Δευτέρα 30 Ιανουαρίου 2017

ΟΙ ΤΡΕΙΣ ΙΕΡΑΡΧΕΣ. Η ΕΠΟΧΗ ΤΟΥΣ ΚΑΙ Η ΑΝΘΡΩΠΙΣΤΙΚΗ ΠΑΙΔΕΙΑ

Η εορτή τους.
Η εορτή των Τριών Ιεραρχών, Βασιλείου του Μεγάλου, Γρηγορίου του Θεολόγου και Ιωάννου του Χρυσοστόμου, είναι η εορτή της ελπίδας του Γένους των Ελλήνων. Κι αυτό συμβαίνει, γιατί οι νέοι μας αποτελούν την ελπίδα μας και η Παιδεία μας είναι το αρραγές θεμέλιο για τη συνέχεια του λαού μας, για την πρόοδο, το ήθος και τον πολιτισμό μας.
Οι Τρεις Ιεράρχες συγκαταλέγονται ανάμεσα στους θεμελιωτές της Ορθόδοξης Χριστιανικής πίστης και Θεολογίας, με μια προοπτική, που ξεπερνά τα όρια του Ελληνισμού και είναι κυριολεκτικά παγκόσμια. Συνέδεσαν την πίστη και τη θεολογία με τον πολιτισμό, την Παιδεία και το καθημερινό βίο των πιστών.
Ο συνεορτασμός των Τριών Ιεραρχών στο εκκλησιαστικό εορτολόγιο καθιερώθηκε από τον 11ο αιώνα. Όμως η καθιέρωση της εορτής των Τριών Ιεραρχών, ως εορτής των Γραμμάτων και της Παιδείας, άρχισε το 1842 όπου σε ειδική συνεδρίαση της Συγκλήτου του Παν/μίου Αθηνών αποφασίστηκε ομόφωνα η καθιέρωση της 30ης Ιανουαρίου κάθε έτους, ως εόρτιας ημέρας των Τριών Ιεραρχών και ως ημέρας των Ελληνικών Γραμμάτων και της Παιδείας του Έθνους μας.
Η κλασσική Ελληνική σοφία και το Βυζαντινό Χριστιανικό Πνεύμα δημιούργησαν τον ορθό λόγο της κλασσικής Ελλάδος και την ορθή δόξα και πίστη της Ορθοδοξίας. Αυτή η σύνθεση δεν αμφισβητήθηκε σοβαρά ποτέ ως σήμερα.

Η εποχή τους.

Για να εκτιμηθεί ο ρόλος και η προσφορά των Τριών Ιεραρχών θεωρούμε αναγκαίο να εξετάσουμε την εποχή κατά την οποία έζησαν.
Πρόκειται για μια χρονική περίοδο με πολλές ανακατατάξεις, έντονους προβληματισμούς και διεργασίες που εγκυμονούσαν μια δυναμική αναγέννηση μεγάλης διάρκειας. Η έκτασή της ήταν τόσο μεγάλη, που οι καρποί της φτάνουν ως τις μέρες μας και τρέφουν τους εραστές του πιο υψηλού και μεγάλου γεγονότος, που αναφέρεται στην ανθρώπινη ύπαρξη.
Η θρησκευτική κατάσταση της εποχής τους είχε αρχίσει να ξεκαθαρίζει. Η πλάστιγγα πλέον είχε αρχίσει να γέρνει υπέρ του Χριστιανισμού. Όμως η ειδωλολατρία παρέμενε ισχυρή. Αυτό συνέβαινε τόσο με την παιδεία όσο  και με την παρέμβαση της πολιτείας. Συγκεκριμένη περίπτωση αποτελεί ο ικανότατος αυτοκράτορας και συμφοιτητής του Βασιλείου και του Γρηγορίου, Ιουλιανός, που χρησιμοποίησε διάφορες μορφές βίας, για να επιβάλλει τη λατρεία των ειδώλων.
