Δευτέρα 27 Ιανουαρίου 2020

ΟΣΙΟΣ ΕΦΡΑΙΜ Ο ΣΥΡΟΣ''Η ΑΓΝΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟΠΟΣ ΦΥΛΑΚΗΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ

Η ΑΓΝΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΟΠΟΣ ΦΥΛΑΚΗΣ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ!
Δεν υπάρχει χειρότερο δέσιμο από την τύφλωση που προξενείται από την αμαρτία , ούτε χειρότερη αλυσίδα από την βλάβη της όρασης , διότι η ψυχή βρίσκεται στο σκοτάδι της αμαρτίας και έχει φυλακισθεί δεμένη με αλυσίδα .Καθώς βρίσκεται μέσα σε σκοτεινή φυλακή , αγνοεί ότι βαδίζει μέσα σε άγνοια .Είπε και σε άλλο σημείο ο ψαλμός :<<Δεν γνωρίζουν , ούτε αντιλαμβάνονται .Βαδίζουν μέσα στο σκοτάδι>>.(Ψαλμ.81,5)

Διότι η άγνοια είναι τόπος φυλακής, που εύκολα βάζει στα δεσμά την ψυχή .Και ο Απόστολος Παύλος έχει πει ,ότι ο Θεός μας μετέφερε από την εξουσία του σκότους στη βασιλεία του Υιού του.(Κολ.1,13).Διότι η ανθρωπότητα ήταν κλεισμένη σαν μέσα σε σκοτάδι εξαιτίας της άγνοιας του Θεού. Έλουζε με δάκρια το κρεββάτι του ο Δαβίδ που στέναξε. Ο ίδιος άλλωστε είπε :<<Κοπίασα με τον στεναγμό μου>>. (Ψαλμ.6,7).Κόπος μάλιστα του στεναγμού το πλήθος των δακρύων , κόπος του στεναγμού είναι ο πόνος της καρδιάς .Λοιπόν έδειξε ότι και τα δάκρυα πληθαίνουν καθώς προχωρούν οι στεναγμοί. Διότι όταν δει ο αντίπαλος ότι νικιέται , υπαγορεύοντας την απελπισία σ ’εκείνους που ασεβούν , βάζει κρυφά σε ενέργεια άλλον τρόπο . Παρακινεί με κολακείες να παραμείνουν στα πάθη , και τους κατευθύνει στις πιο αισχρές πράξεις .Πάλι όμως η μετάνοια εναντιώνεται σ ‘ αυτόν και εξαφανίζοντας την κολακεία από την συνείδηση .Κεντρίζει την συνείδηση , χτυπά τον λογισμό ,για να ξυπνήσει την ψυχή που κοιμάται .Διότι η κολακεία ταράζει την συνείδηση, γίνεται νέφος εναντίον της , και στέκεται εμπόδιο στην προσέλευση της στον Θεό.
Πηγή: Έργα του Όσιου Εφραίμ του Σύρου
Επιμέλεια :Γιώτα .Α.Παμπάλου
Για το www.agioritikovima.gr   

ΑΓΙΟΥ ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ-''ΕΜΟΙ ΤΟ ΖΗΝ ΧΡΙΣΤΟΣ,ΚΑΙ ΤΟ ΑΠΟΘΑΝΕΙΝ ΚΕΡΔΟΣ'''

Ἐμοὶ τὸ ζῇν Χριστὸς, καὶ τὸ ἀποθανεῖν κέρδος



Πολλὰ τὰ κύματα καὶ χαλεπὸν τὸ κλυδώνιον· ἀλλ' οὐ δεδοίκαμεν, μὴ καταποντισθῶμεν· ἐπὶ γὰρ τῆς πέτρας ἑστήκαμεν. Μαινέσθω ἡ θάλασσα, πέτραν διαλῦσαι οὐ δύναται· ἐγειρέσθω τὰ κύματα, τοῦ Ἰησοῦ τὸ πλοῖον καταποντίσαι οὐκ ἰσχύει. Τί δεδοίκαμεν, εἰπέ μοι; Τὸν θάνατον; Ἐμοὶ τὸ ζῇν Χριστὸς, καὶ τὸ ἀποθανεῖν κέρδος. Ἀλλ' ἐξορίαν, εἰπέ μοι; Τοῦ Κυρίου ἡ γῆ, καὶ τὸ πλήρωμα αὐτῆς. Ἀλλὰ χρημάτων δήμευσιν; Οὐδὲν εἰσηνέγκαμεν εἰς τὸν κόσμον, δῆλον ὅτι οὐδὲν ἐξενεγκεῖν δυνάμεθα· καὶ τὰ φοβερὰ τοῦ κόσμου ἐμοὶ εὐκαταφρόνητα, καὶ τὰ χρηστὰ καταγέλαστα. Οὐ πενίαν δέδοικα, οὐ πλοῦτον ἐπιθυμῶ· οὐ θάνατον φοβοῦμαι, οὐ ζῆσαι εὔχομαι, εἰ μὴ διὰ τὴν ὑμετέραν προκοπήν. ∆ιὸ καὶ τὰ νῦν ὑπομιμνήσκω, καὶ παρακαλῶ τὴν ὑμετέραν θαῤῥεῖν ἀγάπην.
Ἁγίου    ΙΩΑΝΝΟΥ   ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

ΟΛΑ ΑΡΧΙΖΟΥΝ ΕΔΩ[ΑΓΙΟΥ ΙΟΥΣΤΙΝΟΥ ΠΟΠΟΒΙΤΣ]!!

Ὅλα ἀρχίζουν ἐδῶ


Κάθε λογισμὸς καὶ κάθε αἴσθηση ὁδηγοῦν σταδιακὰ τὴν ψυχὴ εἴτε πρὸς τὸν παράδεισο εἴτε πρὸς τὴν κόλαση.
Ἄν ὁ λογισμὸς εἶναι ἔλλογος, τότε συνδέει τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸν Θεὸ Λόγο, μὲ τὸν ὕψιστο Λογισμό, μὲ τὴν Παναξία, πρᾶγμα ποὺ εἶναι ἤδη ὁ παράδεισος.
παράδεισος
Ἐάν πάλι εἶναι ἄλογος ὁ λογισμὸς ἤ καὶ παράλογος, τότε συνδέει ἀναπόφευκτα τὸν ἄνθρωπο μὲ τὸν Παράλογο, τὸν Ἀνόητο, μὲ τὸν διάβολο, πρᾶγμα ποὺ εἶναι ἤδη ἡ κόλαση.
Ὅσα ἰσχύουν γιὰ τὸν λογισμὸ, ἰσχύουν καὶ γιὰ τις αἰσθήσεις. Ὅλα ἀρχίζουν ἐδῶ, ἀπὸ τὴν γῆ: καὶ ὁ παράδεισος μὰ καὶ ἡ κόλαση τοῦ ἀνθρώπου.
Ἰουστῖνος Πόποβιτς

ΙΩΑΝΝΟΥ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ

Ἐγὼ πατὴρ, ἐγὼ ἀδελφὸς, ἐγὼ νυμφίος, ἐγὼ οἰκία, ἐγὼ τροφὴ, ἐγὼ ἱμάτιον, ἐγὼ ῥίζα, ἐγὼ θεμέλιος, πᾶν ὅπερ ἂν θέλῃς ἐγώ· μηδενὸς ἐν χρείᾳ καταστῇς. Ἐγὼ καὶ δουλεύσω· ἦλθον γὰρ διακονῆσαι, οὐ διακονηθῆναι. Ἐγὼ καὶ φίλος, καὶ μέλος, καὶ κεφαλὴ, καὶ ἀδελφὸς, καὶ ἀδελφὴ, καὶ μήτηρ, πάντα ἐγώ· μόνον οἰκείως ἔχε πρὸς ἐμέ. Ἐγὼ πένης διὰ σέ· καὶ ἀλήτης διὰ σέ· ἐπὶ σταυροῦ διὰ σὲ, ἐπὶ τάφου διὰ σέ· ἄνω ὑπὲρ σοῦ ἐντυγχάνω τῷ Πατρὶ, κάτω ὑπὲρ σοῦ πρεσβευτὴς παραγέγονα παρὰ τοῦ Πατρός. Πάντα μοι σὺ, καὶ ἀδελφὸς, καὶ συγκληρονόμος, καὶ φίλος, καὶ μέλος. Τί πλέον θέλεις; τί τὸν φιλοῦντα ἀποστρέφῃ; τί τῷ κόσμῳ κάμνεις; τί εἰς πίθον ἀντλεῖς τετρημένον; 

Η ΥΠΑΚΟΗ!!

1. Είπε ο αββάς Αντώνιος:
"Η υπακοή που συνοδεύεται με την εγκράτεια υποτάσσει θηρία".
9. Έλεγαν για τον αββά Σιλουανό ότι είχε έναν μαθητή, πού τον έλεγαν Μάρκο. Αυτός είχε μεγάλη υπακοή και ήταν καλλιγράφος. Ο Γέροντας τον αγαπούσε ιδιαίτερα για την υπακοή του. Είχε και άλλους ένδεκα μαθητές, οι οποίοι στενοχωρούνταν, γιατί αυτόν τον αγαπούσε παραπάνω απ΄αυτούς.
Το έμαθαν οι Γέροντες και λυπήθηκαν. Πήγαν λοιπόν κάποια μέρα και άρχισαν να τον ελέγχουν. Τους πήρε μαζί του, βγήκαν έξω και κτύπησε ένα ένα τα κελιά λέγοντας:
- "Αδελφέ τάδε, έλα, γιατί σε χρειάζομαι".
Αλλά κανείς απ΄αυτούς δεν τον ακολούθησε αμέσως. Πήγε και στο κελί του Μάρκου και κτύπησε λέγοντας:
- "Μάρκε".
Εκείνος μόλις άκουσε τη φωνή του Γέροντα, αμέσως πήδησε έξω, και τον έστειλε σε διακονία. Λέει τότε στους Γέροντες:
- "Πού είναι οι άλλοι αδελφοί, Πατέρες;"
Μπήκε κατόπιν στο κελί του αδελφού να δει την καλλιγραφία πού έκανε, και παρατήρησε ότι είχε ξεκινήσει να κάνει το όμικρον αλλά μόλις άκουσε τον Γέροντα, δεν έστριψε την πέννα να το ολοκληρώσει. Του είπαν τότε οι Γέροντες:
- "Πράγματι, αυτόν που εσύ αγαπάς, αββά, αυτόν και εμείς αγαπούμε, γιατί και ο Θεός τον αγαπά".
13. Είπε ο αββάς Μιώς ότι η αληθινή υπακοή έχει αντάλλαγμα την υπακοή.
Όταν κανείς υπακούει στον Θεό, τον ακούει και ο Θεός.
14. Ο αββάς Μωυσής είπε σ΄έναν αδελφό:
"Ας αποκτήσουμε την υπακοή, η οποία γεννάει την ταπείνωση, την υπομονή, τη μακροθυμία, την κατάνυξη, την αγάπη προς τους αδελφούς και προς όλους τους ανθρώπους, και αυτά είναι τα πολεμικά μας όπλα".
15. Είπε επίσης:
"Εμπρός, αδελφέ, για την αληθινή υπακοή.
  • Σ΄αυτήν υπάρχει ταπείνωση,
  • σ΄αυτήν υπάρχει δύναμη,
  • σ΄αυτήν υπάρχει χαρά,
  • σ΄αυτήν υπάρχει υπομονή,
  • σ΄αυτήν υπάρχει μακροθυμία,
  • σ΄αυτήν υπάρχει η φιλαδελφία,
  • σ΄αυτήν υπάρχει κατάνυξη,
  • σ΄αυτήν υπάρχει αγάπη.
Γιατί αυτός που έχει καλή υπακοή, ήδη έχει εφαρμόσει όλες τις εντολές του Θεού".
16. Είπε πάλι:
"Μοναχός νηστευτής πού είναι υποτακτικός σε πνευματικό πατέρα, αλλά δεν έχει υπακοή και ταπείνωση, αυτός ο μοναχός δεν θα αποκτήσει καμιά αρετή, αλλ΄ούτε και ξέρει τι θα πεί μοναχός".
24. Είπε η αμμάς Συγκλητική:
"Εφόσον είμαστε σε κοινόβιο, το προβάδισμα το δίνουμε στην υπακοή μάλλον και όχι στην άσκηση. Γιατί αυτή κατευθύνει στην υπερηφάνεια, ενώ η υπακοή στην ταπεινοφροσύνη".
25. Είπε επίσης:
"Πρέπει με διάκριση να διευθετούμε τα πράγματα της ψυχής. Έτσι, μένοντας σε κοινόβιο μην επιδιώκουμε ό,τι αρέσει σε μας, ούτε να υπηρετούμε τη δική μας γνώμη, αλλά να πειθαρχούμε στον πνευματικό μας πατέρα πού του εμπιστευθήκαμε. Παραδώσαμε τον εαυτό μας σε εξορία, δηλαδή αποξενωθήκαμε από τις κοσμικές φροντίδες. Απ΄ό,τι αποξενωθήκαμε, μην αναζητούμε τα ίδια. Εκεί είχαμε δόξα, εδώ ατιμία, εκεί αφθονία τροφών, εδώ και του ψωμιού ακόμη τη στέρηση".
26. Είπε ο αββάς Υπερέχιος:
"Θησαυρός μεγάλης αξίας είναι η υπακοή του μοναχού. Αυτός που την έχει θα εισακουσθεί από τον Θεό και θαρρετά θα σταθεί δίπλα στον Εσταυρωμένο. Γιατί ο Εσταυρωμένος Κύριος υπήκουσε μέχρι θανάτου".
30. Έλεγαν οι Γέροντες ότι εάν κάποιος έχει εμπιστοσύνη σ΄έναν πνευματικό πατέρα και παραδίνει τον εαυτόν του σ΄αυτόν διά της υπακοής, δεν έχει ανάγκη να ΄ναι στραμμένη η προσοχή του στις εντολές του Θεού, αλλά στον πατέρα του να καταθέτει τα θελήματά του και δεν θα τον κατηγορήσει ο Θεός. Γιατί τίποτε δεν ζητάει ο Θεός τόσο από τους αρχαρίους, όσο τον μεγάλο κόπο της υπακοής.
35. Είπε Γέροντας:
"Αδελφοί, από τα πρώτα που είπε ο Σωτήρας στους μαθητές του ήταν ότι θα έχετε θλίψη και στενοχώρια. Και εκείνος που αποφεύγει την αρχή, χάνει τη γνώση του Θεού. Όπως ακριβώς στα παιδιά προσφέρονται τα γράμματα και είναι η αρχή της μόρφωσης, ώστε να αποκτήσουν και την γνώση, έτσι και ο μοναχός μένοντας υπάκουος μέσα σε κόπους και σε θλίψεις, γίνεται συγκληρονόμος Χριστού και υιός του Θεού.
36. Είπε Γέροντας:
"Αυτά ζητάει ο Θεός από τους χριστιανούς: Να υπακούει ο χριστιανός στις άγιες Γραφές, αυτά που λέγονται να τα εφαρμόζει και να πειθαρχεί στους ορθόδοξους ποιμένες και Πατέρες".
38. Κάποιος αδελφός πού ήταν υποταγμένος, έτσι όπως ο Θεός θέλει, σε πνευματικό και άγιο Γέροντα, του είπε μια μέρα:
"Πάτερ, επειδή η αγία Γραφή λέει ότι περνώντας μέσα από πολλές θλίψεις θα εισέλθουμε στη Βασιλεία των Ουρανών, και βλέπω ότι εγώ δεν έχω καμιά θλίψη, τι πρέπει να κάνω, μην τυχόν χάσω την ψυχή μου;"
Ο Γέροντας τα άκουσε και του λέει:
"Να μην στενοχωριέσαι καθόλου, εσύ δεν έχεις ευθύνη. Καθένας, πού βάζει τον εαυτό του σε υπακοή στους Πατέρες, αυτή την αμεριμνία και την ανάπαυση εξασφαλίζει".

Σάββατο 25 Ιανουαρίου 2020

ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗΝ ΣΤΕΝΗ ΠΥΛΗ ΤΩΝ ΠΕΙΡΑΣΜΩΝ ΕΙΣΕΡΧΟΜΑΣΤΕ ΣΤΗΝ ΒΑΣΙΛΕΙΑ ΤΩΝ ΟΥΡΑΝΩΝ!!!

 "Δεν είναι δυνατόν να μπουν οι πιστοί στην βασιλεία των ουρανών με άλλο τρόπο, παρά μόνο μέσα από την στενή πύλη των πειρασμών και των θλίψεων. Και όσο πιο γρήγορα το καταλάβει αυτό ο άνθρωπος, τόσο πιο ανώδυνα θα επιβιώσει.
Ψεύτικος είναι τούτος δα ο κόσμος. Ψεύτικος και εικονικός. Σε ρουφάει σαν μαύρη τρύπα, σε κάνει να ξεχνάς που ανήκεις και γιατί δημιουργήθηκες. Χάνεις τον προσανατολισμό σου άνθρωπε μου, και τα βάζεις με Αυτόν που σε επαναφέρει στον χαμένο σου δρόμο.
Πίσω από τον πόνο και τις κακουχίες, κρύβεται τεράστια ευλογια άνθρωπε μου. Ο υπέρμετρος σου όμως εγωισμός, δεν σ'αφήνει να την δεις.
Γιατί τόσο εγωισμό άνθρωπε μου; Πηλός είσαι και τίποτα σε τούτο τον κόσμο δεν σου ανήκει. Όλα δανεικά τα πήρες. Γιατί τόσος πόνος τώρα που καλείσαι να τα επιστρέψεις; Δεν ξέρεις άνθρωπε μου πως τα δανεικά επιστρέφονται;
Δεν γίνεται να ζεις ανθρώπινα και να επιδιώκεις τα αθάνατα. Δεν γίνεται να ξεδιψάσεις με θαλασσινό νερό. Δεν γίνεται να ζεις ευτυχισμένος, από την στιγμή που ζεις στην εξορία, μακριά από τον Πατέρα σου. Δεν πλάστηκες για τα γίηνα , αλλά για τα ουράνια και όσο σωστά και αν ζεις στην γη, ο πόνος της εξορίας πάντα θα σε ακολουθεί. Το ξέρω άνθρωπε μου, πως δεν ευθύνεσαι εσύ προσωπικά για την πτώση των πρωτόπλαστων, και αυτό το γνωρίζει και ο Θεός! Όχι μόνο το γνωρίζει, αλλά και μεριμνά καθημερινά, ώστε να ξαναεπιστρέψεις εκεί που ανήκεις. Ο παράδεισος είναι εκεί άνθρωπε μου και σε περιμένει. Θέλει όμως σκληρό αγώνα και αυτοθυσία! Γιατί σε αντίθεση με τότε , αυτός τώρα δεν χαρίζεται άνθρωπε μου , αλλά κερδίζεται!
Πως προσπαθείς άνθρωπε μου να πείσεις τον Θεό πως άδικα εκδιώχθηκες από τον παράδεισο, όταν ακόμη και τώρα, μετά από τόσες χιλιάδες χρόνια, εξακολουθείς να ακούς τον όφι και να πράττεις τα δικά του έργα. Δεν ανήκουν άνθρωπε μου όλα αυτά στα παλιά τα χρόνια. Δεν είναι μία παλιά ιστορία των αγίων βιβλίων. Στο ίδιο έργο θεατές είμαστε ακόμη. Δεν μαθαίνεις άνθρωπε μου, δεν μαθαίνεις! Γι'αυτό και τώρα έχει κλειδί ο παράδεισος!
Ο Θεός όμως δεν άλλαξε. Δίκαιος είναι ακόμη. Γι'αυτό και το ίδιο κλειδί θα πάρουν όλοι. Δεν θα ταιριάζει όμως όλων στην κλειδαριά. Πρέπει να σκαλιστεί σωστά άνθρωπε μου το κλειδί. Να πάρει το κατάλληλο σχήμα και μέγεθος. Πρέπει να αφαιρεθούν κομμάτια από αυτό. Και κάθε φορά που θα αφαιρείται ένα κομμάτι, εσύ θα πονάς.
Πρέπει να σκαλιστεί άνθρωπε μου το κλειδί, αλλιώς δεν θα ταιριάζει. Πρέπει να πονέσεις άνθρωπε μου, αλλιώς δεν θα εισέλθεις... "
+Γέροντας Εφραίμ Φιλοθεΐτης

ΟΙ ΓΟΝΕΙΣ ΚΑΙ Η ΑΝΑΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ!![ΜΟΝΑΧΟΣ ΜΩΥΣΗΣ ΑΓΙΟΡΕΙΤΗΣ]!!

