Τρίτη 6 Αυγούστου 2019

ΟΜΙΛΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΘΕΙΑΝ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΙΝ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ ΚΑΙ ΘΕΟΥ ΚΑΙ ΣΩΤΗΡΟΣ ΗΜΩΝ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ!!!

Άγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς: «Ὁμιλία εἰς τὴν Θείαν Μεταμόρφωσιν τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ»
grigorios palamasΆγιος Γρηγόριος ο Παλαμάς
Ὁ Προφήτης Ἡσαΐας προεῖπε γιὰ τὸ εὐαγγέλιο ὅτι «λόγο συντετμημένο θὰ δώσει ὁ Κύριος ἐπὶ τῆς γῆς» (Ἡσ. 10, 25). Συντετμημένος λόγος εἶναι ἐκεῖνος, ποὺ μέσα σὲ λίγες λέξεις περικλείει πλούσιο νόημα. Ἂς ἐπανεξετάσουμε λοιπὸν σήμερα ὅσα ἔχουμε ἐκθέσει κι ἂς προσθέσουμε ὅσα ὑπολείπονται, γιὰ νὰ ἐμφορηθοῦμε ἀκόμη περισσότερο ἀπὸ τὰ ἐναποκείμενα ἄφθαρτα νοήματα καὶ ὁλόκληροι νὰ καταληφθοῦμε ἀπὸ τὰ θεῖα.
«Τὸν καιρὸ ἐκεῖνο παραλαμβάνει ὁ Ἰησοῦς τὸν Πέτρο, τὸν Ἰάκωβο καὶ τὸν Ἰωάννη καὶ τοὺς ἀνεβάζει σὲ ὄρος ὑψηλὸ κατ᾽ ἰδίαν. Ἐκεῖ μεταμορφώθηκε ἐνώπιόν τους καὶ ἔλαμψε τὸ πρόσωπό Του ὅπως ὁ ἥλιος» (Ματθ. 17, 1). Ἰδοὺ τώρα εἶναι καιρὸς εὐπρόσδεκτος, σήμερα ἡμέρα σωτηρίας, ἀδελφοί, ἡμέρα θεία, νέα καὶ ἀΐδιος, ποὺ δὲν μετρεῖται μὲ διαστήματα, δὲν αὐξομειώνεται, δὲν διακόπτεται ἀπὸ νύκτα.

Διότι εἶναι ἡ ἡμέρα τοῦ Ἥλιου τῆς δικαιοσύνης, ὁ ὁποῖος δὲν ὑφίσταται ἀλλοίωση ἢ σκιὰ ἕνεκα μετατροπῆς» (Ἰακ. 1, 7). Αὐτός, ἀφ᾽ ὅτου φιλανθρώπως ἔλαμψε σὲ μᾶς μὲ εὐδοκία τοῦ Πατρὸς καὶ συνεργία τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καὶ μᾶς ἐξήγαγε ἀπὸ τὸ σκοτάδι στὸ θαυμαστό του φῶς, συνεχίζει γιὰ πάντα νὰ λάμπει πάνω ἀπὸ τὰ κεφάλια μας ὡς ἄδυτος ἥλιος.
Ἐπειδή, λοιπόν, εἶναι δικαιοσύνης καὶ ἀλήθειας ἥλιος, δὲν ἀνέχεται νὰ φέγγει καὶ νὰ γνωρίζεται ἀπὸ αὐτοὺς ποὺ μετέρχονται τὸ ψεῦδος ἢ ὑψώνουν τὴν ἀδικία μὲ λόγια ἢ τὴν ἐπιδεικνύουν μὲ ἔργα. Ἀλλὰ ἐμφανίζεται καὶ γίνεται πιστευτὸς ἀπὸ τοὺς ἐργάτες τῆς δικαιοσύνης καὶ τοὺς ἐραστὲς τῆς ἀλήθειας καὶ αὐτοὺς εὐφραίνει μὲ τὶς λάμψεις Του. Αὐτὸ εἶναι ποὺ λέει ἡ Γραφὴ «Φῶς ἀνέτειλε γιὰ τὸν δίκαιο καὶ ἡ σύζυγός του εὐφροσύνη» (Ψαλμ. 96, 12). Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ ψαλμωδὸς προφήτης ἄδει πρὸς τὸν Θεό: «Τὸ Θαβὼρ καὶ ὁ Ἑρμὼν θὰ ἀγαλλιάσουν στὸ ὄνομά σου» (Ψαλμ. 88, 12), προαναγγέλλοντας τὴν εὐφροσύνη ποὺ προκλήθηκε ἀργότερα στὸ ὄρος ἀπὸ τὴν ἔλλαμψη ἐκείνη σ᾽ αὐτοὺς ποὺ τὴν εἶδαν.
Ὁ δὲ Ἡσαΐας λέει: «λύσε κάθε δεσμὸ ἀδικίας, διάλυσε τοὺς κόμπους βιαίων συνθηκῶν, κάθε ἄδικη συμφωνία ἀναίρεσε» (Ἠσ. 58, 6). Καὶ κατόπιν: «Τότε θὰ ξεχυθεῖ σὰν τὴν αὐγὴ τὸ φῶς σου καὶ τὰ ἰάματά σου γρήγορα θὰ ἀνατείλουν, θὰ πορεύεται ἐνώπιόν σου ἡ δικαιοσύνη σου καὶ ἡ δόξα τοῦ Θεοῦ θὰ σὲ προστατεύει» (Ἠσ. 58, 8). Καὶ πάλι, «ἐὰν ἀφαιρέσεις ἀπὸ σένα δεσμὸ καὶ χειρονομία καταδικαστικὴ καὶ κακολογία, καὶ δώσεις στὸν πεινασμένο ἄρτο μὲ τὴν ψυχή σου καὶ χορτάσεις ψυχὴ ταπεινωμένη, τότε θὰ ἀνατείλει μέσα ἀπὸ τὸ σκοτάδι τὸ φῶς σου καὶ τὸ σκοτάδι σου θὰ γίνει σὰν μεσημέρι» (Ἠσ. 58, 9). Πράγματι, τοὺς καθιστᾶ κι αὐτοὺς ἄλλους ἥλιους, πάνω στοὺς ὁποίους ὁ ἥλιος αὐτὸς θὰ λάμψει ἀπλέτως· «διότι θὰ λάμψουν καὶ οἱ δίκαιοι ὅπως ὁ ἥλιος στὴν βασιλεία τοῦ Πατρός τους» (Ματθ. 13, 43).
Ἂς ἀποβάλλουμε λοιπόν, ἀδελφοί, τὰ ἔργα τοῦ σκότους, κι ἂς ἐργαζόμαστε τὰ ἔργα τοῦ φωτός, ὥστε ὄχι μόνο νὰ βαδίσουμε εὐσχημόνως σὰν σὲ τέτοια ἡμέρα, ἀλλὰ καὶ ἡμέρας υἱοὶ νὰ γίνουμε. Καὶ ἂς ἀνεβοῦμε στὸ ὄρος, ὅπου ὁ Χριστὸς ἔλαμψε, γιὰ νὰ δοῦμε τί συνέβη ἐκεῖ. Ἢ μᾶλλον, ἐὰν εἴμαστε ὅπως πρέπει καὶ ἔχουμε γίνει ἄξιοι τέτοιας ἡμέρας, ὁ ἴδιος ὁ Λόγος τοῦ Θεοῦ θὰ μᾶς ἀνεβάσει στὸν κατάλληλο καιρό. Τώρα ὅμως, παρακαλῶ, ἐντείνετε καὶ ἀνυψῶστε τοὺς ὀφθαλμοὺς τῆς διάνοιας πρὸς τὸ φῶς τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος, ἕως ὅτου μεταμορφωθεῖτε μὲ τὴν ἀνακαίνιση τοῦ νοῦ σας καὶ ἔτσι ἀποκτώντας τὴν θεία αἴγλη ἀπὸ ψηλά, νὰ γίνετε σύμμορφοι μὲ τὸ ὁμοίωμα τῆς δόξας τοῦ Κυρίου (Φιλ. 3, 21), τοῦ ὁποίου τὸ πρόσωπο ἐπάνω στὸ ὄρος ἔλαμψε σήμερα σὰν τὸν ἥλιο.
Τί σημαίνει «σὰν τὸν ἥλιο;» Κάποτε τὸ ἡλιακὸ φῶς δὲν ὑπῆρχε σὰν σὲ σκεῦος στὸν δίσκο τοῦτο. Τὸ μὲν φῶς εἶναι πρωτογεννημένο, τὸν δὲ δίσκο τὴν τετάρτη ἡμέρα δημιούργησε ὁ Κτίστης τῶν πάντων, ἀνάβοντας σ᾽ αὐτὸν τὸ φῶς καὶ κάμνοντάς τον ἄστρο ποὺ φέρνει τὴν ἡμέρα καὶ συγχρόνως φαίνεται τὴν ἡμέρα. Κατὰ τὸν ἴδιο τρόπο καὶ τὸ φῶς τῆς θεότητας κάποτε δὲν βρισκόταν σὰν σὲ σκεῦος στὸ σῶμα τοῦ Χριστοῦ. Ἐκεῖνο μὲν εἶναι πρὶν ἀπὸ κάθε ἀρχὴ καὶ δίχως ἀρχή. Τοῦτο δὲ τὸ πρόσλημμα, τὸ ὁποῖο ἔλαβε ἀπὸ μᾶς ὁ Υἱὸς τοῦ Θεοῦ, δημιουργήθηκε γιὰ χάρη μας στοὺς ὕστερους χρόνους, λαμβάνοντας ἐντός του τὸ πλήρωμα τῆς θεότητας. Ἔτσι ἐμφανίσθηκε φωστήρας θεοποιὸς καὶ συνάμα θεοφεγγής. Ἔτσι ἔλαμψε τὸ πρόσωπο τοῦ Χριστοῦ ὅπως ὁ ἥλιος, τὰ δὲ ἱμάτιά Του ἔγιναν λευκὰ ὅπως τὸ φῶς. Ὁ δὲ Μᾶρκος λέει «στιλπνὰ καὶ λευκὰ πολὺ σὰν χιόνι, τέτοια ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ λευκάνει γναφέας ἐπὶ τῆς γῆς» (Μαρκ. 9, 3).