Η πολιτική εξουσία, όπως διαμορφώθηκε και όπως ασκήθηκε από τη Ρώμη, εξέφραζε την πιο απάνθρωπη μορφή της με τη διαφθορά της άρχουσας τάξης, την επιβολή της δουλείας και τις τεράστιες κοινωνικές ανισότητες. Αποκορύφωμα όλων αυτών ήταν η ‘’θεοποίηση’’ του αυτοκράτορα, ενώ ζούσε!! Είναι χαρακτηριστικό πως όλες οι θρησκείες του κόσμου γεννήθηκαν στις ερήμους, είχαν μεταφυσική βάση και εσχατολογική προοπτική. Μόνο η θρησκεία που δημιουργήθηκε στη Δύση επέβαλε τη θεοποίηση του αυτοκράτορα και την αποθέωση της δύναμης και της εξουσίας. Αυτή ήταν και η μόνη θρησκεία, που δημιουργήθηκε στη Δύση, στερημένη κυριολεκτικά από κάθε πνευματικό βάθος και από όποια ουράνια αποκαλυπτικότητα.
Στην κοινωνία, την εποχή των Τριών Ιεραρχών, κυριαρχούσε η περιφρόνηση του ανθρώπου. Της γυναίκας, του παιδιού και του δούλου. Η συνοχή της κοινότητας ήταν ανύπαρκτη και οι κοινωνίες βρίσκονταν υπό διάλυση. Η πολιτισμική ιδιαιτερότητα των λαών είχε σχεδόν εξαφανιστεί με την κυριαρχία ενός άκρατου συγκρητισμού στη θρησκεία και τον πολιτισμό. Μιλάμε για κάτι παρόμοιο μ’ αυτό που σήμερα ονομάζουμε παγκοσμιοποίηση.
Την ίδια περίοδο στην παιδεία ετίθετο ευθέως από τους χριστιανούς και αμφισβητείτο  η αξία και ο ρόλος των ελληνικών γραμμάτων με το επιχείρημα: ‘‘Αν ο Χριστός είναι η Αλήθεια, τότε η φιλοσοφία, η γνώση και η παιδεία των ειδωλολατρών είναι περιττά και επικίνδυνα’’. Μάλιστα πρέπει να επισημανθεί, ότι η εκπαίδευση των νέων βρισκόταν στα χέρια ειδωλολατρών δασκάλων. Παράδειγμα αποτελεί ο περίφημος ρητοροδιδάσκαλος Λιβάνιος, φίλος του Μ. Βασιλείου και δάσκαλος του Ιωάννου του Χρυσοστόμου.
Τέλος, στην Εκκλησία που έβγαινε πληγωμένη από την περίοδο των φοβερών διωγμών με τα εκατομμύρια των μαρτύρων της, αλλά παρέμενε γεμάτη ζωή και ήταν  ρωμαλέα, τη συντάρασσε ένας νέος ‘‘πειρασμός’’. Ήταν ο πειρασμός των αιρέσεων!!
Σ’ όλα τούτα τα τεράστια θέματα οι φωτισμένες μορφές των Τριών Ιεραρχών πήραν θέση, έδωσαν απαντήσεις και χάραξαν τη στάση, που έπρεπε να κρατήσει και τελικά κράτησε η Εκκλησία μας μέσα στους αιώνες έως και τις ημέρες μας. Απάντησαν ως πιστά μέλη της Εκκλησίας, με το λόγο και τη ζωή τους, αλλά κυρίως ως επίσκοποι, ως διάδοχοι των Αποστόλων, ως ποιμένες, που ανέλαβαν να οδηγήσουν τους πιστούς στην αλήθεια, που είναι ο Χριστός, και τελικά στην ελευθερία. Γιατί Εκείνος είπε: ‘‘Γνώσεσθε την αλήθειαν και η αλήθεια ελευθερώσει ημάς’’.

 
Η απάντησή  τους ως ‘σύνθεση’.
 
            Κατά τους πρώτους Χριστιανικούς αιώνες, όπως αναφέραμε, τέθηκε το ερώτημα σχετικά με την ελληνική Παιδεία: ‘’ Τι θα αποδεχθεί και τι θα απορρίψει ο Χριστιανισμός από την ελληνική κλασσική Παιδεία’’;  Έτσι οι Τρεις Ιεράρχες βρέθηκαν μπροστά στο πρόβλημα Χριστιανισμού και Ελληνισμού ή της σχέσεως Χριστιανισμού και ανθρωπισμού.