Οι γονείς και η ανατροφή των παιδιών (Μοναχός Μωυσής Αγιορείτης)

theologia
Ευχαριστώ για την ευγενή πρόσκληση προς την ταπεινότητά μου. Ίσως σκε­φθεί κάποιος δικαιολογημένα τι έχει να πει ένας απομακρυσμένος Αγιορείτης μοναχός για την οικογένεια, για τους γονείς και την ανατροφή των τέκνων τους; Ο μοναχός δεν είναι ανέραστος, μισόκοσμος κι απομονωμένος. Ο μοναχός είναι ευχέτης υπέρ όλης της οικουμένης. Πάντοτε η Εκκλησία ήθελε ν’ ακούει τους μοναχούς. Στην ιερά ησυχία σοφίζεται, φωτίζεται, αγωνιζόμενος και καθαιρόμενος. Παρατηρεί λοιπόν τους ασκη­τές να μηνύουν στον άστατο κόσμο το «στώμεν καλώς, στώμεν μετά φόβου». Η μεγάλη τρυφή του κόσμου, η υπερκαταναλωτική κοινωνία, η ευδαιμονία, η ευμάρεια δεν είναι διόλου θετικά στοιχεία για την ανάπτυξη της πνευματικής ζωής. Το Αγιον Όρος ανησυχεί για την κατιούσα πορεία του κόσμου. Για τις ανίερες ιδέες που ακούγονται πρώτη φορά στον νεοελληνικό βίο, για συμβίωση μόνιμη και νόμιμη αγάμων ακόμη κι ομοφυλοφίλων, για την έξαρση της μοιχείας, την αύξηση των διαζυγίων. Καθημερινά έρχονται θλιμμένοι και προβληματισμένοι άνθρωποι στο Αγιον Όρος, πνιγμένοι στ’ αδιέξοδα από μια ανοημάτιστη ζωή κι ένα λανθασμένο τρόπο βίου. Ιδιαίτερα μας προβληματίζει η αδιαφορία των νέων, με τα πολλά ψυχικά τραύματα. Ταπεινά φρονούμε πως ένα τελευταίο ακόμη οχυρό είναι η οικογένεια, παρά τα όποια προβλήματά της.
Την οικογένεια αποτελούν οι γονείς και τα παι­διά. Περί αυτών απλά και πρακτικά θα μιλήσουμε με πόνο και αγάπη, όχι ως δάσκαλοι αλλά ως συμπαθούντες αδελφοί. Το πνεύμα του κόσμου έφερε μέσα στην οικογένεια ταραχή, αποσύνδεση, εν ονόματι της ελευθερίας και των δικαιωμάτων, ρήξη και διαμάχη. Η αντιλογία, η γκρίνεια, ο καυγάς, η απειλή, η ψυχρότητα σκιάζουν πολλά σπίτια. Απουσιάζει η αλληλοπεριχώρηση, η αλληλοκατανόηση και ο αλληλοσεβασμός. Η εκκλησιαστική ζωή μόνο θα μας επαναφέρει στην ευθεία. Τότε είναι περιττές όποιες άλλες γνώμες, νουθεσίες και συμβουλές. Η απεκκλησιοποίησή μας θέριεψε το εγώ μας και μας θέλει κυρίαρχους και εξουσιαστές των πάντων, ακόμη και των πολύ δικών μας ανθρώπων, των συζύγων, των παιδιών. Όταν λέμε εκκλησιαστική ζωή δεν θεωρούμε μια γενικά καλή αντίληψη για την εκκλησία, μια πίστη σε ένα ανώτατο ον, μια ευχάριστη ιδεολογία. Η ζωή της Εκκλησίας είναι συγκεκριμένη, με ορθή πίστη στο ζώντα Τριαδικό Θεό, λατρευτική ζωή, αγωνιστική πορεία καθάρσεως και αγιασμού. Οι γονείς αξίζει από μικρά να οδηγούν τα παιδιά τους τακτικά στην Εκκλησία. Να συνηθίζουν, να λειτουργούνται, να ασπάζονται τις εικόνες, να κάνουν σωστά το σταυρό τους, να κοινωνούν των αχράντων μυστηρίων. Ας είναι ζωηρά και άτακτα, ας κλαίνε, δεν πειράζει, μαθαίνουν, μυρίζουν τα ρούχα τους λιβάνι, ευλογούνται, αγιάζονται. Με μεγάλη μου λύπη είδα σε ορθόδοξους ναούς στην Αμερική, την ώρα της θείας Λειτουργίας να είναι στο υπόγειο τα παιδάκια με την νηπιαγωγό, για να μην ενοχλούν στο ναό τους προσευχόμενους… Είναι απαραίτητο από μικρά τα παιδιά να μάθουν τον τακτικό εκκλησιασμό. Ας μη καταλαβαίνουν, η χάρη ενεργεί πλούσια εντός τους. Με το «δι’ ευχών» δεν τελειώνει η θεία Λει­τουργία και τα «θρησκευτικά μας καθήκοντα». Χριστιανοί δεν είμαστε μόνο στην εκκλησία. Η εκκλησία θα πρέπει να επεκταθεί στο σπίτι μας. Να υπάρχει εκεί το προσευχητάρι, όχι μόνο για τις δύσκολες ώρες, αλλά καθημερινά. Εκεί ν’ αρχίζει και να τελειώνει η ημέρα. Μακάρι να είναι όλη μαζί η οικογένεια. Αν είναι δύσκολο κι ένας ένας. Τι ωραίο να συνδεθεί κανείς από μικρός με την προσευχή. Δεν θάχει ποτέ μοναξιά. Θάχει ανοικτό μόνιμο δίαυλο με τον Θεό. Αν κανείς παραπονείται από έλλειψη χρόνου, μπορεί να προσεύχεται και στον δρόμο, και στο αυτοκίνητο και στο γραφείο. Δεν χρειάζονται βιβλία και γνώ­σεις· κι ένα «Κύριε ελέησον» εγκάρδιο, είναι ωραία προσευχή. Αρκεί να λέγεται με συναίσθη­ση, με ταπείνωση. Οι μητέρες, οι νοικοκυρές, οι δασκάλες, οι νοσοκόμες, όλες οι γυναίκες, οι άνδρες, στα κτήματα, στις οικοδομές, στις τρά­πεζες, στα ταξίδια· τα παιδιά και στο παιχνίδι και στο σχολείο και στο δωμάτιό τους μπορούν να λένε μία μικρή προσευχή μόνο πέντε μικρών λέξεων: «Κύριε Ιησού Χριστέ ελέησόν με!» Να μάθει κανείς από νωρίς να κάνει τον σταυρό του, που ξυπνά, που κοιμάται, που ξεκινά κι επιστρέφει στο σπίτι, που αρχίζει και τελειώνει το φαγητό του ή την εργασία του, που πιάνει το τιμόνι ή το μολύβι. Τι ωραίο να ζητάμε πάντα τη βοήθεια του Θεού για όλα. Και θα την έχουμε. Γι’ αυτό υπάρχει, για να δίνει σε αυτούς που του ζητούν, για ν’ ανοίγει σε αυτούς που του κρούουν, για ν’ ακούει αυτούς που τον επικαλούνται. Εμπνευστής, χειραγωγός, συνδετικός κρίκος της οικογένειας είναι ένας καλός κι έμπειρος πνευματικός πατέρας. Καλό είναι να είναι ένας για όλα τα μέλη της οικογένειας. Όταν όμως για διάφορους λόγους δεν γίνεται, δεν πειράζει πολύ. Σημασία έχει να υπάρχει πνευματικός κι ας μην είναι κοινός, ώστε να δίνει κοινή γραμμή πλεύσε­ως. Καλό επίσης είναι από μικρά και τα παιδιά -από τότε που καταλαβαίνουν- να μάθουν την εξομολόγηση. Ούτε να τα ξεθαρρεύουμε ούτε και να τα φοβίζουμε γι’ αυτό. Φυσιολογικά, απλά, ειρηνικά, με φόβο Θεού, με σεβασμό, ειλικρίνεια και τιμιότητα. Σε αυτό θα βοηθήσουν και οι γονείς και οι πνευματικοί, δίχως βία, πίεση και καταπίεση, που φέρνουν αντίδραση κι άσχημα αποτελέσματα. Για την οικογένεια και τη σύνδεσή της απα­ραίτητη είναι η ησυχία. Όχι απλά οι λεγόμενες ώρες κοινής ησυχίας, αλλά γενικά είναι πολύ χρή­σιμη η ωραία ησυχία. Ακούει κανείς μουσική στο δωμάτιό του, γιατί να την έχει τόσο δυνατά και να ενοχλεί όλους τους άλλους. Το ίδιο και με την τηλεόραση, στην οποία θα επανέλθουμε, ή όταν μαστορεύει κάποιος κάτι ή όταν συζητά. Γιατί συνεχώς να φωνάζουμε, σαν να μαλώνουμε, για­τί να επιτρέπουμε τόσο θόρυβο και μέσα στο σπί­τι μας; Ο θόρυβος δημιουργεί ανησυχία, ταραχή, ένταση, νευρικότητα, θυμό. Χρειάζεται να βρούμε και τις ώρες της προσωπικής ησυχίας προς μελέτη και περισυλλογή. Γεμίζουμε στενά το πρό­γραμμά μας, δεύτερες εργασίες, πολλές υποχρε­ώσεις, δραστηριότητες, ανάγκες, μέριμνες, κοι­νωνικές εκδηλώσεις, επισκέψεις, δημόσιες σχέσεις και λοιπά. Ο πιο άγνωστος τελικά είναι ο πλη­σιέστερος εαυτός μας. Μήπως φοβόμαστε να μείνουμε μόνοι; Μήπως τελικά αδυνατούμε να δούμε κατάματα το εσωτερικό μας κενό; Πρέπει οπωσδήποτε να δημιουργηθούν προϋποθέσεις κι ευκαιρίες ησυχίας. Ν’ αφιερώσουμε λίγη ώρα και στον δικαιολογημένα απαιτητικό εαυτό μας. Αυτό δεν είναι εγωιστικός ατομισμός. Αν δεν βοηθηθούμε δεν μπορούμε να βοηθήσουμε ποτέ κανένα. Πάρτε τα παιδιά σας και πηγαίνετε σ’ ένα μοναστήρι, σ’ ένα εξωκκλήσι στην εξοχή, ανάψτε ένα κεράκι, κάντε ευλαβικά τον σταυρό σας, αναπνεύστε, ξελαχανιάστε, αναπαυθείτε, πέστε δυο λόγια εγκάρδια με τους δικούς σας ανθρώπους. Πάτε να ψυχαγωγηθείτε στα λεγόμενα κέντρα διασκεδάσεως και η πολυκοσμία, ο καπνός, ο θόρυβος, η αναμονή σας κουράζουν πιο πολύ. Πάτε για διακοπές και βρίσκετε πιο πολύ κόσμο εκεί απ’ ό,τι στη γειτονιά σας. Πάτε σ’ ένα προ­σκύνημα, σ’ ένα Γέροντα, σ’ έναν φτωχό. Μάθετε τα παιδιά ν’ αγαπάνε, να προσφέρουν, να δίνουν, να χαίρονται. Πάτε σ’ ένα φιλικό σπίτι που δεν θα συγχισθείτε με πολιτικολογίες και κουτσομπολιά, αλλά θα κερδίσετε κάτι πνευματικά. Πρέπει να συνδέονται οι χριστιανικές οικογένειες, να πιά­νουν καλές φιλίες τα παιδιά τους. Στον δύσκολο κόσμο είναι αναγκαίες οι καλές συναναστροφές. Όλοι στο βάθος μας ζητάμε πνευματική ενίσχυ­ση , συμπαράσταση, παρηγοριά. Τον ελεύθερο χρόνο του δεν θα τον χαρεί αλη­θινά κανείς ούτε στο καφενείο, ούτε στη ντισκο­τέκ, ούτε στην τηλεόραση. Η τηλεόραση έχει καταλάβει κεντρική θέση στη ζωή του νεοέλληνα. Είναι κάτι σαν την αρχαία εστία, σαν βωμός, σαν άμβωνας. Αγαπάται, προσέχεται, επηρεάζει, συντονίζει, αλέθει. Μαθαίνει νέο τρόπο σκέψεως και εκφράσεως, τι θα φορέσουμε, τι θα φάμε, που θα πάμε, τι θα κάνουμε. Πρότυπα οι «ήρωες» των φθηνών εκπομπών συνεχείας κι όχι οι ήρωες της πατρίδος· οι εκφωνητές κι όχι οι άγιοι. Πήγα σ’ ένα σπίτι στην Αθήνα. Ήταν οι γονείς με τα δυο τους παιδιά. Είχαν τέσσερις τηλεοράσεις, μία για τον καθένα. Τέλεια απομόνωση. Λέω· τουλά­χιστον βάλτε τη μία στο σαλόνι, να κάθεστε όλοι μαζί, να συζητάτε αυτά που βλέπετε, έστω κι αν δεν συμφωνείτε… Όταν λοιπόν κανείς κάθεται ώρες στην τηλεό­ραση και ζαλίζεται από τα μύρια που βλέπει κι ακούει, πώς να ησυχάσει, πώς να προσευχηθεί, να δει τον εαυτό του και τους δικούς του; Πώς θ’ ακουσθούν τα λόγια μου, όταν σας πω να φέρετε στο σπίτι σας έναν ιερέα, να κάνει έναν αγιασμό ή ένα ευχέλαιο; Να φυλάτε αντίδωρο κι αγιασμό, να παίρνετε κάθε πρωί, ν’ ανάβετε το καντήλι, να θυμιάζετε, να μαθαίνουν και τα παιδιά, να χαίρονται, να κατανύσσονται, να ευλογούνται. Να μάθουμε να πηγαίνουμε και στις αγρυπνίες. Εδώ στον κόσμο δεν είναι μακρές και μεγάλες. Δίνουν χάρη στην ψυχή. Επίσης ιδιαίτερα καλό είναι ο σύνδεσμος με την ενορία μας, τον εφημέριο της ενορίας μας, το κατηχητικό για τα παιδιά, τον κύκλο ομιλιών για τους μεγάλους, το φιλόπτωχο ταμείο. Το αγροτικό ιατρείο, δίνει τις πρώτες απαραίτητες βοήθειες, έλεγε ο μακαριστός Γέροντας Παΐσιος, κι αυτό είναι η ενορία· τα μονα­στήρια είναι οι κλινικές για έκτακτες ανάγκες. Να συνδεθούμε με τον άγιο της ενορίας μας, με τον άγιο του οποίου φέρουμε τ’ όνομα. Στο δωμάτιο του παιδιού νάχουμε την εικόνα του αγίου του, τον άγγελό του κι όχι εκείνα τ’ ανθρωπόμορφα τέρατα των πολεμοχαρών παιχνιδιών και των εκκεντρικών τραγουδιστών με τις αλυσίδες και τους χαλκάδες, ως σκλάβους παθών εξουσιαστικών. Να εορτάζουμε περισσότερο τον άγιο που φέρουμε τ’ όνομα, δίχως να το παρα­ποιούμε, το συντομεύουμε και το κάνουμε ξενι­κό, κι όχι να εορτάζουμε μόνο τα γενέθλια δίχως εκκλησιασμό. Ούτε να ζητάμε από τους ιερείς να δίνουν στη βάπτιση ονόματα ξενόφερτα, που δεν υπάρχουν άγιοι τιμώμενοι με τέτοια ονόματα. Να αφιερώνουμε αρκετό χρόνο στα παιδιά μας, να συζητούμε, να αστειευόμαστε μαζί τους, να αναπτύσουμε διάλογο. Όταν σταματήσει ο διάλογος τότε να φοβόμαστε. Για να υπάρχει διάλογος χρειάζεται απαραίτητα αγάπη, υπομονή, χρόνος, κατανόηση, καταδεκτικότητα. Αν το παιδί φοβάται, σκέφτεται πώς θα αντιμετωπίσει τον αδέκαστο κριτή πατέρα ή την αυστηρή και παράξενη μητέρα κλείνεται στον εαυτό του, θα προσπαθήσει να λύσει το πρόβλημά του με τους φίλους του, που δεν είναι πάντα οι καλύτεροι σύμβουλοι. Αν δεν έχουμε την καλή αυτή επικοινωνία με τα παιδιά μας και δεν τους δώσουμε την άνεση να μας εκμυστηρευτούν τα μυστικά τους, τις αγωνίες τους, τις σκέψεις, τα σχέδια και τα όνειρά τους είναι σαν να τους κόβουμε τα φτερά και να τα φυλακίζουμε στο κλουβί. Τα παιδιά πρέπει να τα ακούμε κιόλας. Τα παιδιά δεν είναι μόνο να τα διδάσκουμε, λέει ο Ντοστογιέφσκυ, αλλά και να διδαχθούμε αρκετά από αυτά και κυρίως την ακακία, τον αυθορμητισμό, τον ενθουσιασμό. Μη θέλουμε να τα κάνουμε ακριβή αντίγραφα του εαυτού μας, να τα κάνουμε- μπορούν δεν μπορούν- αυτό που δεν μπορέσαμε να γίνουμε εμείς. Τα παιδιά δεν πρέπει να γίνουν προέκταση του εγώ μας. Να τα βοηθήσουμε στην κλήση τους. Να τα εμπιστευθούμε, να τους δώσουμε καλές βάσεις. Κυρίως στην υγιή θρησκευτική αγωγή και όχι στη θρησκοληψία και τον φανατισμό. Να μην τα πιέζουμε, να μην τα εξαναγκάζου­με εξουσιαστικά κι απειλητικά, γιατί αργά ή γρή­γορα θ’ αντιδράσουν. Να τα εμπνέουμε πιο πολύ με το παράδειγμά μας παρά με τα λόγια μας. Δεν μπορεί όλη μέρα το ανδρόγυνο να καυγαδίζει και να γκρινιάζει και να θέλει τα παιδιά να είναι ήσυχα και ήρεμα. Οι συζυγικοί καυγάδες καταματώνουν τις παιδικές ψυχές. Κυρίως τα διαζύ­για. Τα παιδιά γίνονται θλιμμένα, νευρικά, άτα­κτα, ανυπάκουα, με μαθησιακές δυσκολίες στο σχολείο. Ντρέπεται, κλαίει, θυμώνει, οργίζεται το παιδάκι όταν δεν βλέπει τους γονείς του μονια­σμένους. Η ορθή θρησκευτική αγωγή από νωρίς έχει μεγάλη σημασία. Η Εκκλησία πρέπει να παρουσιασθεί σαν το σπίτι του ουράνιου κοινού πατέρα μας κι όχι σαν κάτι ξένο, μακρινό, μεγά­λο και περίεργο. Να ερμηνεύσουμε στα παιδιά, αφού βέβαια γνωρίζουμε εμείς καλά πρώτα, τι περιμένει η Εκκλησία από εμάς. Ποιος είναι ο σκοπός και το νόημα της ζωής. Γιατί ήλθε ο Χρι­στός στη γη, γεννήθηκε, δίδαξε, θαυματούργησε, σταυρώθηκε, αναστήθηκε κι αναλήφθηκε, ώστε από μικρά να νιώσουν με φιλότιμο και λαχτάρα τον πόθο του αγαθού, της αρετής, του καλού, του αγιασμού και της σωτηρίας. Όλα με διάκριση, με τάξη, με σεβασμό, με ευγένεια. Να μη μπουχτήσουμε, να μη κουράσουμε και ζαλίσουμε τα παιδιά με πολλά και μεγάλα. Η υπερπροστατευτικότητα είναι κακή όσο και η αδιαφορία. Δεν θα τάχουμε αλυσοδεμένα, φοβισμένα και κυνηγημένα τα παιδιά. Θα σεβόμαστε την ελευθερία τους. Δεν θα τα παρατηρούμε υπεράγαν αυστηρά συνέχεια, δεν θα τα βλέπουμε καχύποπτα, ως τηλεκατευθυνόμενα και ανόητα. Λέγει ένας σύγχρονος Γέροντας: «Η μεγάλη έγνοια μας κάνει να είμαστε πολύ αυστηροί. Μας κάνει να είμεθα πάρα πολύ αυστηροί και πολλές φορές άτεγκτοι και ανυποχώρητοι σε μερικά πράγματα. Πρέπει, αγαπητοί μου, να το χωνέψουμε ότι τα παιδιά, τα σύγχρονα παιδιά, δεν έχουν δύναμη να αντέχουν την αυστηρότητα, που αντέχατε εσείς οι παλαιότεροι. Αλλά πρέπει διά του διαλόγου και διά της πειθούς να τους λέμε το καλό και μετά διά προσευχής να αναπληρώνουμε. Γι’ αυτό μην ανησυχείτε· εσείς να προσεύχεσθε για τα παιδιά σας και μην έχετε άγχος» (Αρχιμ. Εφραίμ Βατοπαιδινός). Νομίζω πως δεν έχουμε αγαπήσει πολύ την προσευχή, δεν έχουμε πιστεύσει δυνατά στη δύναμή της. Θεωρούμε πιο ικανά τα δικά μας λόγια και όχι τη θεία φώτιση. Πιστεύουμε στον εαυτό μας περισσότερο απ’ ότι στον Θεό. Τα παι­διά κάποιας οικογένειας, όποτε γυρνούσαν στο σπίτι αργά το βράδυ, έβρισκαν τη μητέρα τους γονατιστή στις εικόνες. Έτσι, το σκέφτονταν πολύ ν’ αργήσουν, γιατί καθυστερούσαν τη γονυκλισία της μητέρας τους. Μια άλλη χήρα, μητέρα δύο παιδιών, φτωχή, που καθάριζε σκάλες για να ζήσει, έγραφε στον γέροντα Παΐσιο: «Γέροντα, να προσεύχεστε για μένα, γιατί προσεύχομαι μόνο έξι ώρες την ημέρα»!… Προφανώς έλεγε την ευχή του Ιησού. Θέλετε να είμαι ειλικρινής μαζί σας; Ή θέλετε να σας κολακεύω και να σας ψευτοπαρηγορώ. Φρονώ πως μόνο η αλήθεια, με αγάπη βέβαια, ελευθερώνει κι αναπαύει. Μη φοβόμαστε τα παι­διά. Μην πανικοβαλόμαστε με το πρώτο πρόβλημά τους, μη χάνουμε την ψυχραιμία μας, εκνευριζόμαστε, θυμώνουμε και φωνάζουμε. Ας δούμε με καθαρότητα κι αληθινότητα τα πράγ­ματα. Μήπως το πρόβλημα του παιδιού μας θίγει τον εγωισμό μας; Μήπως είχαμε κατασκευάσει μια ωραία βιτρίνα, που το εσωτερικό της είχε στοιχεία φαρισαϊκής υποκρισίας, ταπεινοσχημίας αξιοκατάκριτης και μια ονειρική κι όχι πραγμα­τική εικόνα; Ήταν κάποτε μία μητέρα κι ανησυ­χούσε πολύ για την αντίδραση του παιδιού της που ήταν στην εφηβεία. Ανησυχούσε για το καλό τους όνομα, τι θα πει η κοινωνία που τους σέβε­ται, τι θα πει ο κόσμος που τους αναγνωρίζει ως καλούς. Πήγε στον γέροντα Πορφύριο να παρα­πονεθεί για την κατάσταση του παιδιού της. Φοβάμαι πως πιο πολύ ανησυχούσε για το γόη­τρό της, για το καλό της όνομα, για το τι θα πει τώρα ο κόσμος, παρά για το μικρό μαρτύριο του παιδιού της. Περίμενε κι ο Γέροντας να της πει πόσο καλή ήταν εκείνη και πόσο κακός ο γιος της. Ο Γέροντας όμως κατάλαβε πολύ καλά τι συνέ­βαινε και της είπε: Για να δω τα γόνατά σου… Δηλαδή το πρόβλημα του παιδιού σου το έκανες προσευχή, το εναπόθεσες στον Θεό, ταπεινώθη­κες, έσκυψες μπροστά του; Μην πιέζετε πολύ τα παιδιά, μη ζητάτε υπερ­βολικά κι απραγματοποίητα πράγματα, μη δημι­ουργείτε ένα αφόρητο κλίμα στο σπίτι, νοσηρής ευλάβειας, που απωθεί και δεν συγκεντρώνει τους νέους στο σπίτι. Οι ιδανικοί γονείς υποχω­ρούν κιόλας, ανέχονται, παρακαλούν, ζητούν και συγνώμην αν χρειασθεί κάποτε. Το παιδί χρειά­ζεται και κατανοεί την εμπιστοσύνη που θα του δείξετε, την αγάπη που θα σέβεται την ελευθερία του. Η αγάπη να μη σκλαβώνει, πνίγει, φιμώνει κι απομακρύνει την άνεση να πει και τη γνώμη του, την αντίρρησή του, την αμφιβολία του. Νάμαστε έτοιμοι να τ’ ακούσουμε όλα με κατανόηση. Δεν μπορεί συνέχεια ν’ απαγορεύουμε και τίποτε να μην επιτρέπουμε. Πρέπει να δώσουμε κι εναλλακτικές λύσεις. Μην τα κάνουμε τα παι­διά τρομοκρατημένα και φοβισμένα να βγουν στον δρόμο. Ένας στείρος ηθικισμός δεν βοηθά τα παιδιά. Όχι όλο να τα κυνηγάμε. Να μην κουραζόμαστε να συζητάμε μαζί τους. Να τους πούμε τα τυχόν παράπονά μας γι’ αυτά, να μας πουν και κείνα τα δικά τους παράπονα. Να τ’ ακούμε ταπεινά. Να κοιτάμε βαθιά μέσα μας, αναζητώντας το γιατί θυμώνουμε τόσο όταν δεν κάνουν κάτι που τους είπαμε: Επειδή παρακούν και σφάλλουν κι αδικούν τον εαυτό τους, ή επει­δή δεν πέρασε το δικό μας και θίγεται ο πολύς εγωισμός μας; Είναι ιδιαίτερα σημαντικό να είμαστε προσεκτικά ειλικρινείς. Τα παιδιά βλέ­πουν βαθύτερα, μακρύτερα και καθαρότερα απ’ ότι νομίζουμε. Μη θέλουμε να τα κοροϊδεύουμε. Τα παιδιά μας αυτό που θα πάρουν θα δώσουν αύριο και στα παιδιά τους. Μη βιαζόμαστε να δούμε άμεσους καρπούς των λόγων μας. Δυστυχώς τα σχολεία σήμερα δεν προσφέρουν γνήσια ορθόδοξη παιδεία. Έτσι πρέπει κατά κάποιο τρόπο να γίνει το σπίτι σχολείο. Το παιδί από μικρό, με ωραίο και διακριτικό τρόπο, να μάθει τις ευαγγελικές ζωοποιές αλήθειες, ώστε να μην μπορεί αργότερα κανένας μοντέρνος δάσκα­λος, ορθολογιστής καθηγητής και προοδευτικός φίλος να τις ξεριζώσει από την καρδιά του. Γρά­φει ο άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στη «Χρι­στιανική Παιδαγωγία» προς τους γονείς και δασκάλους: «Πρέπει να γνωρίζουν οι ευσεβείς γονείς και οι ενάρετοι διδάσκαλοι ότι τα παιδία, εις την πρώτην ηλικία τους, δηλαδή μέχρι επτά χρόνων, πολεμούνται από αταξία και αγνωσία, ενώ εις την δευτέραν ηλικία τους, δηλαδή μέχρι δεκατεσσάρων  χρόνων, από λαιμαργία και γαστριμαργία. Ανάγκη, λοιπόν, είναι να τα διδά­ξουν την ευταξία, την γνώσι, την εγκράτειαν και τη σεμνότητα. Και οι μεν γονείς πρέπει να δίδουν εις αυτά το καλό παράδειγμα της καλής και εναρέτου ζωής τους… Οι δε ευσεβείς διδάσκαλοι ας έχουν ως πρότυπο της ζωής τους τον Χριστόν…». Ο άριστος παιδαγωγός άγιος Νικόδημος αντιδρώντας στον άθεο ευρωπαϊκό διαφωτισμό σε αυτό τον λόγο του «περί παίδων καλής αγωγής» να τι λέει, μεταξύ άλλων, να λένε οι δάσκαλοι στους τελειόφοιτους μαθητές τους: «Τους γονείς και διδασκάλους ημών έως τέλους, χρεωστικώς και καθώς ο θείος Νόμος προστάζει, λόγω και έργω, με πολύ σέβας να αγαπάτε. Τους πτωχούς, γυμνούς και φυλακωμένους, κατά την ευαγγελικήν φωνήν, να ελεήτε. Τους ασθενείς και αρρώστους, να επισκέπτησθε και να υπηρετήτε. Τους ξένους εις τους οίκους υμών να εισάγητε. Τους εν ανάγκη να προφθάνητε και να βοηθήτε. Και απλώς, όλους τους ανθρώπους, (ως πλάσμα Θεού!) ωσάν τον εαυτόν σας αείποτε να αγαπάτε, και του καθ’ ενός το καλόν να θέλητε, τόσον των πιστών, όσον και των απίστων». Ο άγιος Νικόδημος δεν μιλά για μια ανώδυνη ευγένεια, για έναν ουμανισμό δίχως κόστος, για έναν καλωσυνάτο και χαμογελαστό ανθρωπισμό, αλλά για ευαγγελική