Λαμπρύνθηκε, λοιπόν, μὲ τὸ ἴδιο φῶς καὶ τὸ προσκυνητὸ ἐκεῖνο σῶμα τοῦ Χριστοῦ καὶ τὰ ἱμάτια, ἀλλ᾽ ὄχι ἐξίσου. Διότι τὸ μὲν πρόσωπό Του σὰν τὸν ἥλιο ἔλαμψε, τὰ δὲ ἱμάτια, ἐφόσον ἄγγιζαν τὸ σῶμα Του, ἔγιναν φωτεινά. Καὶ ἔδειξε μὲ αὐτὸ ποιές εἶναι οἱ στολὲς τῆς δόξας, ποὺ θὰ ἐνδυθοῦν κατὰ τὸν μέλλοντα αἰῶνα ὅσοι πλησίασαν τὸν Θεό, καὶ ποιά εἶναι τὰ ἐνδύματα τῆς ἀναμαρτησίας, τὰ ὁποῖα ὅταν ἀπέβαλε ὁ Ἀδὰμ λόγῳ τῆς παραβάσεως, φαινόταν γυμνὸς καὶ αἰσθανόταν ντροπή. Ὁ μὲν θεῖος Λουκᾶς λέει: «Ἔγινε ἡ μορφή Του διαφορετικὴ καὶ ἡ ἐνδυμασία Του λευκὴ καὶ ἀπαστράπτουσα», βλέποντας ὅτι ὅλα τὰ ἐκεῖ τελούμενα δὲν ἔχουν κάτι ἀντίστοιχο νὰ συγκριθοῦν. Ὁ δὲ Μᾶρκος εἰκονίζει μὲν τὰ ἱμάτια, λέγοντας ὅμως ὅτι εἶναι στιλπνὰ καὶ λευκὰ σὰν χιόνι ἔδειξε καὶ αὐτὸς ὅτι οἱ εἰκόνες καὶ τὰ παραδείγματα ὑστεροῦν ἔναντι τῆς θέας τῶν ἱματίων ἐκείνων. Διότι τὸ χιόνι εἶναι μὲν λευκό, ἀλλ᾽ ὄχι στιλπνό. Ἔχει πάντα ἀνώμαλη ἐπιφάνεια, ἐφόσον ὅλο ἀποτελεῖται ἀπὸ μικρὲς φυσαλίδες λόγῳ τῆς μίξεως τοῦ ἐνυπάρχοντος σ᾽ αὐτὸ ἀέρα. Ὅταν δηλαδὴ τὸ σύννεφο δὲν ἔχει ἀκόμη συσταθεῖ τελείως καὶ δὲν μπορεῖ νὰ ἀποβάλει τὸν ἐνυπάρχοντα ἀέρα, πήζει ἀπὸ τὴν σφοδρότητα τοῦ ψύχους καὶ ἔτσι κατέρχεται γεμᾶτο ἀέρα, λευκὸ καὶ ἀνώμαλο, ὅπως περίπου ὁ ἀφρός.
Ἐπειδή, λοιπόν, δὲν ἀρκοῦσε τὸ λευκὸ τοῦ χιονιοῦ, γιὰ νὰ παραστήσει τὴν τερπνότητα τῆς θέας ἐκείνης, συμπεριλήφθηκε καὶ τὸ στιλπνό, δείχνοντας καὶ μ᾽ αὐτὰ ὁ εὐαγγελιστὴς τὴν ὑπερφυῆ φύση τοῦ φωτὸς ἐκείνου, μὲ τὸ ὁποῖο τὰ ἱμάτια ἐκεῖνα ἔγιναν στιλπνὰ καὶ λευκά. Πράγματι, δὲν εἶναι ἰδιότητα τοῦ φωτὸς νὰ καθιστᾶ λευκὰ καὶ στιλπνὰ αὐτὰ ποὺ φωτίζει, ἀλλὰ νὰ δείχνει τὸ χρῶμα τους. Ἀντιθέτως, ἐκεῖνο, καθὼς φαίνεται, τὰ ἀποκάλυψε ἢ μᾶλλον τὰ ἀλλοίωσε, πρᾶγμα ποὺ δὲν συνιστᾶ ἰδιότητα αἰσθητοῦ φωτός. Τὸ δὲ ἀκόμη παραδοξότερο, ὅτι καὶ ὅταν τὰ ἀλλοίωσε, τὰ διατήρησε πάλι ἀναλλοίωτα, ὅπως φάνηκε λίγο ἀργότερα. Πῶς νὰ τὰ ἐνεργεῖ αὐτὰ φῶς γνώριμο σὲ μᾶς; Γι᾽ αὐτὸ ὁ εὐαγγελιστὴς θέλοντας νὰ δείξει ὑπερφυῆ ὄχι μόνο τὴν ὑπεροχικὴ λαμπρότητα καὶ ὀμορφιὰ τοῦ προσώπου τοῦ Κυρίου, ἀλλὰ καὶ τὴν ὡραιότητα τῶν ἐνδυμάτων, παραμέρισε μὲ τρόπο τὴν φυσικὴ ὡραιότητα συνάπτοντας τὴν στιλπνότητα μὲ τὸ λευκὸ τοῦ χιονιοῦ. Ἐπειδὴ ὅμως καὶ ἡ τέχνη μαζὶ μὲ τὴν φύση ἐπινοεῖ τὸ ὡραῖο, θέτοντας ἐκείνη τὴν ὀμορφιὰ πάνω ἀπὸ τεχνητοὺς ὡραϊσμούς, ἀναφέρει: «τέτοια, ποὺ δὲν μπορεῖ νὰ λευκάνει γναφέας ἐπάνω στὴν γῆ».
Ἀλλ᾽ ὅμως ὁ προαιώνιος Λόγος, ποὺ σαρκώθηκε γιὰ μᾶς, ἡ ἐνυπόστατη σοφία τοῦ Πατρός, φέρει ὁπωσδήποτε μέσα Του καὶ τὸν λόγο τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος· τοῦ ὁποίου τὸ γράμμα εἶναι σὰν ἐνδυμασία· λευκὸ καὶ σαφές, συνάμα δὲ στιλπνὸ καὶ λαμπρὸ καὶ σὰν μαργαριτάρι, μᾶλλον δὲ θεοπρεπὲς καὶ ἔνθεο γι᾽ αὐτοὺς ποὺ βλέπουν πνευματικὰ τὰ τοῦ Πνεύματος καὶ ἑρμηνεύουν θεοπρεπῶς τὶς λέξεις τῶν κειμένων καὶ δείχνουν ὅτι τὰ λόγια τοῦ εὐαγγελικοῦ κηρύγματος εἶναι τέτοια, ποὺ γναφέας ἐπάνω στὴν γῆ, δηλαδὴ σοφὸς τοῦ κόσμου τούτου, δὲν μπορεῖ νὰ διασαφήσει. Καὶ τί λέω νὰ διασαφήσει; Δὲν μπορεῖ νὰ τὰ κατανοήσει, οὔτε ὅταν τὰ ἑξηγεῖ ἄλλος. Διότι, καθὼς λέει ὁ ἀπόστολος, «ψυχικὸς ἄνθρωπος δὲν δέχεται τὰ τοῦ Πνεύματος, οὔτε μπορεῖ νὰ τὰ γνωρίσει» (Α´ Κορ. 2, 14). Γι᾽ αὐτὸ καὶ ἐσφαλμένως θεωρεῖ αἰσθητὲς τὶς ἀσύλληπτες καὶ θεῖες καὶ πνευματικὲς ἐλλάμψεις, «ἐρευνώντας πράγματα ποὺ δὲν εἶδε, μάταια ὑπερυφανευόμενος μὲ τὸν ὑποδουλωμένο στὴν ἁμαρτία νοῦ του» (Κολ. 2, 18).