Ο ανθρωπισμός έχει ως μέτρο όλων των πραγμάτων τον άνθρωπο. Γράφει ο Μένανδρος: ‘’ πάντων χρημάτων μέτρον άνθρωπος’’. Ο Χριστιανισμός όμως, έχει ως μέτρο το Θεάνθρωπο Χριστό. Υπ’ αυτή την έννοια η Χριστιανική βιοθεωρία είναι διπολική: Ανθρωποκεντρική , αλλά και Χριστοκεντρική. Δηλαδή στο κέντρο της βρίσκεται πάλι ο άνθρωπος, αλλά  ως θεωμένη προσωπικότητα. Κι  αυτό συμβαίνει, γιατί στο Χριστιανισμό η θεολογία είναι κενωτική. Ο Θεός σαρκοφορεί εν χρόνω στο πρόσωπο του Θεανθρώπου, περιβάλλεται τον άνθρωπο, πάσχει, πεθαίνει, ’’αδειάζει’’ από τη Θεία Του δόξα, κενούται, για να αναστηθεί ο Ίδιος και να συναναστήσει τον άνθρωπο. Ενδιαφέρεται κατ’ αποκλειστικότητα  για τον άνθρωπο και όλη η αγωνία και όλος ο αγώνας είναι να προφυλαχθεί και να σωθεί η ακεραιότητά του από την αλλοτρίωση. Με άλλα λόγια ο Χριστιανισμός είναι κατ’ ουσίαν ανθρωποκεντρικός με την προϋπόθεση της Χριστολογικής κατάφασης στην ιστορία. Δηλαδή, πως όλα τελικά υπηρετούν συνειδητά – ασυνείδητα τη Χριστιανική εκδοχή της ιστορίας.
Για τους Τρείς Ιεράρχες η ανθρωπιστική Παιδεία είναι αποδεχτή και χρήσιμη, αφού συντελεί στη ‘’ γυμνασία της ψυχής’’ , για να κατανοήσει ο άνθρωπος αψευδώς και σαφώς, όσα προσφέρει ο αποκαλυπτικός λόγος του Χριστιανισμού. Γι’ αυτό και οι ίδιοι μορφώθηκαν, όσο ελάχιστοι στην εποχή τους, και χρησιμοποίησαν τον ‘’ Έλληνα λόγον’’ δημιουργικά και εύστοχα, για να υπερασπιστούν τον άνθρωπο, για να ερμηνεύσουν την πίστη, για να αναιρέσουν  την πλάνη, για να διακηρύξουν  την αλήθεια. Αν αγνοηθεί η Χριστιανική  προοπτική του ανθρωπισμού, τότε η ανθρωπιστική παιδεία αποβαίνει πλάνη και απάτη. Κι αυτό συμβαίνει, γιατί ο άνθρωπος, που είναι το μοναδικό της κέντρο, ειναι ‘‘πεπτωκός’’ και αμαρτωλός, ‘άπορος και αμήχανος’, όπως τον περιέγραψαν οι τραγικοί μας ποιητές, είναι ο άνθρωπος του ‘‘παρόντος αιώνος του απατεώνος’’. Τελικά, όταν κανείς απολυτοποιεί, αυτόν τον ατελή άνθρωπο, χωρίς την εσχατολογική προοπτική του Χριστιανισμού, χωρίς την άσκηση, την αγιότητα και τη θέωση, τότε οδηγείται σε μια παιδευτική πλάνη και δημιουργεί μεγάλες, αλλά απατηλές προσδοκίες μιας ‘‘τέλειας’’ κοινωνίας, που δυστυχώς στην ουσία της είναι κοινωνία απανθρωπιάς. Φαινόμενο που το ζούμε καθημερινά σε  όλα τα επίπεδα της προσωπικής και της κοινωνικής μας ζωής!! Με  αυτά τα δεδομένα φτάνουμε στην κατά πάντα απαράδεχτη διατύπωση του J. P. Sartre, που έζησε χωρίς τη χριστιανική ελπίδα και πίστη και αποφάνθηκε: ‘’Ο άλλος άνθρωπος είναι η κόλασή μου’’. Γι’ αυτό, και η σύγχρονη ζωή έχει πάρει τη μορφή μιας απέραντης και άνυδρης εσωτερικής ερημίας, μιας τραγικής μοναξιάς, σε  ένα κόσμο αφιλόξενο, ανάδελφο και ακοινώνητο…
Ο λεγόμενος δυτικός πολιτισμός, από πολιτισμός ιδεωδών και αξιών παλαιότερα, έχει καταλήξει στην εποχή μας να είναι μονοδιάστατα τεχνοκρατικός, ευδαιμονιστικός και καταναλωτικός, και γι’ αυτό απάνθρωπος. Σκοπός της σημερινής προόδου δεν είναι η βελτίωση του ανθρώπου και η επίτευξη της τελειότητας, αλλά ο πλουτισμός και η ευδαιμονία, ακόμη και εις βάρος των συνανθρώπων μας, αλλά και της ίδιας της φύσεως… Αποτέλεσμα μιας παιδείας κι ενός πολιτισμού, που εξόρισε το Χριστό από τη ζωή και τον άνθρωπο.