αυτοθυσία, που μας παρέ­δωσαν με λόγο και πράξη οι άγιοι της Εκκλησίας μας. Σήμερα υπάρχει μια ουμανιστική θεώρηση της ζωής. Γίνεται λόγος να γίνουμε απλά καλοί άνθρωποι. Αυτό όλοι το λένε. Η Ορθόδοξη Εκκλησία όμως μας καλεί όχι άπλα να γίνουμε καλοί αλλά χαριτωμένοι, «κοινωνοί θείας φύσε­ως», να μετανοήσουμε, να ταπεινωθούμε. Ο κόσμος της νέας εποχής, θεωρεί κάποιον καταξιω­μένο μόνο όταν είναι οικονομικά ισχυρός, ανε­ξάρτητος, εξουσιαστής. Η αγωγή των παιδιών πρωταρχικά θα πρέπει να έχει στόχο τη διαμόρφωση χαρακτήρος. Το παιδί χρειάζεται πρότυπα. Το παιδί πρέπει να το δούμε, όπως και τον κάθε άνθρωπο βέβαια ως ψυχοσωματική οντότητα και ολότητα, ως εικόνα Θεού. Η Εκκλησία δίνει τα μέσα για την κάθαρ­ση και τελειοποίηση του ανθρώπου, για να γίνει άνθρωπος πνευματικός, δηλαδή πνευματοφόρος, φωτισμένος από τη χάρη του Αγίου Πνεύματος κι όχι διανοούμενος, κουλτουριάρης, αλλά χριστοποιημένος κι εκκλησιαστικοποιημένος πιστός. Ορισμένοι ψευτοδιανοούμενοι σήμερα εισηγούνται να καταργηθεί το μάθημα των θρησκευτικών στα σχολεία και ν’ αντικατασταθεί από τη θρησκειο­λογία. Οι ίδιοι θολοκουλτουριάρηδες θεωρούν ρατσισμό την αγάπη στην πατρίδα, τη σημαία και την ιστορία. Δεν πρέπει τα παιδιά μας να ντρέ­πονται για την ελληνικότητά τους και για την ορθόδοξη πίστη τους, που θα τους κάνει ν’ αγα­πούν και να τιμούν τους ξένους, όπως κι εκείνοι θα πρέπει εμάς. Αξίζει να μεγαλώσουν τα παιδιά στους δύσκολους καιρούς με ισχυρές αντιστάσεις για τη δυτικότροπη ζωή, την εύκολη ζωή, που αλλοτριώνει τη νεότητα. Έχουν ευθύνη οι γονείς και οι δάσκαλοι για τη διαπαιδαγώγηση που προσφέρουν, που θα κάνουν τα παιδιά ν’ αγαπήσουν τον πλούσιο εγχώριο πολιτισμό, την πνευ­ματικότητα κι αγιότητα. Χρειάζεται επίσης να δούμε και τον τρόπο και τη στάση και το ύφος και το ήθος μας μέσα στην Εκκλησία. Μερικοί χριστιανοί μας αγωνίζονται ανορθόδοξα, μ’ έναν εσφαλμένο τρόπο, όπως νομίζουν, όπως τους αρέσει, όπως τους βολεύει. Δεν είναι έτσι. Δεν μπορούμε κατά την προτίμη­σή μας να επιλέγουμε κάποιες αρετές και ν’ αφή­νουμε άλλες· να προσέχουμε μόνο το τι φαίνεται και παρατηρείται, «το έξωθεν του ποτηρίου» και μέσα μας να επωάζονται ανικανοποίητα πάθη, ανόσιες επιθυμίες, ζηλοφθονία γι’ αυτούς που αμαρτάνουν, υπεροψία και φιλαυτία. Χριστιανοί που εκκλησιάζονται τακτικά, πηγαίνουν από κήρυγμα σε κήρυγμα επί χρόνια και δεκαετίες κι όμως δεν έχουν μετανοήσει ειλικρινά, υποκρίνο­νται, προσποιούνται κι έχουν μεγάλα εσωτερικά κενά, δίχως να γεύονται τους γλυκούς καρπούς της ακένωτης θείας χάριτος. Το παιδί δεν θέλει μόνο χρήματα αλλά και χάδι, δεν θέλει μόνο ρούχα, υποδήματα και σοκο­λάτες αλλά και γλυκούς λόγους, να τονωθεί, να ενισχυθεί, να παρηγορηθεί, να χαρεί η καρδούλα του. Συνήθως σήμερα οι γονείς ενδιαφέρονται πιο πολύ για την τροφή και τη μόρφωση την κοσμική. Ξένες γλώσσες, μουσική, χορός, γυμνα­στική, πάλη, ξιφασκία, πυγμαχία, ποδόσφαιρο. Το παιδί είναι συνέχεια απασχολημένο, βομβαρδισμένο από γνώσεις και εικόνες, ειδήσεις και διαφημίσεις. Είναι από νωρίς αρκετά κουρασμέ­νο. Δεν λέω ότι δεν χρειάζεται η επιμόρφωση, αλλά είναι γνωστό πως η υπερβολή είναι πάντο­τε επικίνδυνη. Οι γονείς πρέπει νάναι και παιδα­γωγοί και κατηχητές των παιδιών τους. Όπως ωραία ειπώθηκε· «Στην πνευματική κρίση των καιρών μας θα κερδηθούν τα παιδιά, αν οι γονείς τους με μεγάλη ευαισθησία και πολλή φροντίδα τα παιδαγωγούν με το ζήλο του κατηχητή και την ευθύνη του συνειδητού δασκάλου. Οι γονείς θα πρέπει να αποτελούν για τα παιδιά τους τον πρώτο κατηχητή και τον πρώτο δάσκαλό τους. Ακόμη, στο χαμόγελο του πατέρα του το παιδί θα διακρίνει την αγάπη του Ουράνιου Πατέρα και στη στοργή της μάνας τη θερμή αγάπη της Παναγίας μητέρας όλων των πιστών» (μητροπ. Σηλυβρίας Αιμιλιανός). Λατρεύουμε το μωρό μας και χαίρεται κι αισθάνεται ότι έχει κι αυτό αξία μέσα στον κόσμο. Το παίζουμε στα χέρια μας, παρατηρούμε τις κινήσεις του, το βλέπουμε και φεγγοβολάμε και λάμπει το προσωπάκι του. Μας ακούει που μιλάμε και μιλάει κι αυτό μια μέρα μόνο του. Προσευχόμαστε και το επηρεάζουμε κι αναπτύσ­σεται σ’ ένα άγιο κλίμα. Φτάνει μόνο που μας βλέπει να προσευχόμαστε. Ο άγιος Γρηγόριος Νύσσης λέγει πως η οποιαδήποτε διαταραχή του ανδρογύνου κατά την περίοδο της κύησης της μητέρας έχει επίδραση στην ψυχή του παιδιού που έρχεται, πόσο μάλλον κατά τη βρεφική και παιδι­κή ηλικία. Το παιδί έχει ανάγκη και πνευματικής τροφής, που όταν του λείπει ατονεί και μαραζώνει, ξαστοχεί, δεν μεγαλώνει φυσιολογικά, ωραία. Ρώτησα μία φορά ένα παιδάκι, που δεν πήγαι­νε ακόμη σχολείο – έτσι για να πιάσουμε κουβέ­ντα: «Τί θα γίνεις όταν μεγαλώσεις;». Μου απα­ντά: «Ό,τι βγάζει πιο πολλά λεφτά»! Εξεπλάγην, ειλικρινά τάχασα. Τί φταίει αυτό το παιδί; Έτσι ακούει, έτσι έμαθε, αυτό λέει. Αυτό το παι­δί όραμα έχει την απόκτηση πολλών χρημάτων. Αυτός είναι ο σκοπός της ζωής του. Γι’ αυτό ζει. Αυτό μόνο το ενδιαφέρει. Για χρήματα ακούει συνεχώς τους γονείς του να μιλούν, τ’ αδέλφια του, οι φίλοι του, οι γείτονες, οι συγγενείς. Αυτό είναι το ρεύμα της εποχής. Τίθεται ως ευτυχία η οικονομική ευημερία, ο πλούτος, η κατανάλωση. Ο Μέγας  Βασίλειος λέγει πως σκοπός του ανθρώπου είναι να ομοιωθεί με τον Θεό, όσο αυτό είναι δυνατόν. Ο άγιος Ιωάννης ο Χρυσό­στομος λέει στους γονείς: Ανάθρεψε έναν αθλη­τή για τον Χριστό και μάθε τον και σαν άνθρω­πος του κόσμου να είναι ευσεβής από μικρός. Ο άγιος Χρυσόστομος δεν θεωρεί παιδεία την πολυμάθεια και την ξηρή μετάδοση τυπικών γνώσεων, αλλά την ευσέβεια, την ευλάβεια και τη μετάληψη αγιότητος. Προτεραιότητα δίνει στην υπεύθυνη στάση των γονέων και των δασκάλων, αυτών που κυρίως δίνουν την αγωγή, κι όχι στην απειρία των παιδιών. Οι άγιοι πατέρες μιλούν σοφά για τη διάκριση που χρειάζεται στη μετά­δοση της αγωγής κατά ηλικία και κατ’ άνθρωπο. Δεν μπορούν όλοι όλα. Δεν είναι για όλους εξίσου όλα. Σημασία μεγάλη δίνουν στη βιωματικότητα των λόγων των παιδαγωγών. Μην κριθούν και κατηγορηθούν από το σοφό λαϊκό λόγιο: «Δάσκα­λε που δίδαξες και νόμο δεν κρατούσες». Ο άγιος Χρυσόστομος συνηθίζει να λέει, αυτό που ήδη είπαμε, πως το παράδειγμα των γονέων προς τα παιδιά είναι το πάν. Ο τρόπος της συνομιλίας τους θα επηρεάσει τα παιδιά. Αν ο σύζυ­γος προσβάλλει, επιτίθεται, βρίζει τη σύζυγο, και τ’ αντίστροφο, πληγώνονται τα παιδιά, αλλά και συνηθίζουν να συμπεριφέρονται έτσι. Ο σεβα­σμός, η αγάπη, η υπακοή εμπνέονται καλύτερα και δύσκολα διδάσκονται με ξερά λόγια. Είναι πολύ διαφορετικό να κάνει κανείς αυτό που του λένε από φόβο, πειθαρχία, καταναγκασμό και υποχρέωση, κι άλλο να προτιμά το θέλημα του άλλου από αγάπη. Στα μαθήματα, στα παιχνί­δια, στ’ αθλήματα θα πρέπει να μάθουν από μικρά τα παιδιά ότι τ’ αγαθά αποκτιούνται με κόπο, μόχθο, αγώνα, άσκηση, δυσκολία, υπομο­νή κι επιμονή. Έτσι δεν είναι σωστό να τους τα παρουσιάζουμε όλα εύκολα. Είναι καλό να μάθουν να προσπαθούν, να ζητούν και τη βοήθεια του άλλου, να ταπεινώνονται, να φιλοτιμούνται, να βγαίνουν από τον ατομισμό, εγωισμό και τη φιλαυτία. Το παιδί θα μάθει πως αντιδρά ο γονιός στην ασθένεια, το πένθος, τη δυσκολία, τη στέρηση και την καθυστέρηση και θα πράξει παρόμοια. Ο άγιος Χρυσόστομος λέγει πως για τιμωρία αρκεί μια επίπληξη με αυστηρή ματιά ή με μια κουβέντα. Η βία, ο θυμός, η οργή είναι αμαρτίες κι από το κακό δεν έρχεται καλό. Η διδασκαλία θα πρέπει να δημιουργεί ερω­τήματα στους μαθητές, που δεν πρέπει νάναι παθητικά κι άβουλα όντα, αλλά να συμμετέχουν ενεργά στο ωραίο ταξίδι της μαθήσεως. Ο καλός δάσκαλος διεγείρει το πνεύμα των ακροατών του, τους κάνει να ερευνούν, να διερωτώνται, να κερδίζουν κάτι από την προσωπική τους αναζή­τηση, πρωτοβουλία κι εξάσκηση και τότε ό,τι κερδίζει θα το φυλάγει καλύτερα κι επιμελημένα. Όλη αυτή η προσπάθεια θα πρέπει να οδηγείται στην κατάκτηση και βίωση της αλήθειας. Ο άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος λέγει πως μια καταρρα­κτώδης βροχή είναι λιγότερο ωφέλιμη απ’ ό ,τι μία σιγανή βροχή, γιατί η πρώτη σκάβει τη γη και παρασύρει το έδαφος, ενώ η δεύτερη ποτίζει τη γη ωφέλιμα και την κάνει γόνιμη κι εύφορη. Έτσι και η βίαιη και πολλή μάθηση δεν θα φέρει τους αναμενόμενους καρπούς. Ο Μέγας Βασίλειος λέγει πως ο κηδεμόνας πρέπει νάναι αργός προς τιμωρία. Να το σκέφτεται πολύ να τιμωρήσει. Όχι να τιμωρεί με το παραμικρό σκληρά. Λέγει ακριβώς: «Αν θεραπεύεται η ψυχή με την επιτί­μηση, δεν είναι για τον καθένα η επιτίμηση, όπως και η θεραπεία». Ο άγιος Χρυσόστομος θεωρεί πως το φιλότιμο, η συμπάθεια, ο διακριτικός έπαινος και η δίκαιη ηθική αμοιβή δίνει περισσό­τερα καλά, λέγοντας: «Αυτός που τα κατάφερε, αν επαινεθεί, θάχει σφοδρότερη την επιθυμία για κάτι πάντα καλύτερο – με προσοχή όμως και με ακριβοδίκαιο μέτρο». Οι άγιοι πατέρες θέλουν τον κάθε παιδαγωγό να ρυθμίζει τις δυνάμεις της ψυχής των παιδιών, να γνωρίζει τι βοηθά καλύτερα το κάθε παιδί ως διαφορετική ψυχοσωματική οντότητα, νάναι φιλόθεος και θεοφιλής, αμνησίκακος, ακέραιος κατά το δυνατόν, ταπεινός, ακενόδοξος, να μην προτιμά τίποτε περισσότερο από τον Θεό, να έχει το χάρισμα της διδασκαλίας. Ο υπέροχος άγιος Χρυσόστομος λέγει πως ο δάσκαλος είναι άξιος του ονόματός του αν μόνο του έργο θεωρεί την προαγωγή και πρόοδο των μαθητών του. Τίποτε, συνεχίζει, δεν συντείνει στη διδασκαλία «ως το φιλείν και φιλείσθαι» δηλαδή μαθητές και δάσκα­λοι να αισθάνονται ότι αγαπούν κι αγαπώνται. Το έργο αυτό το ιερό της αγάπης αρχίζει από πολύ πιο νωρίς. Ο μακαριστός γέροντας Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης λέγει πως «η αγωγή των παιδιών αρχίζει απ’ την ώρα της συλλήψεώς τους. Το έμβρυο ακούει κι αισθάνεται μέσα στην κοιλιά της μητέρας του. Ναι, ακούει και βλέπει με τα μάτια της μητέρας. Αντιλαμβάνεται τις κινήσεις και τα συναισθήματά της, παρόλο που ο νους του δεν έχει αναπτυχθεί. Σκοτεινιάζει το πρόσωπο της μάνας, σκοτεινιάζει κι αυτό. Νευριάζει η μάνα, νευριάζει κι αυτό. Ό,τι αισθάνεται η μητέρα, λύπη, πόνο, φόβο, άγχος κλπ, τα ζει κι αυτό. Αν η μάνα δεν το θέλει το έμβρυο, αν δεν το αγαπάει, αυτό το αισθάνεται και δημιουργούνται τραύματα στην ψυχούλα του, που το συνοδεύουν σ’ όλη του τη ζωή. Το αντίθετο συμβαίνει με τ’ άγια συναισθή­ματα της μάνας. Όταν έχει χαρά, ειρήνη, αγάπη στο έμβρυο, τα μεταδίδει σ’ αυτό μυστικά, όπως συμβαίνει με τα γεννημένα παιδιά. Γι’ αυτό πρέ­πει η μητέρα να προσεύχεται πολύ κατά την περίοδο της κυήσεως και ν’ αγαπάει το έμβρυο, να χαϊδεύει την κοιλιά της, να διαβάζει ψαλμούς, να ψάλλει τροπάρια, να ζει ζωή αγία. Αυτό είναι και δική της ωφέλεια· αλλά κάνει θυσίες και για χάρη του εμβρύου για να γίνει και το παιδί πιο άγιο, ν’ αποκτήσει απ’ την αρχή άγιες καταβολές. Είδατε πόσο λεπτό πράγμα είναι για την γυναί­κα να κυοφορεί παιδί; Πόση ευθύνη και πόση τιμή!». Δεν νομίζω ότι χρειάζεται κανένα σχόλιο ο ζωντανός κι αληθινός αυτός λόγος του μακαρίου γέροντος Πορφυρίου. Με την ελπίδα ότι δεν σας κουράζω θα παρα­θέσω ένα ακόμη κομμάτι από τους λόγους του οσιακής μνήμης π. Πορφυρίου ακριβώς πάνω στο θέμα μας: «Εκείνο που σώζει και φτιάχνει καλά παιδιά είναι η ζωή των γονέων μέσα στο σπίτι. Οι γονείς πρέπει να δοθούνε στην αγάπη του Θεού. Πρέπει να γίνουν άγιοι κοντά στα παιδιά με την πραότητά τους, την υπομονή τους, την αγάπη τους. Να βάζουνε κάθε μέρα νέα σειρά, νέα διάθεση, ενθουσιασμό κι αγάπη στα παιδιά. Και η χαρά που θα τους έλθει, η αγιοσύνη που θα τους έχει επισκεφθεί, θα εξακοντίσει στα παιδιά την χάρη. Για την κακή συμπεριφορά των παιδιών φταίνε γενικά οι γονείς. Δεν τα σώζουν ούτε οι συμβου­λές, ούτε η πειθαρχία, ούτε η αυστηρότητα. Αν δεν αγιάζονται οι γονείς, αν δεν αγωνίζονται, κάνουν μεγάλα λάθη και μεταδίδουν το κακό που έχουν μέσα τους. Αν οι γονείς δεν ζουν ζωή αγία, αν δεν μιλούν με αγάπη, ο διάβολος ταλαιπωρεί τους γονείς με τις αντιδράσεις των παιδιών. Η αγάπη, η ομοψυχία, η καλή συνεννόηση των γονέων είναι ό,τι πρέπει για τα παιδιά. Μεγάλη ασφάλεια και σιγουριά». Νομίζετε πως είναι υπερβολικός ο Γέροντας; Δεν νομίζω. Είναι ειλικρινής, σαφής και ρεαλιστής. Έχουν ανάγκη οι γονείς από την ισορροπία της ταπεινώσεως, της απλότητας, του μέτρου, της διακρίσεως. Η μεγάλη πίεση, ακόμη και για το καλό, δεν θα βγει σε καλό. Συχνές εκφράσεις όπως «παιδί μου πρέπει να είσαι πάντα πρώτος», «ποτέ να μην μας ντροπιάσεις παιδάκι μου», «ν’ αποκτήσεις αύριο ένα καλό όνομα στην κοινωνία», φαίνονται καλές αλλά δεν είναι. Δεν έχουν τόσο υγιή ανωτερότητα, αρχοντιά ελευθερίας κι ευγενή αξιοπρέπεια, αλλά ισχυρογνωμοσύνη, μεγάλη αυτοπεποίθηση, μεγάλη ιδέα εγωισμού. Καταπιεσμένα τα παιδιά, αντιδρούν κουρασμένα και αγανακτισμένα και τα κλωτσούν όλα πέρα. Υπάρχει αγάπη και αγάπη. Αγάπη ιερή, αγία, θυσιαστική, ταπεινή. Αγάπη νοσηρή, συναισθηματική, εγωιστική, αποκλειστική, ζηλόφθονη. Όσο η αγάπη των γονέων προς τα παιδιά θάναι παθολογική, υπερβολική, θα κάνει τα παιδιά εξαρτήματα, ελατήρια των γονέων, που θα μπερδεύει τη συμπεριφορά τους και θα κάνει τη στάση τους αρνητική. Μη ζαλίζουμε τα παιδιά με την πολυλογία, όλο τα ίδια και τα ίδια, και τα κουράζουμε. Ας λέμε πιο λίγα και ας κάνουμε πιο πολλά. Θα τα βοηθήσουμε καλύτερα με το παράδειγμά μας και την προσευχή μας. Η προσευχή μας θα μιλήσει κατ’ ευθείαν στην καρδιά τους. Θα τους μιλήσει ο Θεός και θα μας μιλήσουν ύστερα στοργικά, μετανιωμένα, ταπεινά. Η καταπίεση σίγουρα κάποτε θα φέρει αντίδραση. Με το στανιό, με το κακό, δεν έρχεται ποτέ καλό. Ούτε η κολακεία βοηθάει. Μάλλον τρέφει τον εγωισμό και γίνονται τα παιδιά ατίθασα, σκληρά, άπονα, ασεβή και κενόδοξα. Η οικογένεια και η κοινωνία διαλύεται από την ασθένεια της υπερηφάνειας. Η υγεία είναι η ταπείνωση. Δεν θέλουμε να το παραδεχθούμε. Μιλάμε έτσι για λαθεμένες διαπροσωπικές σχέσεις, για ασυμφωνία χαρακτήρων, για σύγκρουση εποχών και πολιτισμών, για νευρώσεις και για άγχη. Η βάση όλων αυτών είναι το αταπείνωτο φρόνημα, η δαιμονοκίνητη έπαρση. Νάμαστε λοιπόν ταπεινοί και να διδάσκει η ίδια η ζωή μας την ταπείνωση στα παιδιά μας. Ο χαριτωμένος Γέροντας Παΐσιος ο Αγιορείτης χαριτωμένα έλεγε: «Τα παιδιά που έχουν ποτιστεί από μικρά στην ευσέβεια, μην τα φοβάστε. Και να ξεφύγουν λίγο, λόγω ηλικίας, λόγω πειρασμών, θα επανέλθουν…Τα παιδιά σας να τα μάθετε από πολύ μικρά, να ψήνονται, να δουλεύουν, να γίνονται άντρες. Και τα αγόρια και τα κορίτσια. Και τα κορίτσια πρέπει να έχουν γενναίο φρόνημα. Να κάνουνε τις δουλειές του σπιτιού από πολύ μικρά, γιατί οι πιο πολλοί γονείς τα έχουν κακομάθει και στη ζωή τους, μετά, γίνονται δυστυχισμένα…Μην πιέζετε τα παιδιά σας χωρίς διάκριση. Εγώ τις ντομάτες μου τις δένω με πανί. Αν τις έδενα με σύρμα θα κόβονταν. Χρειάζεται προσοχή. Τα παιδιά σήμερα έχουν γερή μηχανή αλλά τετράγωνες ρόδες. Γι’ αυτό θέλουν βοήθεια για να ξεκινήσουν…Μερικοί γονείς κάνουν μεγάλο στρίμωγμα στα παιδιά τους και μάλιστα μπροστά σε άλλους! Σήμερα μικροί-μεγάλοι στον κόσμο ζουν σαν σε τρελλοκομείο, γι’ αυτό χρειάζεται πολλή υπομονή και πολλή προσευχή. Ένα σωρό παιδιά παθαίνουν εγκεφαλικό. Είναι λίγο χαλασμένο το ρολόϊ, το κουράζουν και οι γονείς λίγο παραπάνω και σπάζει το ελατήριο. Χρειάζεται διάκριση. Άλλο παιδί θέλει περισσότερο κούρντισμα και άλλο λιγότερο…». Τελειώνοντας εύχομαι να μην σας κούρασα πολύ. Όχι τόσο με το μάκρος της ομιλίας, γιατί νομίζω δεν υπερέβην τον καθορισμένο χρόνο της, αλλά με το ότι φάνηκε νάμαι περισσότερο με το μέρος των παιδιών κι όχι των γονέων. Από ποι­ους, πέστε μου, θα πρέπει νάμαστε πιο απαιτη­τικοί, από τους γονείς ή από τα παιδιά. Βλέπετε και οι άγιοι πατέρες κι οι ενάρετοι γέροντες έχουν μεγαλύτερες απαιτήσεις από τους γονείς. Θα βοηθήσουν πολύ περισσότερο με το βιωμένο τους παράδειγμα, την ταπεινή και θερμή προσευχή τους, την αγιότητα του βίου τους, παρά με τις συνε­χείς θυμωμένες συμβουλές, τις επαναλαμβανόμε­νες εγωιστικές απειλές, τις υπερβολικές αυστηρότητες, τις κουραστικές φλύαρες επαναλήψεις. Ο καλός Θεός βλέποντας τον ταπεινό μας αγώνα θα μας ενισχύει κι ενδυναμώνει. Την καλή μας διάθεση θα την ευλογήσει και τις παραλεί­ψεις μας θα τις παραβλέψει. Δεν είναι οι γονείς όλοι σπουδαγμένοι, παιδαγωγοί, θεολόγοι και ειδικοί ψυχολόγοι. Η γλώσσα όμως της αγάπης και της ταπεινώσεως θαυματουργεί διδασκόμε­νη κυρίως με την καθαρότητα του βίου, κι επηρε­άζει τ’ αγαπητά παιδιά μας για ν’ ακολουθήσουν τον δρόμο της αληθινής προόδου με τη ζωντανή σχέση τους με τον ζώντα Χριστό. Σας ευχαριστώ θερμά για την προσέλευσή σας και την προσοχή σας. Εγκάρδια εύχομαι ο Κύριος δια πρεσβειών της Θεοτόκου να σας ενι­σχύει πλούσια στον αγώνα σας. (Από το βιβλίο «Η Εύλαλη σιωπή», Εκδ. «Εν Πλω»)
(Η ομιλία πραγματοποιήθηκε στις 14.2.2006 στην αίθουσα του Ι.Ν. Αγ. Βαρβάρας Κομοτηνής, κατόπιν προσκλήσεως του αιδεσιμολογιωτάτου πρωτοπρεσβυτέρου Ιωάννου Μακίδη και την ευλογία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Μαρωνείας και Κομοτηνής κ. Δαμασκηνού. Η ομιλία επαναλήφθη στις 15.2.2006 στην αίθουσα του Δήμου Κιλκίς κατόπιν προσκλήσεως της Μακεδονικής Καλλιτεχνικής Εταιρείας “Τέχνη”. Στις 17.2.2006 στην αίθουσα του Ι.Ν. Αγ. Δημητρίου Σερρών κατόπιν προσκλήσεως του αιδεσιμολογιωτάτου πρωτοπρεσβυτέρου Χρήστου Μάνθου και την ευλογία του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Σερρών και Νιγρίτης κ. Θεολόγου. Στις 19.2.2006, στον Ι.Ν. Αγ. Φωτίου Θεσσαλονίκης, κατόπιν προσκλήσεως του αιδεσιμολογιωτάτου πρωτοπρεσβυτέρου Βασιλείου Καραστέργιου και την ευλογία του Παναγιωτάτου Μητροπολίτου Θεσσαλονίκης κ. Ανθίμου. Στις 13.3.2006 σε αίθουσα Ξενοδοχείου της Φλώρινας, Κατόπιν προσκλήσεως της Σχολής Γονέων της Ιεράς Μητροπόλεως Φλωρίνης και την ευγενική φροντίδα του πανοσιολογιωτάτου αρχιμανδρίτου Ιουστίνου Μπαρδάκου. Στις 1.4.2006 στην αίθουσα της Ενώσεως “Απόστολος Παύλος” Λάρισας, κατόπιν προσκλήσεως του Παραρτήματος Ενώσεως Θεολόγων Νομού Λάρισας και την ευγενική φροντίδα του προέδρου αυτής κυρίου Βασιλείου Στεργιούλη. Στις 2.4.2006 στην αίθουσα του Δήμου Τυρνάβου, κατόπιν προσκλήσεως του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Λαρίσης κ. Ιγνατίου. Στις 4.4.2006, στην αίθουσα του Συλλόγου “Τρεις Ιεράρχες” Βόλου, κατόπιν προσκλήσεως του προέδρου αυτού κυρίου Ιωάννου Πατρίκιου)
ΣΧΕΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ: Η ανατροφή των παιδιών κατά τον Άγιο Ιωάννη τον Χρυσόστομο
Αγωγή των νέων στη σύγχρονη κοινωνία (Μητροπολίτη Λεμεσού κ. Αθανασίου)
Περί της αγωγής των παιδιών (Γέροντας Πορφύριος)
Ορθόδοξη Αγωγή και Ελευθερία του Πνεύματος (Αρχ. Βασίλειος Γοντικάκης, Προηγούμενος Ι.Μ. Ιβήρων Αγίου Όρους)
Παιδαγωγικοί λόγοι του π. Πορφυρίου I (π. Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος)
Παιδαγωγικοί λόγοι του π. Πορφυρίου II (π. Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος)
Εφηβεία: το τέλος ή η αρχή της επαναστάσεως; (π. Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος)
 

ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ ''ΠΕΡΙ ΑΝΑΤΡΟΦΗΣ ΠΑΙΔΙΩΝ''!!!

Η ανατροφή των παιδιών (Αγ. Ιωάννης Χρυσόστομος)

theologia
Σας θερμοπαρακαλώ και σας ικετεύω να φρο­ντίζετε πολύ για τα παιδιά σας και να επιδιώκετε τη σωτηρία της ψυχής τους. Ν’ ακολουθείτε το παράδειγμα του Ιώβ, που, επειδή φοβόταν μήπως αμαρτήσουν τα παιδιά του και με το λογισμό τους ακόμα, πρόσφερε θυσίες και προνοούσε πολύ γι’ αυτά. Ν’ ακολουθείτε το παράδειγμα του Δαβίδ, που, όταν πέθαινε, κάλεσε κοντά του το γιο του, το βασιλιά Σολομώντα, και, αντί να του αφήσει πλούτη, τον συμβούλεψε: «Παιδί μου, αν θελήσεις να ζήσεις με ευσέ­βεια, ποτέ δεν θα πάθεις κακό, όλα θα σου έρχονται ευνοϊκά και η ζωή σου θα κυλήσει με ασφάλεια. Αν όμως στερηθείς τη βοήθεια του Θεού, σε τίποτα δεν θα σε ωφελήσει το βασιλικό αξίωμα. Γιατί αν δεν έχεις ευσέβεια, και τα αγαθά σου θα χάσεις και ντροπές θα περάσεις. Η ευσέβεια θα σε βοηθήσει ν’ αποκτήσεις και όσα σου λείπουν» (πρβλ. Γ’ Βασ. 2:1-4).
Πρέπει, λοιπόν, οι γονείς να φροντίζουν πως τα παιδιά τους θ’ αποκτήσουν όχι χρήματα, αλλά ευσέ­βεια και πλούτο ψυχής. Πρέπει να τα διαπαιδαγω­γούν έτσι, που να μην έχουν ανάγκη από πολλά, να μην παραδίνονται στις επιθυμίες της σύγχρονης εποχής. Πρέπει ακόμα να εξετάζουν προσεκτικά πότε τα παιδιά τους βγαίνουν από το σπίτι και πότε επι­στρέφουν, που πηγαίνουν και με ποιους κάνουν πα­ρέα. Αν παραμελούν τα καθήκοντά τους αυτά, θα δώσουν λόγο στο Θεό. Αν μας ζητούνται ευθύνες για το πόσο φροντίσαμε τους άλλους -γιατί λέει η Γραφή, ότι «δεν πρέπει κανείς να επιδιώκει ό,τι βολεύει τον ίδιο, αλλά ό,τι βοηθάει τον άλλο» (Α’ Κορ. 10:24)-, πολύ περισσότερο θα μας ζητηθούν ευθύνες για το πόσο φροντίσαμε τα ίδια τα παιδιά μας.
Εσύ, όμως, κάνεις ό,τι μπορείς για ν’ αποκτήσει το παιδί σου ωραίο άλογο, άνετο σπίτι, καλό χωράφι ή αμπέλι, μακροζωία και πολλά άλλα αγαθά της γης. Το αν θα είναι ενάρετο, συνετό και καλόγνωμο, το σκέφτεσαι καθόλου; Γιατί όσα κι αν είναι τα αγαθά του, όσο μεγάλη κι αν είναι η περιουσία του, θα χαθεί μαζί μ’ αυτό, αν δεν είναι ενάρετο και συνετό. Απε­ναντίας, αν στην ψυχή του υπάρχει γενναιοφροσύνη και αρετή, εύκολα θ’ αποκτήσει τα πάντα, ακόμα κι αν το σπίτι του είναι ολότελα άδειο.
Μεγάλη συμφορά παθαίνουν οι γονείς εκείνοι που δεν θέλουν να δείρουν τα παιδιά τους ούτε να τα μα­λώσουν ούτε να τα στεναχωρήσουν καθόλου, μολονό­τι ζουν άτακτη και ανήθικη ζωή. Πολλές φορές είδα τέτοια παιδιά να οδηγούνται στο δικαστήριο και να καταδικάζονται για τις παρανομίες τους. Όταν εσύ, ο γονιός, δεν συμβουλέψεις το παιδί σου και δεν το καθοδηγήσεις σωστά, είναι φυσικό να παρασυρθεί από φαύλους ανθρώπους και να φτάσει ως το έγκλημα. Τότε, βέβαια, θα καταδικαστεί από την πολιτεία και θα ντροπιάσει τόσο τους γονείς του όσο και τον εαυτό του. Και μαζί με το δυστύχημα της καταδίκης του παιδιού, δαχτυλοδείχνουν τον πατέ­ρα, που δεν τολμάει να βγει από το σπίτι του, και λέ­νε: “Να τι έπαθε με το να μη συμμορφώνει το παιδί του”. Με τί μάτια θα κοιτάς τότε τον κόσμο, που θα σε ελέγχει, γιατί δεν παιδαγώγησες στον κατάλληλο και­ρό το παιδί σου, κι έτσι έφτασε στο έγκλημα και στη φυλακή; Τολμάς να λέγεσαι πια πατέρας, αφού δεν έκανες το καθήκον σου; Δεν κρύβεσαι; Δεν εύχεσαι ν’ ανοίξει η γη και να σε καταπιεί; Πες μου, λοιπόν, τολμάς να λέγεσαι πατέρας, αφού αδιαφόρησες για το παιδί σου και το άφησες να καταστραφεί;
Αν έβλεπες έναν άνθρωπο να χτυπάει το παιδί σου, θα σου κακοφαινόταν, θα θύμωνες και θα ορμούσες εναντίον του σαν θηρίο. Και όμως, βλέπεις το διάβολο κάθε μέρα να το χτυπάει, να το παρασύρει στην αμαρτία, κι εσύ κοιμάσαι. Δεν στενοχωριέσαι, δεν αγανακτείς, δεν φροντίζεις να σώσεις το σπλάχνο σου απ’ αυτό το θηρίο. Ε, τότε ποιά ευσπλαχνία πε­ριμένεις από το Θεό;

Τί θα απαντήσεις στο Θεό, όταν θα σε ελέγχει, γιατί αμέλησες να διαπαιδαγωγήσεις σωστά το παιδί σου αφότου γεννήθηκε; Θα σε ρωτήσει ο Κύριος: “Δεν σε όρισα προστάτη και δάσκαλό του; Δεν σου παρήγ­γειλα να το καθοδηγήσεις στον σωστό δρόμο;”. Τί θα μπορέσεις τότε να πεις; Πως είναι παιδί δύσκολο και δεν σηκώνει κουβέντα; Αυτά όλα έπρεπε να τα δεις από την αρχή, τότε που ήταν μικρό και μπορούσες να το διαπλάσεις όπως ήθελες. Τότε θα το συνήθιζες στο καλό, ξεριζώνοντας από την ψυχή του τ’ αγκάθια, που, λόγω της τρυφερής ηλικίας του, έβγαιναν ευκο­λότερα. Αν δεν το παραμελούσες τότε, δεν θα μεγά­λωναν τα πάθη του και δεν θα σε δυσκόλευαν σήμερα στην καταπολέμησή τους.
Δεν είμαστε αδικαιολόγητοι, όταν, ενώ ο Θεός τι­μωρεί αυστηρά τα παιδιά που βρίζουν τον πατέρα ή τη μητέρα τους, εμείς ακούμε τα παιδιά μας να βρί­ζουν τον ίδιο το Θεό, και το ανεχόμαστε;
Ας μην αμελούμε, λοιπόν, να δίνουμε στα παιδιά μας χριστιανική ανατροφή, με τη βεβαιότητα πως, όταν θα έχουν ευσέβεια και φιλοθεΐα, θα ξεχωρίσουν και στην παρούσα ζωή. Γιατί όλοι σέβονται και εκτι­μούν τον ενάρετο και καλοσυνάτο άνθρωπο, έστω κι αν είναι ο πιο φτωχός· απεναντίας, σιχαίνονται και μισούν τον κακό, έστω κι αν είναι ο πιο πλούσιος.
Εκείνοι που αδιαφορούν για την καλή ανατροφή των παιδιών τους, θα τιμωρηθούν από το Θεό. Και ακούστε καλά την ιστορία που θα σας πω: Τον παλιό καιρό, πριν έρθει ο Χριστός στον κόσμο, ήταν ένας Εβραίος ιερέας, καλός και μετρημένος, ο Ηλί, που είχε δυο παιδιά, τον Οφνί και τον Φινεές. Μολονότι ο Ηλί έβλεπε τα παιδιά του ν’ ακολουθούν το δρόμο της κακίας, ούτε τα εμπόδιζε ούτε τα τιμωρούσε ούτε τα μάλωνε. Κι αν πότε-πότε τα συμβούλευε, το έκανε χλιαρά, χωρίς αυστηρότητα. «Μη, παιδιά μου», τους έλεγε, «μην κάνετε το κακό· δεν ακούω καλά λόγια για σας» (πρβλ. Α’ Βασ. 2:24). Τα λόγια του θα ήταν αρκετά για να συνεφέρουν τα παιδιά, αν αυτά ήθε­λαν. Επειδή, όμως, ο ιερέας δεν έδειξε την πρέπουσα αυστηρότητα, ο Θεός τον τιμώρησε. Έτσι, έχασε και τα παιδιά του και τη σωτηρία του, μολονότι ο Θεός για τίποτ’ άλλο δεν είχε να κατηγορήσει τον γέροντα πατέρα, παρά μόνο για την αμέλεια απέναντι στα παι­διά του. Αν, λοιπόν, τιμωρήθηκε τόσο αυστηρά ο Ηλί για την αμέλεια του, θα μείνουν ατιμώρητοι όσοι κάνουν χειρότερα; Αν δεν μπόρεσαν να σώσουν τον ιερέα εκείνον η τιμιότητά του, η ιδιότητα του κριτή και η προσφορά του στο ισραηλιτικό έθνος, και πέθανε μ’ έναν αξιολύπητο τρόπο, επειδή δεν επιμελήθηκε την ανατροφή των παιδιών του όσο έπρεπε, τότε ποιά τι­μωρία θα πέσει σ’ εμάς, που φερόμαστε χειρότερα κι από τους βαρβάρους, που μήτε αρετή έχουμε μήτε τα παιδιά μας επιβλέπουμε σωστά;
Όπως δεν θα μπορέσουμε να δικαιολογηθούμε για τα προσωπικά μας αμαρτήματα, το ίδιο και γι’ αυτά των παιδιών μας. Και είναι λογικό. Γιατί αν η κακία ήταν έμφυτη, θα υπήρχε δικαιολογία. Είναι γνωστό, όμως, ότι με τη θέληση μας ακολουθούμε είτε το δρό­μο της αμαρτίας είτε το δρόμο της αρετής. Πώς θα δι­καιολογηθεί επομένως ο γονιός, που άφησε το πιο αγαπημένο του πλάσμα, το παιδί του, να παραστρατίσει; Αν τα παιδιά ανατραφούν με καλές συνήθειες, δύ­σκολα αλλάζουν συμπεριφορά όταν μεγαλώσουν. Για­τί η παιδική ψυχή είναι σαν το κάτασπρο, το ολοκά­θαρο πανί, που, αν το βάψουμε με κάποιο χρώμα, βά­φεται τόσο καλά, ώστε, όσες φορές κι αν θελήσουμε να το ξαναβάψουμε, πάντα φαίνεται η αρχική βαφή. Έτσι, λοιπόν, είναι και τα μικρά παιδιά. Όταν συ­νηθίσουν στο καλό, δύσκολα αλλάζουν.
Ο απόστολος Παύλος αναφέρει μια παροιμία, που την έχει δανειστεί από τον ποιητή Μένανδρο: «Φθείρουσιν ήθη χρηστά ομιλίαι κακαί». Δηλαδή: Οι κακές συναναστροφές χαλάνε τον καλό χαρακτήρα (Α’ Κορ. 15:33). Ας μην απορούμε, πώς μερικοί γίνονται κλέ­φτες ή ακόλαστοι ή βλάσφημοι. Τα παιδιά από μικρά στερούνται τη χριστιανική αγωγή, συνηθίζουν στο κακό και με την πρώτη αφορμή ξεστρατίζουν. Γι’ αυτό ο απόστολος συμβουλεύει: «Παιδιά, να υπακούτε στους γονείς σας, σύμφωνα με το θέλημα του Κυρίου· αυτό άλλωστε είναι το σωστό. Τίμα τον πατέρα σου και τη μητέρα σου (αυτή είναι η μόνη εντολή που πε­ριέχει υπόσχεση), για να ευτυχήσεις και να ζήσεις πολλά χρόνια πάνω στη γη. Κι εσείς, πατέρες, μη φέρ­νεστε στα παιδιά σας έτσι που να τα εξοργίζετε, αλλά να τα ανατρέφετε δίνοντάς τους αγωγή και συμβουλές που εμπνέονται από την πίστη στον Κύριο» (Εφ. 6:1-4). Και ο σοφός Σολομών λέει: «Το παιδί, που έχει παιδαγωγηθεί, θα είναι σοφό» (Παροιμ. 10:4α). Και «ο γονιός που δεν χρησιμοποιεί το ξύλο για να παιδαγωγήσει το γιο του, είναι σαν να τον μισεί· οποίος όμως τον αγαπάει, τον ανατρέφει με επιμέλεια (:μέ στοργή αλλά και αυστηρότητα)» (Παροιμ. 13:24).
Με αρετή, λοιπόν, να πλουτίζετε τα παιδιά σας και όχι με αγαθά πρόσκαιρα. Είναι απερισκεψία, όσο ζείτε, να μην τους δίνετε εξουσία στην περιουσία σας, και, όταν πεθάνετε, να μπορούν με κάθε ευκολία να σπαταλούν την κληρονομιά που τους αφήνετε, αν μάλιστα είναι νέοι. Αν τους παραχωρήσετε την περιου­σία σας όσο ζείτε, θα μπορείτε να επεμβαίνετε, όταν χρειάζεται, και αποφεύγονται έτσι λάθη. Παίρνοντας, όμως, απροετοίμαστα τη διαχείριση της κληρονομιάς, καθώς μάλιστα θα έχουν και τα προβλήματα της ορφάνιας, εύκολα θα παρασυρθούν στη διαφθορά· και θα φταίτε εσείς γι’ αυτό. Μην τους αφήνετε, λοιπόν, πλούτη, αλλά παίδευση και αρετή. Έτσι δεν θα στηρίζονται στην κληρονομιά υλικών αγαθών, και θα επιδοθούν στη μόρφωση του νου και στην καλλιέργεια της ψυχής. Αυτός είναι ο καλύτερος τρόπος για την υπέρβαση της φτώχειας και όλων των προβλημάτων της ζωής. Και αν ο καθένας μας φροντίσει να καλλιεργήσει έτσι τα παιδιά του, τε­λικά όλοι, από γενιά σε γενιά, θα βρεθούμε έτοιμοι κατά την παρουσία του Χριστού και θα αμειφθούμε από τον δίκαιο Κύριό μας. Έτσι είναι. Αν αναθρέ­ψεις καλά το παιδί σου και το κάνεις να έχει ευσέβεια και αγάπη, αν κι εκείνο κάνει το ίδιο στα δικά του παιδιά κ.ο.κ, θα σχηματιστεί μια αλυσίδα ευλογημένη χάρη σ’ εσένα, που έγινες η ρίζα όλου του καλού.
Οι γονείς που παραμελούν την καλή ανατροφή των παιδιών τους, είναι χειρότεροι κι από τους παιδοκτό­νους· γιατί οι πρώτοι θανατώνουν την αθάνατη ψυχή, ενώ οι δεύτεροι μόνο το θνητό σώμα. Γι’ αυτό, όπως τ’ άλογα, που τρέχουν ασυλλόγιστα προς τον γκρεμό, τα συγκρατούμε με το χαλινάρι ή και τα τιμωρούμε χτυπώντας τα -και η τιμωρία αυτή είναι για τη σωτηρία τους-, έτσι και τα παιδιά πρέπει να τα χαλιναγωγούμε, να τα συγκρατούμε από το κα­κό και να τα τιμωρούμε για τα σφάλματά τους. Γιατί, αν δεν τα τιμωρήσουμε εμείς, τα περιμένουν άλλες τι­μωρίες, τιμωρίες αιώνιες, όπως κι εμάς. Μη μου πεις, “Τιμώρησα το παιδί μου πολλές φο­ρές”, γιατί αυτό δεν φτάνει· πρέπει να το δεις και διορθωμένο. Παρατήρησε, έχει ευλάβεια, έχει σεμνό­τητα, άλλαξε την κακή συμπεριφορά του; Αν έγιναν αυτά, πέτυχε ο σκοπός· αλλιώς δεν ωφελούν οι πολλές τιμωρίες. Δεν μετράμε πόσες φορές δέθηκε μία πληγή, αλλ’ άν επουλώθηκε. Αν σύντομα γιατρεύτηκε, δεν εί­ναι ανάγκη να μένει για πολύ δεμένη· αν όμως παρα­μένει ανοιχτή, πρέπει ν’ αλλαχθούν πολλές φορές οι επίδεσμοι, ώσπου να κλείσει.
Γονιός δεν είναι εκείνος που απλά γέννησε ένα παι­δί, μα εκείνος που και μετά τη γέννησή του το αγα­πάει. Κι αν η αγάπη είναι αναγκαία εκεί όπου υπάρ­χει από τη φύση, πολύ περισσότερο χρειάζεται εκεί όπου υπάρχει χάρη Θεού. Αν δηλαδή πρέπει ν’ αγα­πάει κανείς τα φυσικά του παιδιά για να λέγεται σω­στός γονιός, πόσο μάλλον τα χαρισματικά παιδιά, τα πνευματικά, τα βαπτισμένα, φροντίζοντας να μην κο­λαστούν.
Αλλά κι εσύ, παιδί μου, να υπακούς τους γονείς που σε γέννησαν. Για όσα σου πρόσφεραν, τίποτα δεν μπορείς να τους ανταποδώσεις, ούτε να τους γεννή­σεις ούτε να μοχθήσεις γι’ αυτούς, όσο εκείνοι για σέ­να. Και όταν ο πατέρας σου μαλώνει κάποιο από τ’ αδέλφια σου, πρέπει να συμμερίζεσαι το γονιό σου. Γιατί αν παίρνεις το μέρος του αδελφού σου, μολονό­τι έσφαλε, θα γίνει χειρότερος. Έτσι βάζεις σε κίνδυ­νο και την ψυχική σου σωτηρία, αφού όποιος δεν αφήνει να γιατρευτεί μια πληγή, έχει μεγαλύτερη ευθύνη από κείνον που την προκάλεσε, γι’ αυτό και τι­μωρείται. Ένας τραυματισμός, βλέπεις, ίσως να μην είναι άμεσα θανατηφόρος, ενώ η παρεμπόδιση της θε­ραπείας μπορεί να προκαλέσει το θάνατο. Γι’ αυτό και οι δάσκαλοι τιμωρούν τα παιδιά, όταν φταίνε, μπροστά στ’ άλλα, για να τα βλέπουν και να γίνονται καλύτερα. Αλλά και τα καλά παιδιά τα παι­νεύουν μπροστά στ’ άλλα, για να παραδειγματίζονται. Αυτό, βέβαια, το κάνουν οι καλοί και συνετοί δάσκα­λοι. Και πρέπει να ζητάμε καλούς δασκάλους για τα παιδιά μας, ώστε να μορφώνονται θετικά· γιατί οι γο­νείς δίνουν στα παιδιά τη ζωή, ενώ οι καλοί δάσκαλοι τους μαθαίνουν την καλή ζωή.
Μην καυχιέσαι, παιδί μου, γιατί έχεις ίσως ενάρε­το και καλό πατέρα. Του γονιού σου η καλοσύνη θα καταδικάσει εσένα, αν αποδειχθείς ανάξιος απόγο­νος του. Μεγάλο πράγμα είναι το να στηρίζεις τη ζωή σου, αλλά και τη σωτηρία σου, στον αγώνα το δικό σου και όχι των άλλων. Στην παρούσα ζωή λίγοι είναι εκείνοι που θα μας συμπαρασταθούν, και στη μέλ­λουσα κανένας. Οι τιμές και οι έπαινοι, που απολαμ­βάνουν οι γονείς μας, είναι και δικοί μας μόνο όταν τους μιμούμαστε· αλλιώς, όχι μόνο σε τίποτα δεν μας ωφελούν, αλλά και γίνονται αιτία αυστηρότερης τι­μωρίας μας.