Ἀλλ᾽ ὁ Πέτρος, ποὺ ὁ νοῦς του φωτίσθηκε ἀπὸ τὴν θεσπέσια ἐκείνη θέα καὶ ἀνυψώθηκε πρὸς θεῖο ἔρωτα καὶ πόθο μεγαλύτερο, μὴ θέλοντας πλέον νὰ ἀποχωρισθεῖ τὸ φῶς ἐκεῖνο, «καλὸ εἶναι νὰ εἴμαστε ἐδῶ», ἔλεγε στὸν Κύριο, «ἂν θέλεις, ἂς κατασκευάσουμε ἐδῶ τρεῖς σκηνές, μία γιὰ σένα, μία γιὰ τὸν Μωϋσῆ καὶ μία γιὰ τὸν Ἠλία», μὴ γνωρίζοντας τί λέει. Διότι, βέβαια, δὲν εἶχε φθάσει ὁ καιρὸς τῆς ἀποκαταστάσεως. Ὅταν ἔλθει ὁ καιρός, δὲν θὰ χρειασθοῦμε σκηνὲς χειροποίητες. Πέρα ἀπὸ αὐτό, δὲν ἔπρεπε νὰ ἐξισώνει τὸν Δεσπότη μὲ τοὺς δούλους μὲ τὴν ὁμοιότητα τῶν σκηνῶν. Ὁ μὲν Χριστὸς ὡς Υἱὸς γνήσιος στοὺς κόλπους τοῦ Πατρὸς βρίσκεται, οἱ δὲ προφῆτες ὡς υἱοὶ γνήσιοι τοῦ Ἀβραὰμ στοὺς κόλπους τοῦ Ἀβραὰμ ὅπως πρέπει θὰ κατοικήσουν. Καθὼς λοιπὸν ὁ Πέτρος στὴν ἄγνοιὰ του ἔλεγε αὐτά, «ἰδού, νεφέλη φωτεινὴ τοὺς ἐπισκίασε», διακόπτοντας τοὺς λόγους τοῦ Πέτρου καὶ δείχνοντας ποιά εἶναι ἡ σκηνὴ ποὺ ἁρμόζει στὸν Χριστό. Τί ἦταν ὅμως αὐτὴ ἡ νεφέλη καὶ πῶς, ἐνῶ ἦταν φωτεινή, τοὺς ἐπισκίασε; Μήπως εἶναι αὐτὴ τὸ ἀπρόσιτο φῶς, στὸ ὁποῖο ὁ Θεὸς κατοικεῖ, τὸ φῶς ποὺ ἐνδύεται σὰν ἱμάτιο; Διότι λέει: «αὐτὸς ποὺ καθιστᾶ τὰ σύννεφα ἄμαξά Του» (103, 4) καὶ «ἔθεσε τὸ σκότος περικάλυμμά Του σὰν κυκλικὴ σκηνὴ» (Ψαλμ. 17, 13), ἐνῶ ὁ ἀπόστολος λέει: «εἶναι ὁ μόνος ποὺ ἔχει ἀθανασία καὶ κατοικεῖ σὲ φῶς ἀπρόσιτο» (Α´ Τιμ. 6, 16). Ὣστε τὸ ἴδιο εἶναι ἐδῶ καὶ φῶς καὶ σκότος, ποὺ ἐπισκιάζει ἀπὸ ἀσύγκριτη λαμπρότητα.
Καθολικό Ιεράς Μονής Μεταμόρφωσης Του Σωτήρος
Ζαβορδας Γρεβενών
Ἀλλὰ καὶ αὐτό, ποὺ λίγο πρὶν εἶδαν τὰ μάτια τῶν ἀποστόλων, χαρακτηρίζεται ὡς ἀπρόσιτο ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς θεολόγους. «Σήμερα εἶναι φωτὸς ἀπροσίτου ἄβυσσος. Σήμερα φωτίζει τοὺς ἀποστόλους ἀπεριόριστη ἔκχυση θείας αἴγλης στὸ Θαβώρ». Καὶ ὁ μέγας Διονύσιος ἀποκαλώντας γνόφο τὸ ἀπρόσιτο φῶς, ὅπου λέγεται ὅτι κατοικεῖ ὁ Θεὸς λέει ὅτι «σ᾽ αὐτὸν τὸν γνόφο εἰσέρχεται ὅποιος ἀξιώνεται νὰ γνωρίσει καὶ νὰ δεῖ τὸν Θεό». Ἑπομένως τὸ ἴδιο φῶς ἦταν αὐτὸ ποὺ πρωτύτερα ἔβλεπαν νὰ λάμπει ἀπὸ τὸ πρόσωπο τοῦ Κυρίου οἱ ἀπόστολοι καὶ ἡ φωτεινὴ νεφέλη ποὺ κατόπιν ἐπισκίασε. Ἀλλὰ στὴν ἀρχὴ ἐπειδὴ ἔλαμπε μετριότερα, ἐπέτρεπε τὴν ὅραση. Ὅταν ὅμως διαχύθηκε μὲ πολὺ μεγαλύτερη ἔνταση, ἦταν γι᾽ αὐτοὺς ἀόρατο λόγῳ τῆς ἀσύγκριτης λαμπρότητας. Καὶ ἔτσι ἐπισκίασε τὴν πηγὴ τοῦ θείου καὶ ἀεννάου φωτός, τὸν ἥλιο τῆς δικαιοσύνης Χριστό. Ἄλλωστε, καὶ στὸν αἰσθητὸ ἥλιο τὸ ἴδιο φῶς καὶ τὴν ὅραση παρέχει μέσω τῆς ἀκτίνας καὶ ἀφαιρεῖ πάλι τὴν ὅραση, ὅταν κατάματα τὸν κοιτάξει κανείς, διότι ἡ λαμπρότητά του εἶναι ὑπεράνω τῆς δυνατότητας τῶν ὀφθαλμῶν μας.
Ἀλλ᾽ ὁ μὲν αἰσθητὸς ἥλιος φαίνεται ὅπως εἶναι ἐκ φύσεως καὶ ὄχι ὅπως θέλει, οὔτε μόνο σὲ ὅποιους θέλει. Ὁ δὲ ἥλιος τῆς ἀλήθειας καὶ τῆς δικαιοσύνης Χριστός, ἔχοντας ὄχι μόνο φύση καὶ φυσικὴ λαμπρότητα καὶ δόξα, ἀλλὰ καὶ θέληση ἀνάλογη, φωτίζει προνοητικῶς καὶ σωτήρια μόνο ὅσους θέλει καὶ ὅσο θέλει. Ἔτσι θέλησε καὶ φάνηκε σὰν ἥλιος ἐνώπιον τῶν ἀποστόλων καὶ μάλιστα ὄχι ἀπὸ μεγάλη ἀπόσταση. Ἔπειτα ἔλαμψε πιὸ ἔντονα κατὰ τὴν θέλησή Του καὶ ἀπὸ τὴν ἀσύγκριτη φωτεινότητα ἔγινε ἀόρατος στὰ μάτια τῶν ἀποστόλων, σὰν νὰ εἰσῆλθε σὲ φωτεινὴ νεφέλη. Ἀλλὰ καὶ φωνὴ ἀκούσθηκε ἀπὸ τὴν νεφέλη: «Αὐτὸς εἶναι ὁ Υἱός μου ὁ ἀγαπητός, στὸν ὁποῖον εὐδόκησα, Αὐτὸν νὰ ἀκοῦτε». Ὅταν ὁ Κύριος βαπτίσθηκε στὸν Ἰορδάνη, ἀνοίχθηκαν οἱ οὐρανοὶ καὶ ἡ ἴδια ἀκούσθηκε φωνὴ ἀπὸ τὴν δόξα ἐκείνη ἀσφαλῶς, τὴν ὁποία δόξα καὶ ὁ Στέφανος ἀργότερα ἐνατένισε, ὅταν ἄνοιξαν γι᾽ αὐτὸν οἱ οὐρανοὶ καὶ καταλήφθηκε ἀπὸ τὸν Πνεῦμα τὸ Ἅγιο. Τώρα ἀκούσθηκε ἀπὸ τὴν νεφέλη, ποὺ ἐπισκίασε τὸν Ἰησοῦ. Ἑπομένως εἶναι αὐτὴ ἡ ἴδια ἡ ὑπερουράνια δόξα τοῦ Θεοῦ. Πῶς λοιπὸν εἶναι αἰσθητὸ φῶς τὸ ὑπερουράνιο;
Ι.Μ. Μεγάλου Μετεώρου (Μεταμόρφωσης του Σωτήρος)
Δίδαξε δὲ ἡ ἀπὸ τὴν νεφέλη φωνὴ τοῦ Πατρός, ὅτι ὅλα ἐκεῖνα τὰ πρὸ τῆς ἐλεύσεως τοῦ Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτήρα μας Ἰησου Χριστοῦ, οἱ νομοθεσίες, οἱ υἱοθεσίες, ἦταν ἀτελῆ καὶ δὲν ἔγιναν οὔτε τελέσθηκαν σύμφωνα μὲ προηγούμενο θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ παραχωρήθηκαν γιὰ τὴν μέλλουσα αὐτὴ τοῦ Κυρίου παρουσία καὶ ἐπιφάνεια. Αὐτὸς λοιπὸν εἶναι ἐκεῖνος, στὸν ὁποῖο εὐδοκεῖ καὶ ἀναπαύεται καὶ εὐαρεστεῖται τέλεια ὁ Πατήρ, ὅπως σὲ Υἱὸ ἀγαπητό. Γι᾽ αὐτὸ καὶ παραγγέλλει Αὐτὸν νὰ ἀκοῦμε καὶ σ᾽ Αὐτὸν νὰ πειθαρχοῦμε. Καὶ ὅταν λέει «εἰσέλθετε ἀπὸ τὴν στενὴ πύλη, διότι εἶναι πλατειὰ καὶ ἄνετη ἡ ὁδὸς ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ἀπώλεια, ἐνῶ στενὴ καὶ δύσβατη ἡ ὁδὸς ποὺ ὁδηγεῖ στὴν ζωή», Αὐτὸν νὰ ἀκοῦτε. Κι ὅταν λέει πῶς τὸ φῶς αὐτὸ εἶναι βασιλεία τοῦ Θεοῦ, Αὐτὸν νὰ ἀκοῦτε, σ᾽ Αὐτὸν νὰ πιστεύετε καὶ τέτοιου φωτὸς νὰ καθιστᾶτε ἀξίους τοὺς ἑαυτούς σας.