Οι Τρεις Ιεράρχες όμως, μας εισάγουν σ’ ένα τελείως διαφορετικό πολιτισμό, που θεμελιώνεται πάνω στο Χριστιανικό ανθρωπισμό, όπου κυρίαρχο στοιχείο είναι η αγάπη, η ταπείνωση και η θυσία, όπως εκφράστηκαν γνήσια από το Θεάνθρωπο Χριστό.
Η Εκκλησία δε λειτουργεί ως εξουσιαστική δύναμη, όπως νομίζουν κάποιοι στις μέρες μας, αλλά ως κοινότητα αδελφοποίησης όλων και συναδέλφωσης λαών και εθνών. Η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι Πατερική, δηλαδή συνέχεια των Αποστόλων και άρα Οικουμενική. Θα είμαστε κι εμείς μιμητές των Τριών Ιεραρχών, αν βλέπουμε τον κόσμο, όπως και αυτοί: Με ελπίδα και αισιοδοξία, με δημιουργικότητα και ασκητικό φρόνημα. Σε κάθε εποχή, ιδιαίτερα όμως στη δική μας, το Χριστιανικό Ευαγγελικό μήνυμα είναι μοναδικό, αλλά και επίκαιρο.
Η επιλογή των Τριών Ιεραρχών ως προστατών των Ελληνικών και των Χριστιανικών Γραμμάτων, κατανοείται από τη σύνθεση και την προσφορά τους.  Η εορτή της Χριστιανικής Παιδείας είναι ταυτόχρονα και εορτή της Ελληνικής Παιδείας. Στη σύνθεση αυτών των δυο ιστορικών μεγεθών βρίσκεται το ιστορικό Πατερικό θαύμα.

Μέγας  Φώτιος
Ένας γνήσιος διάδοχος των Τριών Ιεραρχών
            Λίγες μόνο ημέρες μετά τη γιορτή των Τριών Ιεραρχών η Εκκλησία μας τιμά τη μνήμη του Μ. Φωτίου. Η 6η Φεβρουαρίου είναι αφιερωμένη στο μεγάλο πατέρα, Οικουμενικό Πατριάρχη, δάσκαλο, παιδαγωγό και θεολόγο. Πρόκειται για τη μεγαλύτερη φυσιογνωμία της μεσοβυζαντινής περιόδου. Και είναι πραγματικά γνήσιος διάδοχος των Τριών Ιεραρχών, γιατί τους μιμήθηκε  στα πιο σημαντικά  στοιχεία, που χαρακτηρίζουν τη ζωή τους. Αλλά ας πάρουμε τα πράγματα με τη σειρά.
Γεννήθηκε το 820  στην Κωνσταντινούπολη. Η οικογένειά του ήταν αριστοκρατική και πλούσια. Έλαβε αξιόλογη μόρφωση  και αφιερώθηκε στη μελέτη της κλασσικής και της Πατερικής γραμματείας. Ήταν πρόσωπο, που ξεχώριζε στην εποχή του και διακρίθηκε ιδιαίτερα από όλους τους συγχρόνους του.
Ο Νικήτας Παφλαγόνας γράφει για το Φώτιο: «Ο Φώτιος δεν  ανήκε στους άσημους και ανώνυμους, αλλά στους ευγενείς κατά την καταγωγή, τους περιφανείς κατά την κοσμική σοφία και από όλους που ασχολούνταν με την πολιτική διοίκηση, εθεωρείτο ο πιο επιτυχημένος, γιατί είχε εντρυφήσει στη Γραμματική, την ποίηση, την ρητορική και τη φιλοσοφία · μάλιστα στην ιατρική, αλλά και σε κάθε  ‘’θύραθεν’’ επιστήμη έκανε τον εαυτό του μέτοχο, ώστε να διαφέρει, όχι μόνο από τους ανθρώπους της γενεάς του, αλλά να συναγωνίζεται και τους παλαιότερους. Όλα τα χαρίσματα τον συνόδευαν: Η επιδεξιότητα της φύσεως, η φροντίδα, ο πλούτος δια του οποίου κάθε γνώση τον ακολούθησε». (P. G. 105,504).