Αλλά και οι γονείς, το ξαναλέω, οφείλουν να ανα­τρέφουν τα παιδιά τους σωστά, αποβλέποντας στην ισόρροπη ανάπτυξη σώματος και πνεύματος. Να τους διδάσκουν την ευσέβεια και την αρετή. Αν δεν το κά­νουν, δεν πρέπει να λέγονται γονείς. Όπως φέρνετε γιατρό, όταν το παιδί σας αρρω­σταίνει σωματικά, έτσι να κάνετε και όταν υποφέρει ψυχικά. Η ψυχή είναι άρρωστη όταν αμαρτάνει, όταν πορνεύει, όταν κλέβει, όταν κάνει ό,τι ο Θεός απαγο­ρεύει. Αλλά και η αμάθεια, η αμορφωσιά, είναι αρρώ­στια της ψυχής, και μάλιστα μεγάλη, γιατί εξαιτίας της συμβαίνουν τόσα και τόσα δεινά. Θα πρέπει, λοι­πόν, και να τα μορφώνουμε τα παιδιά μας, γιατί έτσι θα μπορέσουν να γνωρίσουν καλύτερα το Θεό. Χω­ρίς μάθηση θα είναι σαν τα ζώα, που στερούνται τη λογική. Ο λογικός άνθρωπος πρέπει να είναι και σο­φός, όπως τον δημιούργησε εξαρχής ο Θεός. Χωρίς τη σοφία ο άνθρωπος είναι πολύτιμο πετράδι χωμένο μέ­σα στη λάσπη, είναι καράβι δίχως τιμόνι και δίχως πλήρωμα, που προχωράει στο πέλαγος της ζωής ακυ­βέρνητο, στα τυφλά. Γι’ αυτό κι ένας σοφός έλεγε: «Ο αγράμματος κοιτάζει, μα δεν βλέπει». Του φαίνεται πως βλέπει, μα είναι τυφλός, γιατί δεν έχει γνώση, προπαντός τη γνώση των αληθειών και των δογμά­των της πίστεως -τι είναι ψυχή, τι ουρανός, τι τρισυ­πόστατος Θεός, τι ανάσταση, τι βάπτισμα, τι άγγελοι, τι θεία λειτουργία, τι ίερωσύνη κ.λπ.
Ο προφήτης Δαβίδ λέει: «Αποκτήστε την παιδεία (του Θεού), για να μην οργιστεί εναντίον σας ο Κύρι­ος» (Ψαλμ. 2:12). Δώστε στα παιδιά σας χριστιανική μόρφωση. Αυτή είναι η υποχρέωσή σας. Αν αδιαφο­ρήσετε, θα κολαστείτε, έστω κι αν έχετε άλλες αρετές. Να τους μάθετε τα μυστήρια της Εκκλησίας, τη δι­καιοσύνη, τη σωφροσύνη, την ανδρεία της ψυχής. Να τα βοηθήσετε να γνωρίσουν τον εαυτό τους, γιατί μέσ’ από την αυτογνωσία θα οδηγηθούν και στη θεογνω­σία. Αν δεν γνωρίσουν το Θεό, τί θα τους ωφελήσουν όλα τ’ άλλα; Δεν ακούτε τον Κύριο, που λέει στο ιερό Ευαγγέλιο, πως, αν ο άνθρωπος κερδίσει ολόκληρο τον κόσμο, χάσει όμως την ψυχή του, δεν ωφελείται σε τίποτα;
Καλλιεργήστε, λοιπόν, πνευματικά τα παιδιά σας. Καλλιεργήστε και τον εαυτό σας. Έτσι θα σωθείτε και θα μπείτε στη βασιλεία των ουρανών, με τη χάρη του Χριστού μας.
(Πηγή: Αποσπάσματα από το βιβλίο «Θέματα ζωής». Κείμενα του Αγίου Ιωάννου του Χρυσόστομου. Η επεξεργασία και μετάφραση των κειμένων καθώς και η έκδοση των βιβλίων έχουν γίνει από τους πατέρες της Ιεράς Μονής Παρακλήτου Ωρωπού, Τόμος Α’, σελ. 144-152, 154-155)
Διαβάστε περισσότερα από τις εκδόσεις της Ιεράς Μονής Παρακλήτου πατώντας εδώ
“Η Άλλη Όψις θα ήθελε θερμά να ευχαριστήσει τον Καθηγούμενο της Ιεράς Μονής, για την ευλογία δημοσίευσης των αποσπασμάτων”
ΣΧΕΤΙΚΑ ΜΕ ΤΗΝ ΑΝΑΤΡΟΦΗ ΤΩΝ ΠΑΙΔΙΩΝ ΑΡΘΡΑ:
Οι γονείς και η ανατροφή των παιδιών (Μοναχός Μωυσής Αγιορείτης)
Η υπερπροσφορά δώρων «ανατρέφει» εγωκεντρικά παιδιά (Ελενα Κιουρκτσή)
Παιδαγωγώντας με σεβασμό (Αδελφή Μαγδαληνή)
Παιδική ψυχαγωγία: Επτά σημεία προσοχής (Ελένη Ανδρουλάκη, Καθηγήτρια)
Η παιδαγωγία της βίας και ο βιασμός των παιδιών μας (Ελένη Ανδρουλάκη, Καθηγήτρια)
Ορθόδοξη Αγωγή και Ελευθερία του Πνεύματος (Αρχ. Βασίλειος Γοντικάκης, Προηγούμενος Ι.Μ. Ιβήρων Αγίου Όρους)
Παιδαγωγικοί λόγοι του π. Πορφυρίου II (π. Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος)
Παιδαγωγικοί λόγοι του π. Πορφυρίου I (π. Κωνσταντίνος Στρατηγόπουλος)
Αγωγή των νέων στη σύγχρονη κοινωνία (Μητροπολίτη Λεμεσού κ. Αθανασίου)
Η Ορθόδοξη «σεξουαλική αγωγή» (Πρωτοπρεσβύτερος π. Γεώργιος Μεταλληνός)
Η προβληματική γύρω από την ομοφυλοφιλία – Η παιδαγωγική των γονέων προς αποφυγή της ομοφυλοφιλίας (Αρχ. Σαράντης Σαράντος)
Η προσευχή ως μέσον διαπαιδαγωγήσεως των παιδιών (μοναχός Αρσένιος Βλιαγκόφτης, Δρ Θ.- Πτ. Φ.)
Κριτική στο βιβλίο ‘Σκέψεις για τα παιδιά στην Ορθόδοξη Εκκλησία σήμερα’ (Χρυσάνθη Μιχαλοπούλου, νηπιαγωγός – παιδαγωγός)
Το παιδί μας: η σχέση και η χρήση (Χρήστος Γιανναράς)
Σκέψεις για τα παιδιά στην Ορθόδοξη Εκκλησία σήμερα (Αδελφής Μαγδαληνής)
O Aγ. Ιωάννης ο Xρυσόστομος και η οικογενειακή ζωή (Αρχιμ. Εφραίμ, Καθηγούμενος Ιεράς Μεγίστης Μονής Βατοπαιδίου)
Τα παιδιά στο περιβάλλον της «Νέας Εποχής» (Κωνσταντίνος Παπαχριστοδούλου, Πρόεδρος του Δ.Σ. της Π.Ε.Γ.)
Το τέλος της αθωότητας – Καταστρέφοντας τα παιδιά
Πώς θα προστατεύσουμε τα παιδιά μας από τα ναρκωτικά (Αθανάσιος Β. Αβραμίδης, Καρδιολόγος Καθηγητής Παθολογίας τoυ Πανεπιστημίου Αθηνών)

Παρασκευή 24 Ιανουαρίου 2020

ΣΕ ΑΓΑΠΑΩ ΑΛΗΘΕΙΑ ΧΡΙΣΤΕ ΜΟΥ ;;!!!!!!

Χριστέ μου Σ’αγαπάω πολύ αλλά όταν πρόκειται να διαλέξω ανάμεσα σε Σένα και την αμαρτία, διαλέγω την αμαρτία πολλές φορές… Σ’αγαπάω Χριστέ μου αλλά δεν ακολουθώ όλες τις εντολές Σου, νομίζω είναι υπερβολικές μερικές… δεν είμαι και μοναχός! Σ’αγαπάω Χριστέ μου αλλά δεν αγαπώ και τον πλησίον μου, κάνω παρέα με μερικούς αδερφούς αλλά δεν μπορώ να τους αγαπάω όπως Εσύ! Έτσι κι αλλιώς δεν ταιριάζουμε όλοι με όλους! Σ’αγαπάω Χριστέ μου αλλά δεν μπορώ να βοηθάω και τους συνανθρώπους μου… κι εγώ φτωχός είμαι. Αν δώσω τον ένα μου χιτώνα και μου χαλάσει ο άλλος τί θα έχω; Σ’αγαπάω Χριστέ μου αλλά δεν συμφωνώ με όλα που έχεις πει… μερικά δε μου φαίνονται και τόσο λογικά . Σ’αγαπάω Χριστέ μου αλλά δεν πιστεύω και τόσο πολύ! Σ’ αναζητάω όμως γι’αυτό μη βιαστείς να μου φανερωθείς… έχω αγαπήσει πιο πολύ την αναζήτηση από τον Αναζητούμενο!
Σ’αγαπάω Χριστέ μου αλλά δεν μπορώ να προσεύχομαι. Ξέρεις… δουλειές, κούραση, άγχη… θέλω αλλά δεν μπορώ! Σ’αγαπάω Χριστέ μου αλλά όταν μπαίνω στο ίντερνετ διαβάζω και το Λόγο Σου, διαβάζω και τίποτε κουτσομπολίστικο και άλλα… άσεμνα πράγματα! τί να κάνω; άνθρωπος είμαι! Σ’αγαπάω Χριστέ μου αλλά όταν με κακολογούν νευριάζω πολύ και κάνω άσχημες σκέψεις γι’αυτούς! Όμως Σ’αγαπώ! Δεν έρχομαι κάθε Κυριακή στην εκκλησία, είμαι πολύ κουρασμένος καμιά φορά! Ούτε και μπορώ να έρχομαι από τις 7, δεν είμαι και θεούσος! Χριστέ μου Σ’αγαπάω πολύ αλλά όταν βάλω στη ζυγαριά Εσένα και το τσιγάρο, παίρνω το τσιγάρο από τη ζυγαριά και το καπνίζω! Σ’αγαπάω Χριστέ μου αλλά δεν μπορώ να νηστεύω σαράντα ημέρες επειδή Εσύ γεννιέσαι ή επειδή σταυρώνεσαι! Σαράντα ημέρες χωρίς κρέας, χωρίς γλυκά… Δε φτάνει που είμαι καλός άνθρωπος; Σ’αγαπάω Χριστέ μου αλλά για να νιώσω Χριστούγεννα δε μου φτάνεις μόνο Εσύ, θέλω και λαμπάκια και χριστουγεννιάτικο δέντρο γιατί αλλιώς νιώθω μελαγχολία!
Σ’αγαπάω Χριστέ μου αλλά αν ένας αδερφός μου μού πει μετά από δύο χρόνια που έχω να εξομολογηθώ ότι με την εξομολόγηση θα νιώσω καλύτερα, πιέζομαι τόσο πολύ που του κόβω την καλημέρα! Σ’αγαπάω Χριστέ μου αλλά μερικές φορές δεν καταλαβαίνω γιατί να μην έχω ελεύθερες ερωτικές σχέσεις. Νέος είμαι, γουρούνι στο σακί θα πάρω; Σ’αγαπάω Χριστέ μου αλλά μερικές φορές ο πνευματικός μου είναι πολύ αυστηρός και δε με αναπαύει! Κι έτσι φεύγω από την Εκκλησία ή ψάχνω να βρω κάποιον να μου κάνει τα χατίρια! Σ’αγαπάω Χριστέ μου αλλά όταν ακούω ότι έχω μήνυμα στο κινητό λέω ‘ αχ λες να είναι η Ελένη;’ και όταν βλέπω ότι είναι κάτι πνευματικό νευριάζω… άνθρωπος είμαι, κάθε μέρα με Σένα θα ασχολούμαι;
Σ’αγαπάω Χριστέ μου αλλά σκανδαλίζομαι με τους αδερφούς μου, τέτοιοι που είναι και τους κρίνω και τους ελέγχω αλλά εγώ δε θέλω έλεγχο! … Σ’αγαπάω Χριστέ μου αλλά αυτό που κοινωνούμε είναι όντως Σώμα και Αίμα Σου; Σ’αγαπάω Χριστέ μου αλλά μένω αδιόρθωτος , όλο λόγια είμαι, όλο ‘ από αύριο’, όλο δικαιολογίες… Σ’αγαπάω Χριστέ μου αλλά καμιά φορά αναρωτιέμαι ‘ Σ’αγαπάω αλήθεια Χριστέ μου;’ (Κ.Δ.Κ