Ὅταν λοιπὸν φάνηκε ἡ φωτεινὴ νεφέλη καὶ ἤχησε ἀπὸ τὴν νεφέλη ἡ πατρικὴ φωνή, ἔπεσαν, λέει, μὲ τὸ πρόσωπο στὴν γῆ οἱ μαθητές· ὄχι ἐξ αἰτίας τῆς φωνῆς, ἀφοῦ καὶ ἄλλοτε πολλὲς φορὲς ἀκούσθηκε, ὄχι μόνο στὸν Ἰορδάνη ἀλλὰ καὶ στὰ Ἱεροσόλυμα ὅταν πλησίαζε τὸ σωτήριο πάθος. Πράγματι, ὅταν ὁ Κύριος εἶπε «Πάτερ, δόξασε τὸ ὄνομὰ Σου» ἦλθε φωνὴ ἀπὸ τὸν οὐρανό: «Τὸ ὄνομά μου τὸ δόξασα καὶ πάλι θὰ τὸ δοξάσω» (Ἰω. 12, 28), καὶ ὅλος μὲν ὁ ὄχλος ἄκουσε, ἀλλὰ κανεὶς ἀπὸ αὐτοὺς δὲν ἔπεσε. Ἐδῶ ὅμως ὄχι μόνο φωνή, ἀλλὰ καὶ φῶς ἀπεριόριστο συνάμα φάνηκε. Εὐλόγως, λοιπόν, κατάλαβαν οἱ θεοφόροι Πατέρες ὅτι γι᾽ αὐτὸν τὸν λόγο ἔπεσαν πρηνεῖς οἱ μαθητές, ὄχι γιὰ τὴν φωνή, ἀλλὰ γιὰ τὸ παράξενο καὶ ὑπερφυὲς φῶς. Διότι καὶ πρὶν φθάσει ἡ φωνὴ ἦσαν φοβισμένοι, ὅπως λέει ὁ Μᾶρκος, σαφῶς ἀπὸ τὴν θεοφάνεια ἐκείνη.
Ὅμως, ὅταν μὲ ὅλα αὐτὰ ἀποδεικνύεται ὅτι τὸ φῶς ἐκεῖνο εἶναι θεῖο καὶ ὑπερφυὲς καὶ ἄκτιστο, τί παθαίνουν πάλι αὐτοὶ ποὺ ἐπιδίδονται μὲ ὑπερβολικὸ ζῆλο στὴν θύραθεν καὶ σαρκικὴ παιδεία καὶ δὲν μποροῦν νὰ γνωρίσουν τὰ τοῦ Πνεύματος; Κατρακυλοῦν σὲ ἄλλο γκρεμό. Δὲν τὸ ὀνομάζουν θεία δόξα, οὔτε βασιλεία Θεοῦ, οὔτε κάλλος, οὔτε χάρη, οὔτε λαμπρότητα, ὅπως ἀπὸ τὸν Θεὸ καὶ τοὺς θεολόγους διδαχθήκαμε, ἀλλὰ ἰσχυρίζονται ὅτι τοῦτο εἶναι ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ, τὸ ὁποῖο προηγουμένως ἔλεγαν ὅτι εἶναι αἰσθητὸ καὶ κτιστό. Ὁ δὲ Κύριος στὰ εὐαγγέλια λέει πὼς τούτη ἡ δόξα δὲν εἶναι κοινὴ μόνο σ᾽ Αὐτὸν καὶ τὸν Πατέρα, ἀλλὰ καὶ στοὺς ἁγίους ἀγγέλους, καθὼς γράφει ὁ θεῖος Λουκᾶς: «ὅποιος ντραπεῖ νὰ ὁμολογήσει ἐμένα καὶ τὴν διδασκαλία μου στὴν γενεὰ αὐτή, θὰ ντραπεῖ καὶ ὁ Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου γι αὐτόν, ὅταν ἔλθει μέσα στὴν δόξα Του καὶ τὴν δόξα τοῦ Πατρὸς καὶ τῶν ἁγίων ἀγγέλων» (Λουκ. 9, 26). Αὐτοὶ λοιπὸν ποὺ ἰσχυρίζονται πὼς ἡ δόξα αὐτὴ εἶναι οὐσία, θὰ δεχθοῦν ὅτι αὐτὴ εἶναι κοινὴ οὐσία τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἀγγέλων, πρᾶγμα ποὺ ἀποτελεῖ ἐσχάτη ἀσέβεια.
Μάλιστα, ὄχι μόνο οἱ ἄγγελοι, ἀλλὰ καὶ οἱ ἅγιοι μεταξὺ τῶν ἀνθρώπων μετέχουν σ᾽ αὐτὴ τὴν δόξα καὶ βασιλεία. Ἀλλ᾽ ὁ μὲν Πατὴρ καὶ ὁ Υἱὸς μαζὶ μὲ τὸ θεῖο Πνεῦμα ἔχουν φυσικὴ τούτη τὴν δόξα καὶ βασιλεία, οἱ δὲ ἅγιοι ἄγγελοι καὶ ἄνθρωποι τὴν ἀποκτοῦν κατὰ χάρη, δεχόμενοι ἀπὸ ἐκεῖ τὴν ἔλλαμψη. Ἄλλωστε καὶ ὁ Μωϋσῆς καὶ ὁ Ἠλίας, ποὺ ἐμφανίσθηκαν μαζί Του σ᾽ αὐτὴ τὴν δόξα, αὐτὸ ἀκριβῶς μᾶς παρέστησαν. Ὁ δὲ Μωϋσῆς φάνηκε κοινωνὸς τῆς θεϊκῆς δόξας ὄχι μόνο τώρα ἐπάνω στὸ Θαβώρ, ἀλλὰ καὶ τότε ποὺ τὸ πρόσωπό του δοξάσθηκε τόσο, ὥστε νὰ μὴ μποροῦν οἱ Ἰσμαηλῖτες νὰ τὸ ἀντικρύσουν. Τοῦτο δηλώνει καὶ αὐτὸς ποὺ λέει ὅτι ὁ Μωϋσῆς δέχθηκε στὸ θνητὸ πρόσωπό του τὴν ἀθάνατη δόξα τοῦ Πατρός. Καθὼς καὶ ἐκεῖνος πού, ὅταν ὁ Εὐνόμιος χαρακτήριζε ἀμετάδοτη πρὸς τὸν Υἱὸ τὴν δόξα τοῦ Παντοκράτορα, τὸν ἀντέκρουσε λέγοντας ὅτι, δὲν θὰ ἀνεχόμουν τέτοιο λόγο, ἀκόμη κι ἂν ἀναφερόταν στὸν Μωϋσῆ.
Κοινή, λοιπόν, καὶ μία εἶναι ἡ δόξα καὶ ἡ βασιλεία καὶ ἡ λαμπρότητα τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἁγίων Του. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ ψαλμωδὸς προφήτης ψάλλει: «ἡ λαμπρότητα τοῦ Θεοῦ μας θὰ εἶναι ἐπάνω μας» (Ψαλμ. 89, 19). Ἀλλὰ κανεὶς μέχρι τώρα δὲν τόλμησε νὰ πεῖ ὅτι εἶναι μία καὶ κοινὴ ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ καὶ τῶν ἁγίων. Καὶ βέβαια κοινὴ φάνηκε τελευταῖα ἐπάνω στὸ ὄρος ἡ θεία λαμπρότητα τῆς θεότητας τοῦ Λόγου καὶ τῆς ἀνθρώπινης σάρκας. Ὅτι εἶναι ὅμως κοινὴ ἡ οὐσία τῆς θεότητας καὶ τῆς σάρκας, θὰ τὸ ἔλεγαν ὁ Εὐτυχὴς καὶ ὁ Διόσκορος καὶ ὄχι αὐτοὶ ποὺ θέλουν νὰ εἶναι εὐσεβεῖς. Καὶ τὴν μὲν δόξα αὐτὴ καὶ λαμπρότητα, ὅπως καὶ τώρα τὴν εἶδαν οἱ συνοδοιπόροι τοῦ Ἰησοῦ, ὅλοι θὰ τὴν ἀντικρύσουν, ὅταν ὁ Κύριος φανεῖ νὰ λάμπει ἀπὸ ἀνατολὴ ἕως δύση. Κανεὶς ὅμως δὲν στάθηκε στὴν ὑπόσταση καὶ οὐσία τοῦ Θεοῦ καὶ εἶδε ἢ περιέγραψε τὴν θεία φύση. Καὶ τὸ μὲν θεῖο τοῦτο φῶς δίδεται μὲ μέτρο καὶ ἐπιδέχεται τὸ μᾶλλον καὶ ἦττον μεριζόμενο δίχως νὰ διαιρεῖται, κατὰ τὴν ἀξία αὐτῶν ποὺ τὸ δέχονται. Ἡ ἀπόδειξη εἶναι κοντά. Τὸ μὲν πρόσωπο τοῦ Κυρίου ἔλαμψε πιὸ πολὺ ἀπ᾽ τὸν ἥλιο, τὰ δὲ ἱμάτια ἔγιναν λαμπρὰ καὶ λευκὰ σὰν χιόνι. Καὶ ὁ Μωϋσῆς καὶ ὁ Ἠλίας στὴν ἴδια θεάθηκαν δόξα, ἀλλὰ κανεὶς τους δὲν ἄστραψε τότε σὰν ἥλιος. Καὶ οἱ ἴδιοι οἱ μαθητὲς μέρος τοῦ φωτὸς ἐκείνου εἶδαν, μέρος δὲν μπόρεσαν νὰ ἀτενίσουν.