Ανδρώθηκε κατά τη δεύτερη περίοδο της εικονομαχίας και υπέστη διώξεις για την Ορθόδοξη πίστη του και την προσήλωσή του στην τιμή των ιερών εικόνων. Μάλιστα αφορίστηκε από εικονοκλαστική σύνοδο. Όμως με το τέλος της εικονομαχίας αποκαταστάθηκε στην εκκλησιαστική κοινωνία, τιμήθηκε ιδιαίτερα  με υψηλά αξιώματα και έγινε καθηγητής της φιλοσοφίας στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης. Η εμπιστοσύνη που παρείχε η προσωπικότητά του στους άρχοντες της εποχής του, ήταν τόση, που του ανέθεσαν ακόμη και διπλωματικές αποστολές!!!
Τα Χριστούγεννα του 858 Σύνοδος τον επέλεξε Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως, παρά τις αντιρρήσεις του, γιατί είχε συνείδηση του υψηλού χρέους που θα αναλάμβανε, και τον χειροτόνησε μέσα σε τρεις ημέρες από λαϊκό σε Πατριάρχη.
Η πατριαρχική περίοδος του Μ. Φωτίου ήταν πολύ δύσκολη. Λόγω των εσωτερικών προβλημάτων που αντιμετώπιζε η Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως, αλλά και λόγω των αιρετικών δοξασιών , που είχαν αρχίσει να εμφανίζονται στην Εκκλησία της Ρώμης, και τέλος, λόγω των απαιτήσεων που αυτή προέβαλε, να υπαγάγει διοικητικά περιοχές, που ανήκαν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο  και να διαδώσει και εκεί τις αιρετικές της διδασκαλίες.
Ο Μ. Φώτιος παρά τους «πειρασμούς» στους οποίους η πολιτική εξουσία τον περιέπλεξε, απομακρύνοντάς  τον από το Θρόνο της Κωνσταντινουπόλεως και επαναφέροντάς τον πάλι, δείχνοντας αρετή και σθένος μοναδικό, υπέμεινε καρτερικά τις δοκιμασίες και πρόσφερε έργο αντάξιο του Οικουμενικού Πατριαρχείου.
Κατέδειξε, συγκαλώντας την ενδημούσα Σύνοδο το 867, τις αιρετικές διδασκαλίες της Ρώμης για το Filioque και τα λατινικά έθιμα, που διέδιδαν οι δυτικοί «ιεραπόστολοι» στη Βουλγαρία, όπου είχαν απλώσει τις δραστηριότητές τους αντικανονικά, και τις κατεδίκασε.
Είναι η πρώτη φορά που η Ορθόδοξη Ανατολή αντιστέκεται στις παπικές αιρετικές δοξασίες και κυριαρχικές τάσεις εξουσίας σε ολόκληρη την Εκκλησία. Και αυτό γίνεται με επιχειρήματα και θεολογική τεκμηρίωση , την οποία στη συνέχεια η Εκκλησία μας αξιοποίησε διαχρονικά μέχρι και τις ημέρες μας. Ο Μ. Φώτιος διείδε πως πίσω από την αιρετική διδασκαλία του Filioque υποκρύπτεται η αλλοίωση του δημοκρατικού φρονήματος της Εκκλησίας, διαλύεται το δόγμα της Αγίας Τριάδος, υποβαθμίζεται ο ρόλος του Αγίου Πνεύματος στην ζωή της Εκκλησίας και στη σωτηρία του κόσμου και θεοποιείται ο παπικός θεσμός!!! Η Χάρις του Θεού προστάτεψε την Εκκλησία από την πλήρη εκκοσμίκευσή της στέλνοντας αυτόν τον φωτισμένο, άγιο και μορφωμένο ιεράρχη.