Τετάρτη 22 Ιανουαρίου 2020

Προφητείες του Αγ. Αγαθαγγέλου


ΠΕΡΙ ΜΕΤΑΝΟΙΑΣ-ΚΛΙΜΑΞ-ΑΓΙΟΣ ΙΩΑΝΝΗΣ ΣΙΝΑΙΤΗΣ

ΛΟΓΟΣ ΠΕΜΠΤΟΣ
Περί μετανοίας
(Διά την πραγματικήν και γνησίαν μετάνοια και διά τους αγίους καταδίκους και διά την Φυλακήν)
orthodoxy
1. Ο Ιωάννης κάποτε, (την ημέρα της Αναστάσεως), έτρεξε πρίν από τον Πέτρο (στον τάφο του Κυρίου). Και εμείς ετοποθετήσαμε τον λόγο της υπακοής πρίν από τον λόγο της μετανοίας. Διότι ο Ιωάννης έγινε τύπος υπακοής, ενώ ο Πέτρος μετανοίας.
2. Μετάνοια σημαίνει ανανέωσις του βαπτίσματος. Μετάνοια σημαίνει συμφωνία με τον Θεόν για νέα ζωή. Μετανοών σημαίνει αγοραστής της ταπεινώσεως. Μετάνοια σημαίνει μόνιμος αποκλεισμός κάθε σωματικής παρηγορίας. Μετάνοια σημαίνει σκέψις αυτοκατακρίσεως, αμεριμνησία για όλα τα άλλα και μέριμνα για την σωτηρία του εαυτού μας. Μετάνοια σημαίνει θυγατέρα της ελπίδος και αποκήρυξις της απελπισίας. Μετανοών σημαίνει κατάδικος απηλλαγμένος από αισχύνη.
Μετάνοια σημαίνει συμφιλίωσις με τον Κύριον, με έργα αρετής αντίθετα προς τα παραπτώματά μας. Μετάνοια σημαίνει καθαρισμός της συνειδήσεως. Μετάνοια σημαίνει θεληματική υπομονή όλων των θλιβερών πραγμάτων. Μετανοών σημαίνει επινοητής τιμωριών του εαυτού του. Μετάνοια σημαίνει υπερβολική ταλαιπωρία της κοιλίας (με νηστεία) και κτύπημα της ψυχής με υπερβολική συναίσθησι.
3. Τρέξατε και ελάτε. Ελάτε όλοι όσοι παρωργίσατε τον Θεόν, για να ακούσετε αυτά που έχω να σας διηγηθώ. Συγκεντρωθήτε για να ιδήτε αυτά πού μου έδειξε ο Θεός προς οικοδομήν. Ας τοποθετήσωμε πρώτη και ας προτιμήσωμε μια διήγησι πού αναφέρεται σε τιμημένους εργάτες της αρετής πού ζούσαν χωρίς τιμή.
4. Όσοι ανέλπιστα επέσαμε σε κάποια αμαρτία, ας τα ακούσωμε αυτά και ας τα κρατήσωμε και ας τα μιμηθούμε. Σηκωθήτε και καθήσατε (να ακούσετε) εσείς πού είσθε πεσμένοι από τις αμαρτίες. Δώστε προσοχή στον λόγο μου, αδελφοί μου. Ανοίξατε τα αυτιά σας όλοι εσείς πού θέλετε με πραγματική επιστροφή να συμφιλιωθήτε πάλι με τον Θεόν.
5. Όταν άκουσα εγώ ο μικρός και αδύνατος ότι ήταν σπουδαίος και θαυμαστός ο τρόπος της ζωής και η ταπείνωσις αυτών πού έμεναν στην απομονωμένη Μονή, την λεγόμενη Φυλακή, η οποία υπαγόταν στον εξαίρετο εκείνο φωστήρα πού προαναφέραμε, παρεκάλεσα τον όσιο να την επισκεφθώ. Και πράγματι υπεχώρησε στην παράκλησί μου ο μέγας Ποιμήν, μη θέλοντας ποτέ να λυπήση άνθρωπο.
Μόλις έφθασα λοιπόν στη Μονή αυτών πού μετανοούσαν, και στον τόπο αυτών πού αληθινά πενθούσαν, αντίκρυσα πραγματικά, αν μπορούμε να το ειπούμε, πράγματα πού οφθαλμός αμελούς ανθρώπου δεν είδε και αυτί ραθύμου δεν άκουσε και νους ανθρώπου οκνηρού δεν εφαντάσθηκε (πρβλ. Α΄ Κορ. β΄ 9). Είδα και άκουσα πράγματα και λόγια πού έχουν την δύναμι να εκβιάσουν το έλεος του Θεού, τρόπους και μορφές ασκήσεως πού μπορούσαν να κάμψουν σύντομα την φιλανθρωπία Του.
Άλλους από τους ενόχους αυτούς και όχι πλέον ενόχους, τους είδα να ίστανται όλη την νύκτα μέχρι το πρωί στην ύπαιθρο. Να έχουν τα πόδια ακίνητα. Από την πίεσι του ύπνου και την βία πού εξασκούσαν επάνω στην φύσι τους να πηγαίνουν πέρα-δώθε κατά τρόπο αξιολύπητο. Να μη προσφέρουν στον εαυτό τους καμμία ανάπαυσι. Αντίθετα δε να τον επιπλήττουν, να τον ξυπνούν και να του επιτίθενται με «ατιμίες» και ύβρεις. Άλλους τους είδα να ατενίζουν τον ουρανό με ύφος αξιολύπητο, και με οδυρμούς και κραυγές να επικαλούνται από εκεί την βοήθεια.
Άλλους να ίστανται στην προσευχή δένοντας τά χέρια πίσω σαν τους καταδίκους, σκύβοντας το σκυθρωπό τους πρόσωπο κάτω, κρίνοντας και καταδικάζοντας τον εαυτό τους ανάξιο να ατενίση προς τον ουρανό. Να μην έχουν να ειπούν ή να προσφέρουν κάτι στον Θεόν, από την αμηχανία πού τους προκαλούσε η σκέψις και η συναίσθησις της αμαρτωλότητός των. Να μην ευρίσκουν πώς ή από πού να αρχίσουν την ικεσία. Να παρουσιάζουν μόνο στον Θεό μία ψυχή αμίλητη και έναν νου άφωνο γεμάτο από σκοτισμό και από κάποια απελπισία.
Άλλοι πάλι να κάθωνται στο έδαφος σε σάκκο και σποδό, να έχουν το πρόσωπο χωμένο στα γόνατα και να κτυπούν το μέτωπο στη γη. Άλλοι να κτυπούν συνεχώς το στήθος τους, να καταδικάζουν και να ανακαλούν την αμαρτωλή τους ψυχή και ζωή. Μερικοί από αυτούς έβρεχαν το έδαφος με τα δάκρυά τους. Και μερικοί πού δεν είχαν δάκρυα επλήγωναν το σώμα τους με δυνατά κτυπήματα. Άλλοι, πού δεν μπορούσαν να υποφέρουν την πίεση της καρδιάς, ωλόλυζαν για την ψυχή τους ωσάν για νεκρό. Και άλλοι εβογγούσαν εσωτερικά και εμπόδιζαν να εξέλθη από το στόμα το βογγητό. Μερικές όμως φορές, μη μπορώντας να συγκρατηθούν, αναστέναζαν απότομα.
Είδα εκεί μερικούς που έδειχναν σαν παράφρονες, τόσο με τα φερσίματά τους, όσο και με το κλείσιμο στον εαυτό τους. Έδειχναν σαν αποσβολωμένοι από την πολλή αδημονία, γεμάτοι σκοτισμό και σχεδόν αναίσθητοι για κάθε πράγμα της παρούσης ζωής. Είχαν πλέον βυθίσει τον νους τους στην άβυσσο της ταπεινώσεως, και με το πύρ της θλίψεως είχαν τηγανίσει και καταξηράνει τά δάκρυα των οφθαλμών τους. Άλλους να κάθωνται με σύννοια, να σκύβουν στην γη, να κινούν αδιάκοπα το κεφάλι τους, να αναστενάζουν και να μουγκρίζουν ωσάν λεόντες μέσα από τα βάθη της καρδιάς των, μέσα από τα δόντια τους.
Μερικοί από αυτούς προσεύχονταν γεμάτοι ελπίδα και επιζητούσαν τελεία άφεσι. Άλλοι από ανέκφραστη ταπείνωσι κατεδίκαζαν και έκριναν τον εαυτό τους ανάξιο συγχωρήσες, και έκραζαν πώς δεν μπορούν να απολογηθούν στον Θεόν. Μερικοί εκλιπαρούσαν να τιμωρηθούν εδώ, για να ελεηθούν εκεί. Άλλοι πού ήταν συντετριμμένοι από το βάρος της συνειδήσεως, έλεγαν με ειλικρινή πόθο: «Είμαστε ευχαριστημένοι, εάν ούτε κολασθούμε ούτε αξιωθούμε της επουρανίου βασιλείας».
Είδα εκεί μέσα ψυχές ταπεινές και συντετριμμένες πού ελύγιζαν από το βάρος του φορτίου των αμαρτιών και με τις κραυγές τους προς τον Θεόν μπορούσαν να κάνουν και τις αναίσθητες πέτρες να ραγίσουν. Σκυμμένοι προς την γή εκραύγαζαν: «Το γνωρίζομε. Το γνωρίζομε. Μας αξίζει κάθε τιμωρία και κάθε κόλασις. Και δικαίως. Και αν ακόμη συναθροίζαμε όλη την οικουμένη να πενθή για εμάς, δεν θα ήταν αρκετό να μας δικαιώση για τα τόσα μας χρέη. Ένα όμως μόνο παρακαλούμε, ένα δυσωπούμε, ένα ικετεύουμε: «Μη τώ θυμώ σου ελέγξης ημάς, μηδέ τη οργή σου παιδεύσης ημάς» (Ψαλμ. στ΄ 2). Μήτε να μας τιμωρήσης με την δικαία κρίσι σου. Αλλά να μας αντιμετωπίσης με την επιείκειά σου και αρκεί αυτή να μας απαλλάξη ολίγο από την βαρειά απειλή σου και από τις κρυφές και άγνωστες τιμωρίες της κολάσεως. Δεν τολμούμε να ζητήσουμε τελεία άφεσι, διότι πώς να το κάνουμε αυτό; Άνθρωποι, πού δεν εφυλάξαμε καθαρό το μοναχικό μας επάγγελμα, αλλά το εμολύναμε και μάλιστα μετά από την φιλανθρωπία και συγχώρησι πού προηγήθηκε, (την συγχώρησι των μετά το βάπτισμα και πρό της κουράς αμαρτιών).
Μπορούσε εκεί, αγαπητοί μου, μπορούσε εκεί να ιδή κανείς να πραγματοποιούνται πλήρως τα λόγια του Δαβίδ. Μπορούμε να ιδή «ανθρώπους πού ήταν ταλαιπωρημένοι και κυρτωμένοι συνεχώς μέχρι το τέλος της ζωής τους, πού όλη την ημέρα περπατούσαν σκυθρωποί, που ανέδιδαν δυσοσμία από τις σαπισμένες πληγές του σώματός τους, ανθρώπους πού δεν εφρόντιζαν τον εαυτόν τους, πού ξεχνούσαν να φάγουν τον άρτο τους, πού έπιναν το ύδωρ αναμεμειγμένο με δάκρυα, και έτρωγαν χώμα και στάχτη μαζί με τον άρτο, πού είχαν τα οστά κολλημένα στο δέρμα και ωμοίαζαν με ξηρό χορτάρι» (Ψαλμ. λζ΄ 7, 6, ρα΄ 5, 10, 6, 12). Τίποτε άλλο δεν μπορούσες να ακούσης από αυτούς, παρά μόνο τούτα τα λόγια: ουαί – ουαί, αλλοίμονο – αλλοίμονο, δίκαια – δίκαια, λυπήσου μας – λυπήσου μας, Δέσποτα. Άλλοι έλεγαν: ελέησέ μας – ελέησέ μας. Και άλλοι ακόμη πιο λυπητερά: συγχώρησέ μας – συγχώρησέ μας, Δέσποτα, εάν είναι δυνατόν.
Μπορούσες να ιδής εκεί φλογισμένες γλώσσες πού εκρέμονταν έξω από το στόμα όπως των σκύλων. Άλλοι ετιμωρούσαν τον εαυτό τους στον καύσωνα, και άλλοι τον εβασάνιζαν στο ψύχος. Μερικοί εδοκίμαζαν από το ύδωρ τόσο, όσο μόνο για να μην αποθάνουν από την δίψα. Και μερικοί αφού έτρωγαν ολίγο από τον άρτο, τον υπόλοιπο τον επετούσαν με το χέρι μακρυά, λέγοντας πώς είναι ανάξιοι να γευθούν την τροφή των λογικών ανθρώπων, αφού διέπραξαν τα έργα των άλογων ζώων.
Πού να εμφανισθή ανάμεσα σ΄αυτούς γέλιο; Πού αργολογία; Πού θυμός; Πού οργή; Αυτοί δεν εγνώριζαν αν υπάρχη ακόμη οργή μεταξύ των ανθρώπων, διότι το πένθος είχε σβήσει τελείως τον θυμό μέσα τους. Πού να συναντήσεις την αντιλογία; Πού εορτή; Πού παρρησία; Πού ευχαρίστησι και περιποίησι του σώματος; Πού ίχνος κενοδοξίας; Πού ελπίδα τρυφής; Πού ενθύμησις οίνου; Πού γεύσι φρούτων; Πού παρηγορία χύτρας; Πού γλύκισμα για τον λάρυγγα; Όλων τούτων η ελπίδα είχε σβήσει γι΄αυτούς. Πού να συναντήσης σ΄αυτούς μέριμνα για επίγεια πράγματα; Πού κατάκρισι κάποιου ανθρώπου; Πουθενά!
Όσα έλεγαν και εκραύγαζαν αυτοί προς τον Κύριον ήταν τα εξής: Μερικοί, ωσάν να ίσταντο εμπρός στην πύλη του ουρανού, εκτυπούσαν δυνατά το στήθος και έλεγαν προς τον Θεόν: «Άνοιξέ μας, άνοιξε, ώ δικαστά, άνοιξέ μας, αφού εμείς με τις αμαρτίες μας εκλείσαμε για τον εαυτό μας την πύλη». Άλλοι έλεγαν: «Επίφανον το πρόσωπόν σου μόνον, και σωθησόμεθα» (Ψαλμ. οθ΄ 4). Ένας έλεγε: «Επίφανον τοίς έν σκότει και σκιά θανάτου καθημένοις ταπεινοίς» (Ησ. θ΄ 2). Άλλος πάλι: «Ας μας προλάβουν γρήγορα, Κύριε, οι οικτιρμοί σου, διότι εχαθήκαμε, διότι απελπισθήκαμε, διότι εσβήσαμε τελείως» (Ψαλμ. οη΄ 8).
Μερικοί από αυτούς έλεγαν: «Θα φανερωθή άραγε πλέον σ΄εμάς ο Κύριος»; Και άλλοι: «Εξώφλησε άραγε η ψυχή μας το χρέος το ανυπέρβλητο»; Άλλος: «Θα καταπραϋνθή άραγε τώρα πλέον από εμάς ο Κύριος; Θα τον ακούσωμε άραγε να λέγη σ΄εμάς τους δεμένους μ΄άλυτα δεσμά, «εξέλθετε»; Και σ΄εμάς πού ευρισκόμαστε στον άδη της μετανοίας, «είσθε συγχωρημένοι»; Έφθασε άραγε η κραυγή μας στα αυτιά του Κυρίου»;
Όλοι επερνούσαν τον καιρό τους έχοντας συνεχώς εμπρός στους οφθαλμούς των τον θάνατο και λέγοντας:
«Άραγε ποια θα είναι η κατάληξις; Άραγε ποια θα είναι η απόφασις; Άραγε ποιο θα είναι το τέλος μας; Άραγε υπάρχει επαναφορά; Άραγε υπάρχει συγχώρησις σ΄εμάς τους σκοτεινούς, τους ταπεινούς, τους καταδίκους; Άραγε μπόρεσε η δέησίς μας να φθάση ενώπιον του Κυρίου ή εγύρισε πίσω ταπεινωμένη και ντροπιασμένη; Άραγε, αν έφθασε, τι κατώρθωσε; πόσο Τον εξευμένισε; πόσο ωφέλησε; πόσο ενήργησε; διότι εβγήκε από ακάθαρτα στόματα και σώματα και δεν έχει πολλή δύναμι. Άραγε μας συμφιλίωσε τελείως με τον Κριτή; Άραγε έν μέρει; Άραγε για τα μισά τραύματά μας; επειδή είναι πράγματι μεγάλα και χρειάζονται πολλούς ιδρώτες και μόχθους. Άραγε μας επλησίασαν καθόλου οι φύλακές μας (άγγελοι) ή ίστανται ακόμη μακρυά; Εάν εκείνοι δεν μας πλησιάσουν, όλοι μας οι κόποι είναι μάταιοι και ανωφελείς, διότι η προσευχή μας, εάν δεν την πάρουν οι προστάτες μας άγγελοι, ερχόμενοι πλησίον μας, και την προσφέρουν στον Κύριον, δεν έχει δύναμη παρρησίας ούτε φτερά καθαρότητος για να φθάση σ΄Αυτόν».
Γι΄αυτά πολλές φορές και μεταξύ τους απορούσαν και έλεγαν: «Άραγε, αδελφοί, κατορθώνομε τίποτε; Άραγε επιτυγχάνωμε αυτό πού ζητούμε; Άραγε μας δέχεται πάλι ο Θεός; Άραγε μας ανοίγει την θύρα»;
Και οι άλλοι απαντούσαν:
«Ποιος ξέρει -όπως το είπαν οι αδελφοί μας οι Νινευίτες- μήπως μεταμεληθή ο Κύριος και μας λυτρώση από την μεγάλη έστω τιμωρία; (Ιωνά γ΄ 9). Εμείς όμως ας πράξωμε ό,τι εξαρτάται από εμάς. Και αν μέν μας ανοίξη, πολύ καλά, ειδεμή «ευλογητός Κύριος ο Θεός», ο οποίος δίκαια μας έκλεισε έξω. Πλήν όμως ας επιμείνωμε κτυπώντας μέχρι το τέλος της ζωής μας, και ίσως, βλέποντας την πολλή μας αναίδεια και επιμονή, μας ανοίξη ο Αγαθός».
Γι΄αυτό και έλεγαν παρακινώντας τους εαυτούς των:
« Δράμωμεν, αδελφοί, δράμωμεν. Έχομεν ανάγκη δρόμου και μάλιστα δρόμου σκληρού, διότι έχομε μείνει πίσω από την καλή μας συνοδία. Ας τρέξωμε χωρίς να λογαριάζωμε την ακάθαρτη και ταλαίπωρη σάρκα μας. Αν την φονεύσωμε και εμείς, όπως μας εφόνευσε και αυτή».
Έτσι και έκαναν οι μακάριοι εκείνοι υπόδικοι.
Έβλεπες σ΄αυτούς γόνατα αποσκληρυμένα από τις πολλές μετάνοιες. Οφθαλμούς λυωμένους και βυθισμένους στο βάθος των κόγχων. Απογυμνωμένοι από τρίχες, με μάγουλα πληγωμένα και φλογισμένα από την φλόγα των θερμών δακρύων.
Έβλεπες πρόσωπα ωχρά και καταμαραμένα πού δεν ξεχώριζαν καθόλου από πρόσωπα νεκρών. Στήθη που επονούσαν από τα κτυπήματα και αιματηρά πτύελα που προέρχονταν από τα γρονθοκοπήματα του στήθους.
Πού να ευρεθή εκεί στρώμα; Πού καθαρό ή στερεό ένδυμα; Όλα ήταν σχισμένα, ακάθαρτα και σκεπασμένα με ψείρες. Πού να συγκριθή με την ιδική τους ταλαιπωρία η ταλαιπωρία των δαιμονισμένων; Πού εκείνων που θρηνούν τους νεκρούς; Πού εκείνων πού ζούν εξόριστοι; Πού η τιμωρία των καταδικασμένων για φόνο; Ούτε συγκρίνεται η αθέλητη παίδευσις και τιμωρία αυτών με την ιδική τους την θεληματική.
Και σας παρακαλώ, αδελφοί, να μη τα θεωρήσετε σαν μύθους όσα σας είπα. Ικέτευαν οι άνθρωποι αυτοί πολλές φορές τον μεγάλο εκείνο δικαστή -τον Ποιμένα τους εννοώ, τον άγγελο πού ζούσε μεταξύ των ανθρώπων- να περισφίγξη τα χέρια και τον τράχηλό τους με σιδερένια δεσμά, και να δέση τα πόδια τους στο τιμωρητικό ξύλο, και να μη λυθούν από αυτά πρίν τους δεχθή το μνήμα. Ακόμη δε ούτε και σε μνήμα να τους βάλουν!
Δεν θα κρύψω καθόλου ούτε την ελεημένη ταπείνωσι αυτών των πραγματικά μακαρίων ούτε την συντετριμμένη προς τον Θεόν αγάπη και μετάνοιά τους.
Καθ΄όν χρόνον οι καλοί αυτοί κάτοικοι της χώρας της μετανοίας επρόκειτο να αναχωρήσουν προς τον Κύριον και να παρασταθούν εμπρός στο αδέκαστο βήμα, βλέποντας ότι τελειώνει πλέον η ζωή τους, μέσω του προϊσταμένου τους εκλιπαρούσαν με όρκους τον Μέγαν, (τον Ηγούμενο δηλαδή), να μην αξιωθούν ανθρωπίνης ταφής, αλλά να πεταχθούν σαν άλογα ζώα ή στο ρεύμα του ποταμού ή στα θηρία του αγρού.
Και πολλές φορές υπήκουσε και το έκανε ο λύχνος εκείνος της διακρίσεως, δίδοντας εντολή να τους κηδεύσουν χωρίς καμμία τιμή και ψαλμωδία.
Πόσο δε φοβερό και οικτρό ήταν το θέαμα της τελευταίας ώρας τους! Όταν δηλαδή οι συγκατάδικοι αντελαμβάνονταν πώς κάποιος πρίν από αυτούς επρόκειτο να αποθάνη, ενώ ακόμη είχε τις αισθήσεις του, τον περικύκλωναν. Και με δίψα, με πένθος, με επιθυμία, με αξιολύπητο ύφος και λυπητερά λόγια, κουνώντας το κεφάλι, υπέβαλλαν ερωτήσεις σ΄αυτόν πού έφευγε και με θερμή συμπάθεια του έλεγαν:
«Τι γίνεται αδελφέ και συγκατάδικε; Πώς βλέπεις τα πράγματα; Τι λέγεις; Τι ελπίζεις; Τι καταλαβαίνεις; Επέτυχες με τους κόπους σου αυτό πού εζητούσες ή δεν το κατόρθωσες; Άνοιξες ή ακόμη αισθάνεσαι ως ένοχος; Έφθασες ή απέτυχες; Έλαβες κάποια πληροφορία ή έχεις αβεβαία ελπίδα; Έλαβες άνεσι και ελευθερία ή ταλαντεύεται και αμφιβάλλει ακόμη ο λογισμός σου; Αισθάνθηκες μέσα στην καρδιά σου κάποιο φωτισμό ή βλέπεις ότι παραμένει ακόμη στο σκότος και στην ατιμία; Άκουσες μέσα σου καμμία φωνή να σου λέγη: «Ίδε υγιής γέγονας»; (Ιωάν. ε΄ 14) ή «αφέωνταί σοι αί αμαρτίαι»; (Λουκ. ζ΄ 48) ή «η πίστις σου σέσωκέ σε»; (Λουκ. ζ΄ 50). Ή μήπως αισθάνεσαι πώς ακούεις ακόμη την φωνή: «Αποστραφήτωσαν οι αμαρτωλοί είς τον άδην» (Ψαλμ. θ΄ 18) και «δήσαντες αυτού (=αφού του δέσετε) χείρας και πόδας εμβάλετε είς το σκότος» (Ματθ. κβ΄ 13) και «αρθήτω (=ας εκδιωχθή) ο ασεβής, ίνα μη ίδη την δόξαν Κυρίου»; (Ησ. κστ΄ 10). Τι λέγεις, αλήθεια, αδελφέ; Πές μας, σε ικετεύουμε, για να μάθωμε κι εμείς τι πρόκειται να συναντήσωμε. Για σένα πλέον έκλεισε η προθεσμία και δεν θα σου δοθή άλλη είς τον αιώνα».
Σ΄αυτά τα ερωτήματα άλλοι από τους ετοιμοθανάτους απαντούσαν: «Ευλογητός Κύριος, ός ούκ απέστησε (= απεμάκρυνε) την προσευχήν ημών, και το έλεος αυτού άφ΄ ημών» (Ψαλμ. ξε΄ 20). Άλλοι πάλι έλεγαν «Ευλογητός ο Κύριος πού δεν μας παρέδωσε στα δόντια τους να μας φάγουν» (Ψαλμ. ρκγ΄ 6). Άλλοι γεμάτοι οδύνη έλεγαν: «Άραγε θα κατορθώση η ψυχή μας να περάση το αδιαπέραστο ύδωρ, δηλαδή το πλήθος των πονηρών πνευμάτων του αέρος»; (πρβλ. Ψαλ. ρκγ΄ 5). Δεν ετολμούσαν ακόμη να ξεθαρρέψουν, αλλά εσκέπτονταν συνεχώς τί γίνεται σ΄εκείνο το κριτήριο.
Και άλλοι από αυτούς απαντούσαν με άλλα πιο οδυνηρά λόγια: «Αλλοίμονο στην ψυχή πού δεν εφύλαξε το μοναχικό επάγγελμα άσπιλο. Αυτή και μόνο την ώρα θα καταλάβη τι την περιμένει».
Εγώ δε πού είδα σ΄ αυτούς και άκουσα τούτα, παρ΄ ολίγο θα απελπιζόμουν βλέποντας και συγκρίνοντας την αδιαφορία μου με την ιδική τους κακοπάθεια.
Αλλά και η διαμονή και η διαρρύθμισις του τόπου αυτού ποια ήταν! Ήταν γεμάτη σκότος, γεμάτη δυσωδία, εντελώς ρυπαρά και ξηρά. Γι΄αυτό και πολύ σωστά ωνομάσθηκε Φυλακή και καταδίκη. Έτσι και μόνη η θέας της τοποθεσίας έφθανε για να διδάσκη την πλήρη μετάνοια και το πένθος.
Αυτά όμως πού για τους άλλους είναι δύσκολα, απαράδεκτα και ανεπιθύμητα, σε αυτούς που εξέπεσαν από την αρετή και τον πνευματικό πλούτο γίνονται ευχάριστα και ευπρόσδεκτα. Διότι η ψυχή πού εστερήθηκε την προηγουμένη παρρησία προς τον Θεόν, πού έχασε την ελπίδα της απαθείας, πού διέρρηξε την σφραγίδα της αγνότητος, πού της έκλεψαν τον πλούτο των χαρισμάτων, πού αποξενώθηκε από την θεία παρηγορία, πού αθέτησε το συμβόλαιό της με τον Κύριον, πού έσβησε μέσα της το χαριτωμένο πύρ των δακρύων, και πού πληγώνεται αναπολώντας αυτά και κεντάται οδυνηρά… όχι μόνο τους προηγουμένους κόπους τους δέχεται ολοπρόθυμα, αλλά, πολύ περισσότερο, επινοεί με ευσεβείς ασκήσεις να οδηγηθή στον θάνατον –εάν βέβαια απέμεινε μέσα της κάποιος σπινθήρ αγάπης ή φόβου του Κυρίου, όπως ακριβώς συνέβαινε σ΄αυτούς τους μακαρίους.
Έχοντας στον νου τους αυτά και αναλογιζόμενοι το ύψος από το οποίο εξέπεσαν, έλεγαν: «Εμνήσθημεν ημερών αρχαίων (Ψαλμ. ρμβ΄ 5), την πρώτη δηλαδή φλόγα του ζήλου μας». Άλλοι εφώναζαν προς τον Θεόν: «Πού είσι τα ελέη σου τα αρχαία Κύριε, ά έδειξας τη ψυχή ημών έν τη αληθεία σου; Μνήσθητι του ονειδισμού και του μόχθου των δούλων σου» (πρβλ. Ψαλμ. πη΄ 50-51).
Άλλος: «Ποιος να με εγύριζε στον παρελθόντα καιρό, στις ημέρες πού με επροστάτευε ο Θεός, τότε πού ο φωτεινός λύχνος Του έφεγγε επάνω από την κεφαλή μου, την κεφαλή της καρδιάς μου»; (Ιώβ κθ΄ 2-3).
Με πόση νοσταλγία ενθυμούντο τα προηγούμενα κατορθώματά τους, και κλαίοντας γι΄ αυτά σαν μικρά παιδιά, έλεγαν:
«Πού είναι η καθαρότης της προσευχής; Πού το θάρρος και η παρρησία της; Πού το γλυκύ δάκρυ αντί του τωρινού πικρού; Πού η ελπίς της τελείας αγνότητος και καθάρσεως; Πού η προσδοκία της μακαρίας απαθείας; Πού η πίστις προς τον Γέροντα; Πού η ενέργεια της προσευχής του σ΄εμάς; Εχάθηκαν όλα αυτά, εξέλιπαν σαν να μην υπήρξαν καθόλου, εξαφανίσθηκαν σαν ανύπαρκτα και διελύθησαν».
Ενώ έλεγαν αυτά και εθρηνούσαν, μερικοί προσεύχονταν να καταληφθούν από δαιμόνιο. Άλλοι ικέτευαν τον Κύριον να αποκτήσουν λέπρα. Άλλοι, να χάσουν την όρασί τους, και να γίνουν σ΄ όλους αξιολύπητο θέαμα. Άλλοι, να πέσουν παράλυτοι στο κρεββάτι, αρκεί μόνο να μη δοκιμάσου τά (μελλοντικά) εκείνα κολαστήρια.
Εγώ τότε, αγαπητοί μου, ξεχάσθηκα, εισήλθα ολόκληρος μέσα στο πένθος τους, και ο νούς μου αιχμαλωτίσθηκε εντελώς, χωρίς να μπορώ να τον επαναφέρω. Ας επιστρέψωμε όμως πάλι στην σειρά του λόγου.
Αφού παρέμεινα τριάντα ημέρες σ΄αυτήν την φυλακή, επιστρέφω ο ανυπομόνητος στο μεγάλο Κοινόβιο, στον Μέγαν, (τον Ηγούμενο δηλαδή). Αυτός δε ο πάνσοφος βλέποντάς με σαν να είμαι άλλος άνθρωπος και σαν να τα έχω χαμένα, κατάλαβε την αιτία και μου λέγει: «Τι συμβαίνει, πάτερ Ιωάννη; Είδες τους άθλους των αγωνιζομένων»;
Και εγώ του απήντησα: «Τους είδα, πάτερ μου, και τους εθαύμασα και εμακάρισα αυτούς πού έπεσαν και πενθούν, περισσότερο από εκείνους πού δεν έπεσαν και δεν πενθούν για τον εαυτό τους, διότι με την πτώσι τους εσηκώθηκαν και εστάθηκαν σε μία κατάστασι πού δεν κινδυνεύουν πλέον». Εκείνος δε μου είπε: «Πραγματικά, έτσι είναι».
Και έν συνεχεία με την αψευδή του γλώσσα μου διηγήθηκε: «Πρό δεκαετίας είχα εδώ έναν αδελφό με υπερβολικό ζήλο, αγωνιστή, και τόσο σπουδαίο, ώστε, καθώς τον έβλεπα να καίη μέσα του τέτοια φλόγα, έτρεμα και εφοβόμουν υπερβολικά τον φθόνο του διαβόλου, μήπως με την μεγάλη ταχύτητα που έτρεχε σκοντάψη σε κάποια πέτρα το πόδι του, πράγμα που συμβαίνει συνήθως σ΄αυτούς πού προχωρούν με ταχύτητα. Και αυτό (δυστυχώς) έγινε.
» Και αμέσως μετά την πτώσι του, αργά το βράδυ, έρχεται σε μένα, μου αποκαλύπτει γυμνό το τραύμα του, ζητεί έμπλαστρο, παρακαλείνα το καυτηριάσω, ανησυχεί υπερβολικά. Βλέποντας όμως τον ιατρό να μη θέλη να του φερθή απότομα -εφ΄ όσον άλλωστε άξιζε να τον συμπαθήση κανείς- ρίχνεται κάτω στο έδαφος, αγκαλιάζει τα πόδια μου, τα λούζει με άφθονα δάκρυα και ζητεί να καταδικασθή στην φυλακή αυτή που είδες.
«Είναι αδύνατο, εφώναζε, να μην πάω εκεί».
» Έτσι αναγκάζει να μεταβληθή η ευσπλαγχνία του ιατρού σε σκληρότητα – πράγμα σπάνιο μεταξύ των αρρώστων και εντελώς παράδοξο. Τρέχει γρήγορα και παίρνει θέσι ανάμεσα στους μετανοούντας, συμμερίζεται το πένθος τους και συμμετέχει σ΄αυτό πρόθυμα. Πληγώθηκε δε στην καρδιά από την λύπη για την αγάπη του Θεού σαν με ξίφος, με αποτέλεσμα να αποδημήση σε οκτώ ημέρες προς τον Κύριον, αφού προηγουμένως εζήτησε να μην αξιωθή ενταφιασμού. Εγώ όμως αντιθέτως, ως άξιο, και εδώ στο Κοινόβιο τον έφερα, και τον έθαψα μαζί με τους άλλους πατέρας. Έτσι μετά την εβδόμη ημέρα της σκλαβιάς, την ογδόη ημέρα ελύθηκε από τα δεσμά και ελευθερώθηκε [1].
Υπάρχει δε κάποιος [2] που αντελήφθηκε πολύ καλά, πώς ο προηγούμενος μοναχός δεν σηκώθηκε από τα ταπεινά πόδια μου, πρίν εξευμενίση τον Θεόν. Και δεν είναι άξιον απορίας. Διότι μέσα στην καρδιά του έβαλε την πίστι της πόρνης εκείνης του Ευαγγελίου, και με μία παρομοία πληροφορία κατάβρεξε και αυτός με τα δάκρυά του τα δικά μου αχρεία πόδια. Όπως δε είπε ο Κύριος, «πάντα δυνατά τώ πιστεύοντι» (Μαρκ. θ΄ 23).
6. Είδα ψυχές πού έρρεπαν με μανία στους σαρκικούς έρωτες. Αυτές λοιπόν αφού έλαβαν αφορμή μετανοίας από την γεύσι του αμαρτωλού έρωτος, μετέστρεψαν αυτόν τον έρωτα σε έρωτα προς τον Κύριον. Έτσι ξεπέρασαν αμέσως κάθε αίσθημα φόβου και εκεντρίσθηκαν στην άπληστη αγάπη του Θεού. Γι΄αυτό και ο Κύριος στην αγνή εκείνη πόρνη (Λουκ. ζ΄ 37-48) δεν είπε ότι εφοβήθηκε, αλλά «ότι ηγάπησε πολύ» και κατώρθωσε εύκολα να αποκρούση τον ένα έρωτα με τον άλλον.
7. Δεν το αγνοώ, θαυμαστοί μου φίλοι, ότι σε μερικούς τα κατορθώματα των μακαρίων αυτών ανθρώπων πού σας διηγήθηκα θα φανούν απίστευτα, σε άλλους δύσπιστα και σε άλλους ότι δημιουργούν απόγνωσι. Ο γενναίος όμως άνδρας μάλλον θα ωφεληθή. Θα πάρη από αυτά ένα κεντρί και ένα πυρωμένο βέλος και θα φύγη με φλογερό ζήλο στην καρδιά του. Αλλά και αυτός πού έχει ολιγώτερη προθυμία, θα καταλάβη την αδυναμία του, θα αποκτήση εύκολα ταπεινοφροσύνη με την αυτομεμψία και θα τρέξη πίσω από τον προηγούμενο. Δεν γνωρίζω μάλιστα μήπως και τον προφθάση. Αντίθετα ο αμελής άνδρας δεν πρέπει ούτε να πλησιάση (και να ακούση) αυτά που διηγήθηκα, μη τυχόν πέση σε τελεία απόγνωσι και σκορπίση και αυτό (το ολίγο) πού μέχρι τώρα κατορθώνει, και εφαρμοσθή έτσι σ΄ αυτόν ο λόγος της Γραφής: «Από αυτόν πού δεν έχει -προθυμία- και αυτό που νομίζει ότι έχει θα του αφαιρεθή» (Ματθ. κε΄ 29).
8. Δεν είναι δυνατόν σ΄εμάς πού επέσαμε στον λάκκο των ανομιών, να ανελκυσθούμε από εκεί, εάν δεν καταδυθούμε στην άβυσσο της ταπεινώσεως των μετανοούντων.
9. Διαφορετική είναι η θλιμμένη ταπείνωσις των πενθούντων και διαφορετικός ο έλεγχος και η καταδίκη της συνειδήσεως αυτών πού ακόμη περιπίπτουν σε αμαρτίες. Διαφορετική επίσης είναι «η μακαρία πλουτοταπείνωσις» που αποκτούν με την ενέργεια της θείας χάριτος οι τέλειοι. Ας μη βιασθούμε να γνωρίσωμε την τρίτη κατάστασι με λόγια, διότι αδίκως θα τρέξωμε. Της δευτέρας καταστάσεως γνώρισμα είναι η πλήρης υποδοχή και υπομονή κάθε ατιμίας. Εκείνον δε (πού ανήκει στην πρώτη περίπτωσι), τον άνθρωπο δηλαδή που πενθεί, τον τυραννούν πολλές φορές οι αμαρτωλές συνήθειες και αναμνήσεις του παρελθόντος. Και αυτό βέβαια δεν είναι κάτι το παράδοξο.
10. Ο λόγος για τις ένοχες πράξεις και για τις πτώσεις είναι σκοτεινός και ακατανόητος για κάθε ψυχή. Είναι δύσκολο να γνωρίζωμε ποιες πτώσεις μας προέρχονται από αμέλεια, ποιες από σκόπιμη εγκατάλειψι του Θεού και ποιές από αποστροφή του Θεού. Το μόνο πού κάποιος μου εξήγησε είναι, ότι όσες μας συμβαίνουν από σκόπιμη παραχώρησι του Θεού έχουν σύντομη επανόρθωσι, διότι ο Θεός πού μας παρέδωσε δεν μας αφίνει επί πολύ αιχμαλώτους σε αυτές.
11. Όσοι επέσαμε, ας πολεμήσωμε πρό πάντων τον δαίμονα της λύπης. Διότι αυτός έρχεται δίπλα μας την ώρα της προσευχής, μας ενθυμίζει την προηγουμένη μας παρρησία και προσπαθεί να αχρηστεύση την προσευχή μας.
12. Μη τρομάξης όταν πέφτης κάθε ημέρα, και μη εγκαταλείψης τον αγώνα. Αντιθέτως να ίστασαι ανδρείως και οπωσδήποτε να ευλαβηθή την υπομονή σου ο φύλαξ άγγελός σου. Όσο είναι ακόμη πρόσφατο και ζεστό το τραύμα, τόσο και ευκολώτερα θεραπεύεται. Ενώ τα τραύματα πού εχρόνισαν, σαν παραμελημένα και αποσκληρυμένα, δύσκολα θεραπεύονται, και χρειάζονται για να ιατρευθούν πολύ κόπο και νυστέρι και ξυράφι και το εδώ πύρ των καυτηριασμών, (δηλαδή το πύρ των εδώ θλίψεων, έν αντιθέσει με το μελλοντικό πύρ της κολάσεως).
13. Πολλά ψυχικά τραύματα πού εχρόνισαν είναι ανίατα. Στον Θεόν όμως όλα είναι δυνατά.
Πρίν από την πτώσι οι δαίμονες αποκαλούν τον Θεόν φιλάνθρωπο. Μετά όμως από την πτώσι τον αποκαλούν σκληρό.
14. Εάν μετά από την μεγάλη σου πτώσι πέσης και σε κάποιο μικρό αμάρτημα και σου ειπή ο λογισμός, «είθε να μην έπεφτες σ΄εκείνο το μεγάλο, τούτο το μικρό δεν είναι τίποτε το σπουδαίο», μην τον παραδεχθής αυτόν τον λογισμό. (Και τα μικρά πράγματα έχουν την σημασία τους). Πολλές φορές μάλιστα μερικά μικρά δώρα κατεπράϋναν τον μεγάλο θυμό του δικαστού.
15. Όποιος πραγματικά εξοφλεί αμαρτίες, την ημέρα πού δεν επένθησε την θεωρεί χαμένη, έστω και αν έπραξε κατ΄αυτήν μερικά άλλα καλά έργα.
16. Κανείς από τους πενθούντας άς μη περιμένη την πληροφορία της συγχωρήσεως την στιγμή του θανάτου. Διότι κάτι πού είναι άγνωστο είναι και αβέβαιο. Γι΄αυτό και κάποιος έλεγε: «Άφησέ με να αισθανθώ αναψυχή με την πληροφορία της συγχωρήσεως, πρίν αποθάνω και πρίν απέλθω από την ζωή αυτή απληροφόρητος» (πρβλ. Ψαλμ. λη΄ 14).
17. Όπου εμφανισθή το Πνεύμα του Κυρίου, ο δεσμός για τις αμαρτίες ελύθηκε. Όπου εμφανισθή απέραντη ταπείνωσις, ο δεσμός για τις αμαρτίες ελύθηκε. Όσοι τυχόν (έφυγαν από την ζωή) χωρίς αυτά τα δύο, άς μη πλανώνται. Είναι δεμένοι.
18. Μόνο αυτοί που ζούν στον κόσμο, μένουν ξένοι προς τις πληροφορίες πού ανέφερα, και μάλιστα στην πρώτη, (στην εμφάνισι της χάριτος του Αγίου Πνεύματος). Μερικοί από τους κοσμικούς αγωνίζονται με την ελεημοσύνη, και καταλαβαίνουν την ωφέλειά της την ώρα του θανάτου των.
19. Όποιος θρηνεί τον εαυτό του, δεν βλέπει τον θρήνο ή την πτώσι ή την επίπληξι του άλλου.
20. Ο σκύλος που εδαγκώθηκε από κάποιο θηρίο, εξαγριώνεται περισσότερο προς αυτό και από τον πόνο της πληγής μαίνεται σφοδρότερα εναντίον του. (Παρόμοια συμπεριφέρεται προς τους δαίμονες ο μοναχός που επληγώθηκε από αυτούς).
21. Όταν η συνείδησις παύση να μας ελέγχη για αμαρτίες, ας προσέξωμε μήπως αυτό δεν οφείλεται στην καθαρότητα, αλλά στην κόπωσι και άμβλυνσι αυτής, της συνειδήσεως, εξ αιτίας πλήθους αμαρτιών.
22. Απόδειξις ότι έσβησε το χρέος των αμαρτιών μας είναι το να θεωρούμε πάντοτε χρεώστη τον εαυτό μας.
23. Τίποτε δεν υπάρχει ίσο ή ανώτερο από τους οικτιρμούς του Θεού. Γι΄αυτό όποιος απελπίζεται σφάζη ο ίδιος τον εαυτό του.
24. Σημείο της πραγματικής και επιμελούς μετανοίας είναι το να θεωρούμε τον εαυτό μας άξιο για όλες τις θλίψεις πού μας συμβαίνουν -τις ορατές (που προέρχονται από τα πράγματα και από τους ανθρώπους) και τις αόρατες (πού προέρχονται από τους δαίμονας) - και για πολύ περισσότερες.
25. Ο Μωϋσής αφού αξιώθηκε να ιδή τον Θεόν στην βάτο, επέστρεψε πάλι στην Αίγυπτο, η οποία υποδηλοί το πνευματικό σκότος, και ίσως υποχρεώθηκε να κατασκευάζη πλίνθους στον Φαραώ, ο οποίος υποδηλοί τον διάβολο. Πλήν όμως πάλι ανέβηκε στην βάτο, και όχι μόνο σ΄αυτήν, αλλά και στο όρος Σινά, (το οποίο υποδηλοί τα ύψη των αρετών). Όποιος εννόησε το παράδειγμα, ποτέ δεν θα απελπισθή για την σωτηρία του. Επτώχευσε και ο μέγας Ιώβ, αλλ΄ έπειτα απέκτησε διπλάσιο πλούτο.
26. Στους ραθύμους οι πτώσεις μετά την μοναχική τους κλήσι είναι πολύ σοβαρές. Διότι πλήττουν την ελπίδα (της πνευματικής προόδου και κατακτήσεως) της απαθείας. Και διότι τους δημιουργούν την ιδέα ότι θα θεωρούνται ευτυχείς, εάν έστω κατορθώσουν και σηκωθούν από τον λάκκο (της αμαρτίας).
27. Πρόσεχε! Πρόσεχε καλά! Δεν είμαστε υποχρεωμένοι να επιστρέψωμε από τον ίδιο δρόμο πού επλανηθήκαμε, αλλά από άλλον συντομώτερο, (από τον δρόμο δηλαδή της ταπεινώσεως).
28. Είδα δύο πού εβάδιζαν (πρόν τον Θεόν) καθ΄ όμοιο τρόπο και είς τον ίδιο καιρό. Ο ένας ήταν ηλικιωμένος και με περισσότερους ασκητικούς κόπους. Ο άλλος ήταν ένας νεαρός μαθητής, και «προέδραμε τάχιον» (= έτρεξε γρηγορότερα) από τον ηλικιωμένο, και «ήλθε πρώτος είς το μνημείον» (Ιωάν. κ΄ 4) της ταπεινώσεως.
29. Ας προσέξωμε όλοι, και ιδιαίτερα όσοι εγνωρίσαμε πτώσεις, να μη προσβληθή η καρδιά μας από την νόσο του ασεβούς Ωριγένους[3]. Διότι η βδελυκτή αυτή νόσος, προβάλλοντας την φιλανθρωπία του Θεού, γίνεται ευπρόσδεκτη στους φιληδόνους.
«Με την μελέτη μου και την περισυλλογή μου θα ανάψη μέσα μου πυρ» (Ψαλμ. λη΄ 4). Μάλλον με την μετάνοιά μου θα ανάψη μέσα μου το πύρ της προσευχής, και αυτό θα κάψη κάθε αμαρτία [4].
30. Όρος για σένα και τύπος και υπογραμμός και παράδειγμα μετανοίας ας είναι οι προηγούμενοι άγιοι κατάδικοι, και δεν θα σου χρειασθή σε όλη την ζωή κανένα άλλο βιβλιο, έως ότου λάμψη εμπρός σου ο Χριστός, ο Υιός του Θεού και Θεός, κατά την ημέρα της αναστάσεως - εννοώ της πνευματικής αναστάσεως πού θα σου φέρη η πραγματική και επιμελής μετάνοια.
Εσύ πού μετανόησες, ανέβηκες στην Πέμπτη βαθμίδα.
Εκαθάρισες με την μετάνοια τις πέντε αισθήσεις και με την εκουσία τιμωρία και κόλασι εγλύτωσες την ακουσία.

Ι.Μ.Παρακλήτου
[1] Η εβδόμη ημέρα, αντίστοιχη προς το «νομικόν» Σάββατο, συμβολίζει την παρούσα ζωή των πειρασμών και θλίψεων. Η δε ογδόη υπερέχει του Σαββάτου και εικονίζει την μέλλουσα μακαριότητα και αιωνιότητα, εφ΄ όσον ευρίσκεται έξω από τον χρόνο πού ανακυκλείται με τις ημέρες της εβδομάδος και εφ΄ όσον είναι η ημέρα της Αναστάσεως του Κυρίου.
[2] Κατά πάσα πιθανότητα αυτός θα είναι ο ίδιος ο Ηγούμενος και το αποκρύπτει από ταπεινοφροσύνη, για να μη φανή ως διορατικός.
[3] Ο Ωριγένης (185-254 μ.Χ.) υπήρξε σπανία προσωπικότης. Φλογερός στην πίστι, μεγαλοφυής στην διάνοια, βαθύς και συναρπαστικός στην ερμηνεία της Γραφής, πολυμαθέστατος, πολυγραφώτατος και πατήρ της θεολογικής επιστήμης. Οι μεγάλοι Καππαδόκαι Πατέρες πολύ τον εκτιμούσαν. Δυστυχώς όμως περιέπεσε σε ωρισμένες πλάνες (αιωνιότης κόσμου, προΰπαρξις ψυχών, μη αιωνιότης κολάσεως κ.λ.π.) Τον έκτο μ.Χ. αιώνα, στους χρόνους δηλαδή της Κλίμακος, ετάρασσε την Εκκλησία και ιδιαίτερα τον μοναχισμό η λεγομένη Τρίτη φάσις των ωριγενιστικών ερίδων, οπότε η Ε΄Οικουμενική Σύνοδος (553 μ.Χ.) κατεδίκασε επισήμως τις κακοδοξίες του. Έτσι μέσα σ΄ αυτό το δυσμενές κλίμα δικαιολογείται η βαρειά αυτή έκφρασις της Κλίμακος για τον Ωριγένη.
[4] Η έννοια του χωρίου είναι, ότι θα εξαλειφθούν οι αμαρτίες μόνο κατά την διάρκεια της παρούσης ζωής με το πύρ της έν μετανοία προσευχής και όχι στην μέλλουσα ζωή με το πύρ της δικαιοκρισίας του Θεού, όπως εσφαλμένα υπεστήριζε ο Ωριγένης ομιλώντας περί μη αιωνιότητος της κολάσεως και περί αποκαταστάσεως των πάντων.