Ἔτσι λοιπὸν μετρεῖται καὶ μερίζεται, δίχως νὰ διαιρεῖται, τὸ φῶς ἐκεῖνο καὶ ἐπιδέχεται αὐξομείωση. Καὶ ἕνα μέρος αὐτοῦ γνωρίζεται τώρα ἕνα μέρος ἀργότερα. Γι᾽ αὐτὸ καὶ ὁ θεῖος Παῦλος λέει: «τώρα κατὰ μέρος γνωρίζουμε καὶ κατὰ μέρος προφητεύουμε» (Α´ Κορ. 13, 9). Ὅμως τελείως ἀμέριστη καὶ ἀκατάληπτη εἶναι ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ καὶ καμμιὰ οὐσία δὲν ἐπιδέχεται αὐξομειώσεις. Κατὰ τὰ ἄλλα, εἶναι γνώρισμα τῶν καταραμένων Μεσσαλιανῶν τὸ νὰ νομίζουν ὅτι ἡ οὐσία τοῦ Θεοῦ γίνεται ὁρατὴ στοὺς κατ᾽ αὐτοὺς ἀξίους. Ἐμεῖς ὅμως ἀνατρέποντας καὶ τοὺς παλαιοὺς καὶ τοὺς σύγχρονους κακοδόξους καὶ πιστεύοντας, καθὼς διδαχθήκαμε, ὅτι οἱ ἅγιοι βλέπουν καὶ κοινωνοῦν ὄχι τὴν οὐσία τοῦ Θεοῦ, ἀλλὰ βασιλεία καὶ δόξα καὶ λαμπρότητα καὶ φῶς ἀπόῤῥητο καὶ θεία χάρη, ἂς ὁδεύσουμε πρὸς τὴν λάμψη τοῦ φωτὸς τῆς χάριτος, γιὰ νὰ γνωρίσουμε καὶ νὰ θεωρήσουμε τρίφωτη Θεότητα, ποὺ ἀκτινοβολεῖ ἑνιαία ἀπόῤῥητη αἴγλη ἀπὸ μία τρισυπόστατη φύση. Καὶ τὰ μάτια τοῦ νοῦ ἂς ἀνυψώσουμε πρὸς τὸν Λόγο, ποὺ εἶναι τώρα μὲ τὸ σῶμα Του ἐγκατεστημένος πάνω ἀπὸ τὶς οὐράνιες ἁψῖδες. Αὐτός, θεοπρεπῶς καθήμενος στὰ δεξιὰ τῆς μεγαλωσύνης, σὰν ἀπὸ μακρυνὸ τόπο μᾶς στέλνει αὐτὸ τὸ μήνυμα: «ὅποιος θέλει νὰ παραστεῖ σ᾽ αὐτὴ τὴν δόξα, ἂς μιμεῖται κατὰ τὸ δυνατὸν καὶ ἂς πορεύεται τὴν ὁδὸ καὶ τὴν πολιτεία, τὴν ὁποία ὑπέδειξα μὲ τὸν ἐπίγειο βίο μου».
Ἂς παρατηροῦμε, λοιπόν, μὲ τοὺς ἐσωτερικοὺς ὀφθαλμοὺς τὸ μέγα τοῦτο θέαμα, τὴν φύση μας νὰ ζεῖ αἰωνίως μὲ τὸ ἄϋλο πῦρ τῆς θεότητος. Καὶ ἀφοῦ ἀποβάλουμε τοὺς δερμάτινους χιτῶνες, τοὺς ὁποίους φορέσαμε ἐξαιτίας τῆς παραβάσεως, τὰ γεώδη καὶ σαρκικὰ φρονήματα, ἂς σταθοῦμε σὲ γῆ ἁγία, ἀναδεικνύοντας ὁ καθένας τὴν δική του γῆ ἁγία διὰ τῆς ἀρετῆς καὶ τῆς ἀνατάσεως πρὸς τὸ Θεό, ὥστε νὰ ἔχουμε παῤῥησία, ὅταν ἔρχεται ὁ Θεὸς μέσα σὲ φῶς, καὶ προστρέχοντας νὰ φωτισθοῦμε καὶ φωτιζόμενοι νὰ ζήσουμε αἰωνίως μαζὶ Του πρὸς δόξα τῆς τρισήλιας καὶ μοναρχικωτάτης λαμπρότητας, τώρα καὶ πάντα καὶ στοὺς αἰῶνες τῶν αἰώνων.

ΛΟΓΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΙΗΣΟΥ ΧΡΙΣΤΟΥ-ΑΓΙΟΥ ΚΥΡΙΛΛΟΥ ΑΛΕΞΑΝΔΡΕΙΑΣ!!

ΟΜΙΛΙΑ ΕΙΣ ΤΗΝ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ (Αγ.Κυρίλλου Αλεξανδρείας)
 Οι καλοί αθλητές ευχαριστιούνται με τα χειρο­κροτήματα των θεατών, και με την προσμονή του επάθλου προπονούνται κι ετοιμάζονται για τη νίκη που τους αξίζει. Το ίδιο κι όσοι επιδιώκουν να πετύχουν την απόλαυση των θείων δωρεών, όσοι ποθούν να συμμετάσχουν στην προορισμένη για τους αγίους αιώνια ζωή· αναλαμβάνουν όλοπρόθυμα τους αγώνες πού συνεπάγεται ή χριστιανική ευσέβεια, και κατορθώνουν να φτάσουν οέ ϋψος αρετής, γιατί αρ­νούνται το δρόμο της καθόλου αποδοτικής οκνηρίας και της άνανδρης δειλίας· αντίθετα, ατρόμητοι κατα­τροπώνουν κάθε πειρασμό, και αδιαφορούν για τους εναντίον τους διωγμούς, και θεωρούν ευτύχημα και πλούτο τους τα παθήματα για το Χριστό. Κι όλα αυτά γιατί ποτέ δεν ξεχνούν τα γραφόμενα του "Αποστόλου Παύλου «ότι ουκ άξια τα παθήματα τον νυν καιρόν προς την μέλλουσα δόξα άποκαλυφθηναι εις ημάς».
 
Ό ίδιος ό Κύριος μας ό Ιησούς Χριστός, άλλωστε, μεταχειρίστηκε μια θαυμαστά προσαρμοσμένη στην ανάγκη μέθοδο για να βοηθήσει τους αγίους Αποστόλους να κατα­λάβουν αυτό το θέμα. Τους είπε: «Ει τις θέλει οπίσω μου ελθειν, απαρνησασοω εαυτόν,και άράτω τον σταυρόν εαυτού, και άκολουθείτω μοι, "Ος γαρ θέλει την ψυχήν αυτού οώσαι, απολέσει αυτήν ός δέ άπολέση την ψυχή αυτού ένεκεν εμού, ευρήσει αυτήν». Ή εντολή αυτή του Χριστού είναι σωτήρια· αρμόζει σε διαλεχτούς, εξασφαλίζει την αιώνια δόξα, κάνει να περιμένει κανείς με λαχτάρα το τέρμα του βίου. Γιατί ή επιλογή του πάθους για χάρη του Χριστού δε μένει χωρίς ανταπόδοση· αντίθετα, έχει ως αποτέλεσμα την απόλαυση της αιώνιας ζωής και δόξας.
Ωστόσο, την εποχή που οι μαθητές δεν είχαν πάρει ακόμη τη δύναμη με την έπιφοίτηση του Άγιου Πνεύ­ματος ήταν φυσικό να διακατέχονται από ανθρώπινη αδυναμία. "Ετσι δε δίστασαν, αφού πέρασε από το νου τους, να ρωτήσουν: Μα πώς είναι δυνατόν ν' αρνηθεί κανείς τον εαυτό του; "Η πώς γίνεται να ξαναβρίσκει κανείς τη ζωή του μια και την χάσει; "Ή ποιο ισοδύ­ναμο βραβείο μπορούν να περιμένουν όσοι υποστούν αυτή την απώλεια της ζωής; και ποιες δωρεές έχουν να εισπράξουν;
Προκειμένου, λοιπόν, ό Χριστός να τους αποσπάσει τη σκέψη άπ' αυτές τις αμφιβολίες, να τους προστατεύσει άπ' το να παγιδευτούν σ' αυτές τις απορίες, και κατά κάποιο τρόπο να τους εμπνεύσει γεν­ναίο φρόνημα, γεννώντας μέσα τους το ζήλο για τη δόξα που θα τους προσφερ­θεί, τους λέει: «Λέγω ύμΐν, είσί τίνες των ώδε έστηκότων, οϊτινες ου μη γεύσονται θάνα­τον, έως αν ίδωσι την βασιλείαν του Θεού»."
Αραγε επρόκειτο να μηκυνθεί τόσο πολύ ή περίο­δος της ζωής τους, ώστε να φτάσουν σε κείνη την εποχή οπόταν, καθώς θα ολοκληρώ­νεται ή προκαθορισμένη πο­ρεία του κόσμου, θα κατέβει από τον ουρανό ό Κύριος για να εγκαθιδρύσει την προορι­σμένη για τους διαλεχτούς βασιλεία; Βέβαια και κάτι τέτοιο θα μπορούσε οπωσδήποτε να πραγματοποιηθεί από το Θεό. Όλα είναι δυνατά σ αυτόν, τίποτε δεν υπάρχει ακατόρθωτο ή αθεράπευτο για τα παντοδύνα­μα κελεύσματα του. Έξαλλου, βασιλεία ονομάζει τη θέα της δόξας, μέσα στην οποία θα εμφανισθεί τότε, όταν θ' αστράψει ή γη με την παρουσία του. Γιατί τότε θα έρθει περιβλημένος τη δόξα του θεού Πατρός και όχι μέσα στην ανθρώπινη ασημαντότητα.
Πώς, λοιπόν, προσφέρει τη θέα αυτού του θαύματος σ' εκείνους που έδωσε την υπόσχεση; Ανεβαίνει στο ορός παίρνοντας μαζί του τρεις άπ' αυτούς, τους πιο διαλε­χτούς· μεταμορφώνεται ακτινοβολώντας μια εξαιρετική λαμπρότητα ταιριαστή μόνο στο Θεό, έτσι πού τα ενδύ­ματα του να φαίνονται διάφανα από το αντιφέγγισμα του φωτός· περιστοιχίζεται από το Μωυσή και τον Ηλία, οι όποιοι κουβεντιάζουν μεταξύ τους για «την έξοδον αυτόν,ην έμελλε πληρούν εν Ιερουσαλήμ», δηλαδή για το μυστήριο της ένσαρκης οικονομίας του Κυρίου, για το πάθος του το σωτήριο, τον τίμιο σταυ­ρό του, εννοώ. "Αλλωστε, είναι αλήθεια πώς ό μωσαϊκός νόμος και οι διακηρύξεις των αγίων προφητών είχαν προαναγγείλει το μυστήριο του Χριστού.
Συγκαλεί, λοιπόν, στο πλευρό του το Μωυσή και τον Ηλία, δυο άνδρες πού διακρίθηκαν στο διαφέντεμα των δικαιωμάτων του Θεού. Γιατί ό Μωυσής ήταν εκείνος πού παρέδωσε το νόμο, και μπορούσαν να αντιληφθούν οι Ιουδαίοι πώς δεν θα παρέβλεπε την, καθώς νόμιζαν, παράβαση του. Κι ό Ηλίας πάλι αγωνίστηκε για την επι­κράτηση της δόξας του Θεού, και δε θα παρίστατο και δε θα υπάκουε σ' έναν άντίθεο πού ονόμαζε τον εαυτό του ισότιμο θεό, χωρίς να είναι αυτό που ισχυριζόταν και χωρίς να του ταιριάζει αυτό πού έκανε.
Είναι και μια άλλη αίτια πού σ' αυτή τη συνάφεια πρέπει να ειπωθεί. Ό Χριστός μεταμορφώθηκε έτσι για να πληροφορηθούν όλοι ότι εξουσιάζει εξίσου τη ζωή και το θάνατο. Γι' αυτό είναι πού φέρνει και το ζωντανό, τον Ηλία, πού ξέρουμε ότι ανελήφθη, και το νεκρό, το Μωυσή. "Αλλωστε, οι δυο άνδρες πού εμφανίστηκαν δεν έμειναν σιωπηλοί, σαν φαντάσμα­τα, αλλά μιλούσαν μεταξύ τους για την ένδοξη πορεία του Χριστού στην Ιερουσαλήμ, δηλαδή για το πάθος, το σταυρικό θάνατο και την ανάσταση του.
Σύμφωνα με την ευαγγελική περιγραφή οι μακάριοι μαθητές, όση ώρα ό Χριστός ήταν αφοσιωμένος στην προσευχή, νύσταξαν καί τους πήρε ό ύπνος - πόση συγκατάβαση στις ανθρώπινες ανάγκες. Ύστερα, όμως, ξύπνησαν και παρακολούθησαν τη σεβάσμια καί παρά­δοξη μεταμόρφωση του Κυρίου. Ό θεσπέσιος Πέτρος νόμισε τότε πώς έφτασε ίσως ή ώρα της επικράτησης της βασιλείας του Θεού, καί εκδηλώνοντας την προτίμηση του για διαμονή πάνω στα βουνά την ώρα της συντέ­λειας του κόσμου, προτείνει, χωρίς να καταλαβαίνει τις συνέπειες, να στηθούν τρεις σκηνές. 'Αλλά δεν είχε φτά­σει ή στιγμή της ολοκλήρωσης του κύκλου των αιώνων, κι ούτε ήταν ή κατάλληλη ώρα να απολαύσουν οι διαλεχτοί τη συμμετοχή τους στην έπαγγελμένη ελπίδα "Αλλωστε ό Παύλος λέει· «'Ός μετασχηματίσει το σώμα της ταπεινώσεως ημών, εις το γενέσθαι αυτό σύμμορφον τω σώματι της δόξης αύτού», δηλαδή του Χριστού. Μια όμως καί ή πορεία του θεϊκού σχεδίου για τη λύτρωση του ανθρώπου βρισκόταν ακόμα στην αρχή της καί καθόλου δεν είχε ολοκληρωθεί, πώς θα ήταν δυνατό ό Χριστός πού ήρθε στη γη εξαιτίας της αγάπης του προς τον κόσμο, να έχει σταματήσει να θέλει να θυσιαστεί για χάρη του; Γιατί έσωσε ολόκληρη την ανθρωπότητα υπο­μένοντας το σαρκικό θάνατο καί παράλληλα καταργών­τας τον με την ανάσταση από τους νεκρούς. Είναι ολοφάνερο, λοιπόν, ότι ό Πέτρος δεν είχε ακριβή συνεί­δηση αυτού πού είπε.
- Εντούτοις, συγχρόνως με την παράδοξη καί απε­ρίγραπτη θέα της δόξης του Χριστού, συνέβη καί κάτι ακόμα, χρήσιμο καί αναγκαίο στην ενίσχυση της πίστης σ' αυτόν, τόσο των μαθητών, όσο και των κατοπινών χριστιανών. Ακούστηκε, δηλαδή, από ψηλά φωνή του Θεού Πατρός να λέει «Ούτος εστίν ό Υίός μου ό αγαπητός, εν ώ ευδόκησα, αύτού άκούετε». Καί καθώς ακουγόταν ή φωνή, λέει ό ευαγγελι­στής, εγκαταλείφθηκε μόνος ό Χριστός.
Πράγματι, όταν ό Θεός-Πατήρ έδωσε σαν μέσα από τα σύννεφα την εντολή στους αγίους Αποστόλους λέγοντας «Αύτού άκούετε», ό Μωυσής ήταν φευγάτος κι ό Ηλίας δεν ήταν, επίσης, έκεί,μόνον ό Χριστός ήταν μπροστά. "Ετσι δεν υπάρχει αμφιβολία ότι τους διέταξε να υπακούσουν σ' αυτόν. "Αλλωστε, ό Χριστός είναι ό σκοπός κι ή ολοκλήρωση του νόμου καί των προφητών. Γι' αυτό ακριβώς είχε βροντοφωνήσει στον Ιουδαϊκό λαό· «Ει έπιστευετε Μωσεί, έπιστευετε αν έμοί περί γαρ εμού εκείνος έγραψεν».
Καί επειδή οι Ιουδαίοι, αδιαφορώντας για την εντολή του πάνσοφου Μωυσή, και αθετώντας το λόγο του Θεού πού τους μεταδόθηκε με τους αγίους προφήτες, έμειναν ως το τέλος προσηλωμένοι στην πλάνη τους, στερήθηκαν μια για πάντα τα αγαθά πού υποσχέθηκε ό Θεός στους προγόνους τους.«Υπακοή γαρ υπέρ θυσίαν αγαθή, και ή έπακρόασις, υπέρ στέαρ άρνών», όπως έχει γραφτεί."Ασχετα όμως με τους Ιουδαίους, έμείς πού απο­δεχτήκαμε ανεπιφύλακτα τη φανέρωση του Θεού, μακάρι με κάθε τρόπο να απολαύσουμε Ολα τα αγαθά πού προξενήθηκαν από τον ερχομό του Χριστού στον κόσμο· δια του οποίου καί μαζί μ' αυτόν ας δοξάζε­ται κι επικρατεί ό Θεός Πατήρ καί το "Αγιον Πνεύμα στους ατέλειωτους αιώνες. 'Αμήν.

ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΓΕΓΟΝΟΤΟΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ!!!

ΘΕΟΛΟΓΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΓΕΓΟΝΟΤΟΣ ΤΗΣ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΕΩΣ
001
Ο Κύριος ημών Ιησούς Χριστός είναι ο Υιός και Λόγος του Θεού, το «απαύγασμα της δόξης και χαρακτήρ της υποστάσεως αυτού, φέρων τε τα πάντα τω ρήματι της δυνάμεως αυτού» (Εβρ.1,3). Ο αιώνιος και άναρχος Θεός, ο «ήν εν αρχή προς τον Θεόν» και «Πάντα δι' αυτού εγένετο, και χωρίς αυτού εγένετο ουδέ εν ο γέγονεν» (Ιωάν.1,2-3).
Αυτός χάριν της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους «σάρξ εγένετο και εσκήνωσεν εν ημίν» (Ιωάν.1,14). Έγινε, συνάμα με τη θεία Του φύση, αληθινός και τέλειος άνθρωπος, δηλαδή Θεάνθρωπος, για να είναι σύμφωνα με τους Πατέρες της Εκκλησίας μας, η σωτηρία μας πραγματική και βεβαία. Ταπείνωσε τόσο πολύ το θεανδρικό Του πρόσωπο, ώστε ήρθε στον κόσμο ως ένας άσημος άνθρωπος. Το ίδιο άσημος έζησε σε ολόκληρη την επί γης ζωή Του. Καταδέχτηκε και βίωσε την ανθρώπινη κακοδαιμονία στο έπακρο.
Όταν άρχισε τον δημόσιο βίο Του κάλεσε με απλότητα τους συνεργάτες Του αποστόλους, για να τον πλαισιώσουν στο έργο της σωτηρίας του κόσμου. Το ίδιο άσημοι υπήρξαν και αυτοί. Όλοι τους ήταν ολιγογράμματοι ψαράδες της Γενησαρέτ. Οι ισχυροί και οι σοφοί του κόσμου ήταν γεμάτοι με έπαρση και άρα ακατάλληλοι να συμβάλλουν στο έργο της σωτηρίας του κόσμου.
Οι μαθητές του Κυρίου δεν ήταν απαλλαγμένοι από την ιδιότυπη εθνικιστική πίστη των υπολοίπων Ιουδαίων για τον Μεσσία. Τον περίμεναν ως έναν εθνικό κραταιό ηγέτη, προικισμένο με υπερφυσικές ιδιότητες, ο οποίος θα ανάσταινε τον ένδοξο θρόνο του Δαβίδ και θα εγκαθιστούσε παγκόσμιο βασίλειο με συγκυβερνήτες τον «περιούσιο λαό»! Αυτό ήταν και το μεγαλύτερο σκάνδαλο του Χριστού απέναντι στο ιουδαϊκό έθνος!
Μέσα στα ιερά Ευαγγέλια έχουμε σαφείς μαρτυρίες και εκδηλώσεις των μαθητών αυτής της περίεργης πίστεως. Τρανταχτό παράδειγμα η περίπτωση των υιών Ζεβεδαίου, οι οποίοι λίγο πριν το πάθος του Ιησού του ζητούσαν πρωτοκαθεδρίες στην μελλοντική βασιλεία Του (Ματθ.20,17-28). Επίσης ακόμα και μετά την ανάσταση το σύνολο των μαθητών «συνελθόντες επηρώτων αυτόν λέγοντες΄ Κύριε, ει εν τω χρόνω τούτω αποκαθιστάνεις την βασιλείαν τω Ισραήλ;» (Πράξ.1,6). Ο Κύριος δεν παρέλειπε σε κάθε περίπτωση να τους δώσει να καταλάβουν ότι σφάλλουν και πως ο ίδιος δεν ήρθε στον κόσμο, να κυριαρχήσει, ούτε να διακονηθεί αλλά «διακονήσαι και δούναι την ψυχή Του λύτρον αντί πολλών» ( Ματθ.20,28).
Το σπουδαιότερο γεγονός, το οποίο ανέτρεψε την λαθεμένη αντίληψη των κορυφαίων μαθητών για το Χριστό και το έργο Του υπήρξε η θεία Μεταμόρφωση. Είναι ασφαλώς μια προσπάθεια να απαγκιστρωθούν, τουλάχιστον οι κορυφαίοι απόστολοι, από τις παχυλές μικροεθνικιστικές αντιλήψεις, να μυηθούν στα μυστήρια του Θεού και να γίνουν μάρτυρες της θείας δόξας. Μόνο χάρη σε αυτή την συγκλονιστική εμπειρία θα μπορούσαν να αντιμετωπίσουν τη μεγάλη δοκιμασία και το σκάνδαλο του σταυρού. Μόνο έτσι δεν θα λύγιζαν μπροστά στο πάθος και τον θάνατο του Χριστού. Μόνο έτσι θα μπορούσαν να πιστέψουν στην ανάσταση του Κυρίου, διότι Εκείνος που μεταμορφώθηκε μπροστά τους και περιβλήθηκε την θεία δόξα θα μπορούσε να αναστηθεί από τους νεκρούς!
Το λαμπρό γεγονός της Μεταμορφώσεως του Κυρίου μας έχει επίσης και άλλες σπουδαίες διδακτικές παραμέτρους. Οι άγιοι Πατέρες της Εκκλησίας μας άντλησαν από αυτό σπουδαίες αλήθειες της χριστιανικής μας πίστεως. Η Ορθόδοξη θεολογία μας έχει αφιερώσει ολόκληρα κεφάλαια στο μεγάλο και θαυμαστό αυτό γεγονός και αντλεί θεμελιώδεις αλήθειες από αυτό.
Η προσωπική μεταμόρφωση του Θεανθρώπου Κυρίου μας, αποτελεί τον προάγγελο και της δικής μας μεταμορφώσεως. Αυτό μας το βεβαιώνει ο αληθής λόγος του Κυρίου μας: «ημείς δε οι πάντες ανακεκαλυμμένω προσώπω την δόξαν Κυρίου κατοπτριζόμενοι την αυτήν εικόνα μεταμορφούμεθα από δόξης εις δόξαν, καθάπερ από Κυρίου Πνεύματος» (Β΄Κορ.3,18). Όλοι οι πιστοί του Χριστού, ως «συμμόρφους της εικόνος» του Θεού» (Ρωμ.8,29), θα μεταμορφωθούμε και εμείς και θα συνδοξασθούμε με Αυτόν. Τόσο μεγάλο είναι το μέγεθος της φιλανθρωπίας του Θεού, Οποίος τόσο πολύ μας αγαπά, ώστε θέλει να μας χαρίσει μέρος της δικής Του δόξας!
Metamorfwsi 04Τα ιερά Ευαγγέλια αναφέρουν πως μαζί με το πρόσωπο Κυρίου μεταμορφώθηκαν και τα ενδύματά Του και έγιναν «στίλβοντα, λευκά λίαν ως χιών, οια γναφεύς επί της γης ου δύναται ούτω λευκάναι» (Μαρκ.9,3). Αυτό σημαίνει πως μαζί με μας τους υιούς του Θεού (Ρωμ.8:14) θα μεταμορφωθεί και ολόκληρη η δημιουργία. Ο απόστολος Παύλος τονίζει σαφέστατα την μελλοντική της μεταμόρφωση. «Και αυτή η κτίσις ελευθερωθήσεται από της δουλείας της φθοράς εις την ελευθερίαν της δόξης των τέκνων του Θεού» (Ρωμ.8,21). Η ιερά Αποκάλυψη, το ευαγγέλιο του τελικού θριάμβου της Εκκλησίας μας, ομιλεί για την εσχατολογική δημιουργία καινούριου ουρανού και καινούριας γης, διότι ο «πρώτος ουρανός και η πρώτη γη απήλθον» (Αποκ.21,1). Η παράδοξη εμφάνιση του Μωυσή και του Ηλία κατά την μεταμόρφωση του Κυρίου επιβεβαιώνει περίτρανα την χριστιανική πίστη στην μετά θάνατον ζωή. Ο Μωυσής είχε ζήσει περισσότερα από χίλια τριακόσια χρόνια πριν από την γέννηση του Κυρίου και ο Ηλίας πάνω από οκτακόσια. Και όμως εμφανίστηκαν ζωντανοί μπροστά στους έντρομους και δύσπιστους μαθητές «συλλαλούντες τω Ιησού» (Μάρκ.9,4). Ο ίδιος ο Κύριος είχε πει πως ο Θεός «ούκ έστιν ο Θεός Θεός νεκρών, αλλά ζώντων» (Ματθ.22,33). Με την ζωοφόρο ανάστασή Του έγινε «πρωτότοκος εκ των νεκρών» (Κολ.1,18, Αποκ.1,5), απαρχή της αναστάσεως όλων των πιστών σε Αυτόν ανθρώπων, καθότι «δει το φθαρτόν τούτο ενδύσασθαι αφθαρσίαν και το θνητόν τούτο ενδύσασθαι αθανασίαν... κατεπόθη ο θάνατος εις νίκος» (Α΄Κορ.15,54).Αυτή είναι η πιο χαροποιός και ελπιδοφόρα πίστη της ανθρωπότητας!
Για την ορθόδοξη πνευματικότητα η Μεταμόρφωση του Κυρίου έχει ιδιάζουσα σημασία. Στα βυζαντινά χρόνια τέθηκε ως πρόκληση από την δυτική αιρετική σχολαστική θεολογία κατά πόσον μπορεί ο άνθρωπος να προσεγγίσει και να βιώσει την θεία δόξα. Οι αιρετικοί δυτικοί υποστήριζαν πως η δόξα και το φως της Μεταμορφώσεως ήταν κτιστό φυσικό φως, μετεωρολογικό φαινόμενο, διότι εντελώς αυθαίρετα ταύτιζαν την ουσία με τις ενέργειες του Θεού. Αντίθετα οι ορθόδοξοι Πατέρες με προεξάρχοντα τον άγιο Γρηγόριο τον Παλαμά (1296-1359) στηριζόμενοι στην αγία Γραφή και την παράδοση της αρχαίας Εκκλησίας έκαμαν την διάκριση μεταξύ ουσίας και ακτίστων ενεργειών του Θεού και αποφάνθηκαν πως το φως και η δόξα της θείας Μεταμορφώσεως ήταν φανέρωση του ακτίστου θείου φωτός και των ακτίστων ενεργειών του Θεού. Ο άνθρωπος μπορεί με την χάρη του Θεού και τον δικό του προσωπικό αγώνα να φτάσει να δει και να γίνει μέτοχος αυτού του ακτίστου φωτός και της δόξας του Θεού και από αυτή τη ζωή. Πρόκειται για το γνωστό πνευματικό κίνημα των Ησυχασμού, το οποίο μεσουράνησε τον 14ο αιώνα και το οποίο συντέλεσε στην αποκρυστάλλωση του ορθοδόξου δόγματος και την ανάπτυξη περαιτέρω της πνευματικότητας.
Για τον ορθόδοξο πιστό ο Θεός είναι «ψηλαφητός» δια των ακτίστων ενεργειών Του, διότι γινόμενος αποδέκτης και μέτοχός των βιώνει οντολογικά την ύπαρξη του Θεού. Δε χρειάζεται λογικές αποδείξεις για την ύπαρξή Του επειδή ο εσωτερικός του κόσμος είναι πλημμυρισμένος από τις άκτιστες θείες ενέργειες, οι οποίες του δημιουργούν μια απίστευτη πνευματική πληρότητα. Του είναι τόσο οικείος ο Θεός, όσο οι φυσικοί συγγενείς του! Μόνο στην ορθόδοξη πρακτική ο Θεός χαρακτηρίζεται ως πατέρας με τη βιβλική και χριστιανική έννοια, απαλλαγμένη από κάθε είδους συμβολισμών και εικόνων. Για τον ορθόδοξο πιστό ο Θεός είναι ο στενός συγγενής του, το δικό του αγαπητό πρόσωπο που μπορεί να το εμπιστευτεί και να του αναθέσει τη ζωή του, χωρίς να αίρεται η από μέρους του η συναίσθηση της υπέρτατης διαφοράς με το Δημιουργό του. Αυτό βεβαιώνεται ξεκάθαρα στο γεγονός της θείας Μεταμορφώσεως. Οι δύο προφήτες και οι τρεις απόστολοι στο θαβώριο όρος μετέχοντες των ακτίστων ενεργειών του μεταμορφωθέντος Κυρίου, αισθάνονταν ιδιαίτερα οικείοι με Εκείνον και ταυτόχρονα αναγνώριζαν τη διαφορετική τους φύση.
Η αιρετική σχολαστική δυτική διδασκαλία περί ταυτίσεως της ουσίας και των ενεργειών του Θεού συσσώρευσε ανυπέρβλητα προβλήματα στις σχέσεις του ανθρώπου με το Θεό. Το φως της θείας Μεταμορφώσεως εκλαμβάνεται ως φυσικό κτιστό φως, όπως κτιστές εκλαμβάνονται και όλες οι ενέργειες του Θεού προς τον κόσμο. Αυτό πρακτικά σημαίνει πως ο άνθρωπος δε μετέχει του Θεού σε καμιά περίπτωση και άρα είναι ολότελα ξένος Αυτού. Η μόνη «μετοχή» του ανθρώπου με το Θεό είναι η δια του νου αναζήτησή Του. Αυτό υπήρξε η αφετηρία όλων των συγχρόνων κακοδοξιών κατά της ορθής πίστεως του Θεού. Οι τερατώδεις παπικές και προτεσταντικές περί Θεού αντιλήψεις δημιούργησαν ένα απίθανο ψηφιδωτό απαράδεκτων νοητικών εικόνων Του. Αυτό όπως είναι γνωστό, οδήγησε στην άρνηση της υπάρξεως του Θεού και ακόμη στη φρικτή δογματική θεώρηση του «θανάτου του Θεού», από τον παράφρονα εκπρόσωπο της ευρωπαϊκής διανόησης Νίτσε!
Metamorfwsi 05Το γεγονός της θείας Μεταμορφώσεως του Κυρίου πρέπει να καταυγάζει την ψυχή μας κάθε στιγμή της ζωής μας. Είναι ανάγκη να συνειδητοποιήσουμε ότι ο φιλάνθρωπος Θεός μας, εξαιτίας της άμετρης αγάπης Του για μας, μας δίνει το ύψιστο δικαίωμα να μετέχουμε και αυτής της ίδιας της δόξας Του, διότι εμείς οι πιστοί χριστιανοί δεν είμαστε οπαδοί θρησκείας, όπως οι οπαδοί άλλων θρησκειών, αλλά υιοθετημένα παιδιά του Θεού, μέτοχοι της θείας μακαριότητάς Του! Αυτή την μεγάλη τιμή δε θα τη συναντήσουμε σε καμιά άλλη πίστη. Γι' αυτό είναι ανάγκη να απαγκιστρωθούμε από τα σκύβαλα του κόσμου (Φιλιπ.3,8), να παραδώσουμε τον εαυτό μας στα χέρια του Θεού και να έχουμε οδηγό στη ζωής μας τον αιώνιο νόμο Του. Τότε το άκτιστο θαβώρειο φως θα καταυγάζει πλέρια την ψυχή μας, καθ' όλη τη διάρκεια της ακανθώδους επί γης πορείας μας και θα μας οδηγεί ασφαλώς στην σωτηρία, στην αιώνια ζωή και στη θέωση!
 

ΛΟΓΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΜΕΤΑΜΟΡΦΩΣΗ ΤΟΥ ΣΩΤΗΡΟΣ-ΑΓΙΟΥ ΛΟΥΚΑ ΑΡΧΙΕΠΙΣΚΟΠΟΥ ΚΡΙΜΑΙΑΣ

Αγίου Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαίας: Λόγος εις την Μεταμόρφωσιν του Σωτήρος
Λόγος εις την Μεταμόρφωσιν του Σωτήρος
Αγίου Λουκά Αρχιεπισκόπου Κριμαίας
Η μεγάλη γιορτή της Μεταμορφώσεως του Κυρίου μας δίνει την αφορμή να θυμηθούμε τα λόγια του Κυ­ρίου μας Ιησού Χριστού:
«Ου πιστεύεις ότι εγώ εν τω πατρί και ο πατήρ εν εμοί εστι; τα ρήματα α εγώ λαλώ υμίν, απ' εμαυτού ου λα­λώ. ο δε πατήρ ο εν εμοί μένων αυτός ποιεί τα έργα. Πι­στεύετέ μοι ότι εγώ εν τω πατρί και ο πατήρ εν εμοί. ει δε μη, διά τα έργα αυτά πιστεύετέ μοι» (Ιωάν. 14, 10-11). Μεγάλα και αμέτρητα ήταν τα θαύματα του Κυρίου μας Ιησού Χριστού: με ένα μόνο λόγο του ανέστησε την κόρη του Ιαείρου, του αρχισυναγώγου, τον γιο της χήρας της Ναΐν, ακόμα και τον Λάζαρο, ο οποίος ήταν στον τάφο τέσσερεις ολόκληρες ημέρες. Με ένα λόγο του μόνο επιτίμησε τους ανέμους και τα κύματα της λίμνης Γεννησαρέτ και έγινε απόλυτη γαλήνη. Με πέντε ψωμιά και δύο ψάρια χόρτασε πέντε χιλιάδες ανθρώπους, χωρίς γυναίκες και παιδιά, και με τέσσερα ψωμιά τέσσερεις χιλιάδες.
Ας θυμηθούμε πως κάθε μέρα θεράπευε τους ασθενείς, γιατρεύοντας κάθε είδους ασθένεια, έδιωχνε τα πονηρά πνεύματα από τους δαιμονιζομένους. Πως ξαναέδινε την όραση στους τυφλούς και την ακοή στους κουφούς με ένα μόνο άγγιγμά του. Δεν φτάνουν αυτά;
Όλα αυτά όμως δεν ήταν αρκετά για τους ανθρώπους οι οποίοι τον ζήλευαν, για τους ανθρώπους για τους οποίους ο μέγας προφήτης Ησαΐας είπε:
«Ακοή ακούσετε και ου συνήτε, και βλέποντες βλέψετε και ου μη ίδητε. επαχύνθη γαρ η καρδία του λαού τούτου, και τοις ωσί βαρέως ήκουσαν, και τους οφθαλμούς αυτών εκάμμυσαν, μήποτε ίδωσι τοις οφθαλμοίς και τοις ωσίν ακούσωσι και τη καρδία συνώσι και επιστρέψωσι, και ιάσομαι αυτούς» (Ματθ. 13, 14-15).
Σε όλα αυτά, τα οποία όμως δεν ήταν αρκετά για τους βαρήκοους ανθρώπους και με τα συσκοτισμένα μάτια, πρόσθεσε ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός το μέγα θαύμα της Μεταμορφώσεώς Του στο όρος Θαβώρ. Σ' αυτόν, που έλαμψε με ένα εκθαμβωτικό θείο φως, εμφανίστηκαν οι προφήτες της Παλαιάς Διαθήκης, ο Μωυσής και ο Ηλίας και προσκύνησαν τον δημιουργό του νόμου. Με φόβο και τρόμο έβλεπαν το θαυμαστό αυτό θέαμα οι εκλεκτοί απόστολοι Πέτρος, Ιάκωβος και Ιωάννης. Και μετά από τη νεφέλη, που τους σκέπασε, ακούστηκε η φωνή του Θεού:
«Ούτος εστιν ο Υιός μου ο αγαπητός, εν ω ευδόκησα. αυτού ακούετε» (Ματθ. 17, 5).
Οι άγιοι απόστολοι κήρυξαν σ' όλο τον κόσμο, ότι ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός είναι «αληθώς, του Πατρός το απαύγασμα».
Ο κόσμος ολόκληρος, όταν το άκουσε, θα έπρεπε να γονατίσει μπροστά στον Κύριο Ιησού Χριστό και να προσκυνήσει τον Αληθινό Υιό του Θεού.
Θα έπρεπε η εμφάνιση στο Θαβώρ των δύο πιο μεγάλων προφητών της Παλαιάς Διαθήκης και η προσκύνηση του Κυρίου Ιησού Χριστού κατά την μεταμόρφωσή του, να κλείσει για πάντα τα βδελυρά χείλη των γραμματέων και των φαρισαίων, οι οποίοι μισούσαν τον Κύριο Ιησού και τον θεωρούσαν παραβάτη του νόμου του Μωυσή. Αλλά και μέχρι σήμερα δεν πιστεύουν οι Εβραίοι ότι Αυτός είναι ο Μεσσίας.
Όχι μόνο οι Εβραίοι δεν τον πιστεύουν, αλλά και για πολλούς χριστιανούς όλο και περισσότερο θαμπώνει το θείο φως του Κυρίου μας Ιησού Χριστού. Ακόμα μικρότερο γίνεται το μικρό ποίμνιο του Χριστού για το οποίο το θείο φως του Χριστού λάμπει με την ίδια δύναμη με την οποίαν έλαμψε στους αποστόλους Πέτρο, Ιάκωβο και Ιωάννη τότε στο όρος Θαβώρ.
Όμως να μην απελπιζόμαστε, επειδή ο Κύριός μας Ιησούς Χριστός είπε:
«Μη φοβού το μικρόν ποίμνιον. ότι ευδόκησεν ο πατήρ υμών δούναι υμίν την βασιλείαν» (Λκ. 12, 32).
Η απιστία μεταξύ των λαών έλαβε ανησυχητικές διαστάσεις και το φως του Χριστού επισκιάστηκε από το σκοτεινό νέφος της αθεΐας. Σήμερα πιο συχνά από ποτέ ενθυμούμαστε το φοβερό λόγο του Χριστού:
«Πλην ο Υιός του ανθρώπου ελθών άρα ευρήσει την πίστιν επί της γης;» (Λκ. 18, 8).
Να μην απελπιζόμαστε όμως, επειδή Εκείνος, λέγοντας για τα σημεία της δευτέρας παρουσίας του, είπε:
«Αρχομένων δε τούτων γίνεσθαι ανακύψατε και επάρατε τας κεφάλας υμών, διότι εγγίζει η απολύτρωσις υ­μών» (Λκ. 21, 28).
Να είναι, λοιπόν, η ζωή σας τέτοια ώστε την φοβερή ημέρα της Κρίσεως να μπορέσουμε να σηκώσουμε το κεφάλι μας και όχι να το σκύψουμε βαθειά απελπισμένοι. Αμήν.