Ο Μ. Φώτιος  έδρασε στην Εκκλησία και με άλλο τρόπο. Εργάστηκε  για τη διάδοση της χριστιανικής πίστεως οργανώνοντας ιεραποστολές. Είναι πολύ γνωστή η επιλογή των αδελφών Κυρίλλου και Μεθοδίου, που στάλθηκαν επικεφαλής  μεγάλης ιεραποστολικής ομάδας για τον εκχριστιανισμό των Σλάβων, στους οποίους πρόσφερε ταυτόχρονα και τη γραπτή γλώσσα και τον πολιτισμό.
Η παρουσία του Αγίου Φωτίου στο Πανεπιστήμιο της Κωνσταντινούπολης   έφερε ώθηση στα γράμματα. Ο ίδιος δίδαξε, ως καθηγητής, Φιλοσοφία. Έτσι βλέπουμε μια αδιάσπαστη συνέχεια  της ελληνικής Παιδείας στο χώρο της Ανατολής. Αυτό το γεγονός προϋπήρχε του Φωτίου και συνεχίστηκε μέχρι και την πτώση της Πόλης. Η ελληνική Παιδεία υπήρξε η βάση της εκπαίδευσης στο Βυζάντιο. Όλοι οι Πατέρες της Εκκλησίας αυτήν σπούδασαν, με αυτήν ανατράφηκαν. Συνδύασαν την καθαρότητα της ζωής, την άσκηση και τον αγιασμό με τα  ελληνικά γράμματα. Γι’  αυτό και ο λόγος τους ήταν πάντοτε «άλατι ηρτημένος», αληθινός, συναρπαστικός και χαριτωμένος. Δεν είναι τυχαίο πως τα πρώτα σχόλια στον Όμηρο τα έγραψε ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Ευστάθιος!! Αυτά πρέπει να επισημανθούν, γιατί κάποιοι είτε από άγνοια είτε ακολουθώντας τη σκέψη του Διαφωτισμού, δυσφημούν την περίοδο του Βυζαντίου, ως σκοταδιστική… Κι όμως χάρη στο Βυζάντιο και στους καλογέρους διασώθηκαν τα αρχαία ελληνικά κείμενα με τις αλλεπάλληλες αντιγραφές, που έγιναν  τότε, από ανθρώπους που είχαν αφιερώσει τον εαυτό τους στο Θεό,  μακριά από κάθε κοσμική ενασχόληση!!
Ο Μ. Φώτιος άφησε αξιοθαύμαστο συγγραφικό έργο, που είναι πρωτίστως θεολογικό, αλλά ταυτόχρονα και φιλολογικό. Αξίζει να μνημονεύσουμε τη «μυριόβιβλο βιβλιοθήκη», στην οποία περιγράφονται τίτλοι, αλλά και περίληψη του περιεχομένου των έργων που είχε αναγνώσει. Αυτό σημαίνει πως έχουμε πληροφορίες για έργα που δεν σώθηκαν ως τις μέρες μας, από την αρχαία ελληνική γραμματεία, αλλά ξέρουμε το συγγραφέα, τον τίτλο και το περιεχόμενό τους!!
Τελικά ο Φώτιος εκθρονίστηκε για δεύτερη φορά · αυτή από το μαθητή του και αυτοκράτορα Λέοντα το Σοφό και αποσύρθηκε στη Μονή των Αρμενιακών, στην Κωνσταντινούπολη, όπου απερίσπαστος, με προσευχή και άσκηση, ασχολήθηκε με το αγαπημένο του συγγραφικό έργο μέχρι το θάνατό του, το 893.
Αν οι Τρεις Ιεράρχες πραγματοποίησαν τη σύνθεση ανάμεσα στον Ελληνισμό και το Χριστιανισμό και αποδέχτηκαν τα ελληνικά γράμματα και τα πρότειναν στους νέους, «όπως αν εξ ελληνικών ωφελοίντο λόγων», πώς δηλαδή θα μπορούσαν οι νέοι να ωφεληθούν από τα ελληνικά γράμματα, ο Μ. Φώτιος υπήρξε συνεχιστής του έργου τους, γενόμενος όχι μόνο επίσκοπος και μαχητής της αληθείας, αλλά και φιλόσοφος ασκητής και αγιασμένος δάσκαλος.
Ας μείνει παράδειγμα ζωής για πολλούς.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου