγει: «Έλα εδώ τώρα να δεις αυτό που εζήτησες πριν τόσα χρόνια. Ο Θεός αργεί, αλλά δεν ξεχνά». 

Όταν θέλουμε να σωθούμε, αγωνιζόμεθα να αποβάλουμε τα πάθη μας και επιθυμούμε διακαώς να κατοικήσει μέσα μας η Χάρις του Αγίου Πνεύματος και να μας δείξει αυτή τι θέλει να κάνουμε. Είναι αυτό που μας είπε ο Ιησούς μας; «ζητεῖτε δέ πρῶτον τήν βασιλείαν τοῦ Θεοῦ» και τα υπόλοιπα «προστεθήσεται ὑμῖν». Όταν εμείς ορθοποδούμε, θα επιτύχουμε περισσότερο από ότι υπολογίσαμε. 



Επομένως να μένετε πιστοί στις καλές σας αποφάσεις, έστω και αν χιλιάκις επιχειρήσετε και δεν επιτύχετε. Μη νομίζετε ότι άλλαξε κάτι. Ούτε εμείς αλλάξαμε, ούτε ο Θεός, ούτε φυσικά και ο διάβολος. Το «αιτείτε και λήψεσθε» είναι πραγματικότης. Εφ’ όσον αιτήσαμε θα λάβουμε, εφ’ όσον ζητήσαμε θα μας δώσουν, εφ’ όσον εκρούσαμε θα μας ανοίξουν. 

Ο ήλιος είναι δυνατό να μην ανατείλει, έτσι και εμείς δεν είναι δυνατό να αποτύχουμε. 

Δεν είναι τυχαίο, το οτι μας κάλεσε ο Θεός να τον ακολουθήσουμε. Ποιος μας έφερε εδώ; Ποιος μας ενίσχυσε να αρνηθούμε την φύσι και να γίνουμε περίγελος του κόσμου και να είμεθα αυτοεξόριστοι; Και όχι μόνο τούτο, αλλά να στενάζουμε μήπως γλιστρήσουμε και ξεφύγουμε λίγο από την εγκράτεια· μήπως κοιμηθήκαμε λίγο περισσότερο· μήπως αποφύγαμε τον κόπο· μήπως ξεφύγαμε λίγο από την υπακοή. Γι’ αυτά στενάζουμε. Αυτά είναι η ενεργός Χάρις του Αγίου Πνεύματος που βρίσκεται μαζί μας και μας πείθει και μας πληροφορεί. Αυτά είναι η πραγματικότητα και όχι λόγια λαλούμενα, λόγια αφηρημένα. 

Κρατούμε στα χέρια μας τις αποδείξεις της ελεημοσύνης του Χριστού. «Το μείζον» το έδωσε. Δεν θα δώσει το ελάχιστον; «ἔτι ἁμαρτωλῶν ὄντων ἡμῶν, ὑπὲρ ἡμῶν ἀπέθανε». Εάν αυτός εσταυρώθη και δια του Σταυρού κατήργησε την αμαρτία και εσφράγισε το διαβατήριο της εισόδου μας στην ζωή παρέχοντας και την άφεσι των αμαρτιών μας, τώρα απομένει σε μας να κάνουμε λίγη υπομονή.



Να μην γυρίσουμε πίσω, αλλά να αναμένουμε ως δούλοι τον Κύριο μας «πότε αναλύσει ἐκ τῶν γάμων». Και θα αναλύσει και θα φωνάξη τον καθένα· και θα απαντήσουμε και εμείς με καύχημα. «Παρόντες, Κύριε, εδώ είμεθα. Αφ’ ης στιγμής μας εκάλεσες, αναμέναμε πότε θα έρθεις να μας δώσεις την επαγγελία»...



Οπόταν θα ακούσουμε το: «εὖ, δοῦλοι ἀγαθοί καὶ πιστοί»!... 

Αυτές είναι πραγματικότητες. Αυτά τα ζείτε και θα τα ζήσετε ακόμη περισσότερο, εάν δώσετε περισσότερη σπουδή στην μελέτη και γενικά στην πνευματική εργασία. 

Να κάνετε την διακονία σας με λεπτομέρεια και υπακοή. Να βλέπετε στο πρόσωπο του Γέροντα την πραγματική παρουσία του θείου θελήματος. Ο καθένας να σκέπτεται ότι ζει ο εαυτός του, και ο Χριστός. Μόλις τελειώσετε την διακονία σας να είστε χαρούμενοι· μεταξύ σας όχι σκυθρωποί και να μην αποφεύγετε ο ένας τον άλλο. Να είσθε ευγενικοί και πρόθυμοι. Μην ομιλήτε όμως άσκοπα. Από την πολυλογία «ουκ εκφεύξεταί τις αμαρτίαν». 

Λέγει ο σοφός Σειράχ: «Μεταξύ αρμών λίθων πύγνηται πάσσαλος και μεταξύ πράσεως και αγορασμού, εμφωλεύει αμαρτία». Πράσις και αγορασμός κατά τους Πατέρας είναι το «δούναι και λαβείν». Να ακούσω και να ακούσεις. Μα αυτά είναι για μας; Αυτά είναι για τους αργόσχολους του κόσμου τούτου, πού ομιλούν περί ανέμων και υδάτων. 

Εμείς ποια σχέση έχουμε με τον κόσμο τούτο; Για μας είναι τα μυστήρια της Βασιλείας του Θεού. Εκείνα μας απασχολούν. Εμάς μας απασχολεί ο ουρανός. Άνω σχώμεν τάς καρδίας. Πού; Εκεί « ὅπου, ὑπέρ ἡμῶν εἰσῆλθεν Χριστός, εἰς τά Ἅγια αἰωνίαν λύτρωσιν εὑράμενος».

Εκεί, στο ουράνιο καταπέτασμα, εκεί να αποβλέπωμε, εκεί είναι η πατρίδα μας. «Οὐκ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλὰ τὴν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν». Είμαστε Ουρανοπολίται. «Μνήσθητι της βασιλείας των ουρανών, ίνα η επιθυμία αυτής κατά μικρόν – μικρόν ελκύση σε», λέγει ο Αββάς Ησαΐας. Και αυτή η μνήμη αυξάνει μέσα μας τον ζήλο. Έτσι προχωρούμε «ἀφορῶντες εἰς τὸν τῆς πίστεως ἀρχηγὸν καὶ τελειωτὴν ᾿Ιησοῦν», το κέντρο της αγάπης μας, που μας κάλεσε και μας έδωσε την οσμή της ευωδιάς της κλήσεως Του και μας έβαλε στον δρόμο των Αγίων...



Γέροντας Ιωσήφ ο Ησυχαστής
Όλοι μας μπορούμε να γίνουμε άγιοι!


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου